Για τις εξελίξεις
στη Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ
Αντώνης ΑποστολάκηςΤο μπαράζ αποχωρήσεων από το ΣΥΡΙΖΑ που ξεδιπλώνεται αυτές τις μέρες σημαδεύτηκε και από την ανακοίνωση παραίτησης-αποχώρησης της πλειονότητας των μελών του Κεντρικού Συμβουλίου της νεολαίας του. Σε αυτή δηλώνουν ρητά πως πλέον έχει μπει ένα «τέλος εποχής» στη Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ. Είχε προηγηθεί η προσχώρηση 7 μελών του Κ.Σ. στη Λαϊκή Ενότητα του Λαφαζάνη, ενώ ως προς τη σχέση τους με το εν λόγω μόρφωμα, η πλειοψηφία των αποχωρησάντων δεν παίρνει θέση ανοιχτής υποστήριξής του. Για τις επερχόμενες εκλογές καλούν σε ψήφο σε «αριστερά, ριζοσπαστικά, αντικαπιταλιστικά ψηφοδέλτια, που αντιστοιχούνται στις παραπάνω προκείμενες της τελευταίας απόφασης του ΚΣ της Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ (σ.σ.: «ρήξη και αποδέσμευση από Ε.Ε. και ευρωζώνη» κ.α.) και σχηματίζονται στο πλαίσιο της απόρριψης της ΤΙΝΑ (ThereisNoAlternative) των μνημονίων, για να εκφραστεί το «ΟΧΙ μέχρι τέλους», αλλά και με ορίζοντα ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές ανατροπές».
Από τη μεριά μας, θα θέλαμε να σημειώσουμε κάποια ζητήματα:
1) Καταρχάς, είναι θετικό το γεγονός ότι μια νεολαία αρνείται να γίνει κομπάρσος της ολοκλήρωσης της μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ σε φορέα της επίθεσης και απολογητής των μνημονίων, όπως ενδεχομένως θα επιθυμούσε η ηγεσία του. Στην πλειονότητα της, τουλάχιστον, διότι δεν έλειψαν και διαφορετικές στάσεις με μερικούς να παρουσιάζονται «μνημονιακότεροι των μνημονιακών». Θα ήταν απολύτως ασύμβατο με τη θέση και την κατάσταση της νεολαίας σήμερα, όταν αυτή ασφυκτιά από την ανεργία, τις εργασιακές σχέσεις εκμετάλλευσης, τους ταξικούς φραγμούς, την ανελευθερία, την πλήρη αδυναμία να ζήσει όπως έχει ονειρευτεί, αυτοί που διακηρύσσουν ότι θέλουν να την εκφράσουν, να την καλούν να επιλέξει το δρόμο της υποταγής.
2) Παρόλα αυτά, εγείρονται αρκετά ζητήματα μόνο και μόνο από την χρονική στιγμή που επιλέχθηκε, αλλά και από τον τρόπο με τον οποίο γίνεται αυτή η κίνηση. Γιατί έπρεπε να προκηρυχθούν εκλογές για να πυροδοτηθούν αυτές οι εξελίξεις; Όλη η πορεία υποχωρήσεων του ΣΥΡΙΖΑ τα τελευταία χρόνια, τα «ανήκομεν εις την δύσιν», η «υγιής επιχειρηματικότητα», η συμφωνία της 20ης του Φλεβάρη, οι προσφορές βάσεων στους ΝΑΤΟϊκούς, τα πακέτα αντιλαϊκών μέτρων που πήγαιναν και έρχονταν όλον αυτόν τον καιρό, η ψήφιση των μνημονιακών προαπαιτούμενων σε συνθήκες άγριας καταστολής, αλλά και του ίδιου του τρίτου μνημονίου μέσα στο κατακαλόκαιρο, δεν ήταν αρκετά;
Ακόμα, ενώ σωστά αναφέρεται πως είναι αναγκαία μια «βαθιά αυτοκριτική», γιατί δεν δίνεται έστω κάποιο δείγμα γραφής σε αυτήν την κατεύθυνση; Και τι νόημα έχουν προτάσεις όπως η ακόλουθη: «η προκήρυξη των εκλογών, με τις ευλογίες μάλιστα των δανειστών, πριν την πραγματοποίηση του έκτακτου συνεδρίου που είχε αποφασίσει η ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ, κλείνει κάθε συζήτηση περί απεγκλωβισμού του ΣΥΡΙΖΑ από το μνημονιακό μονόδρομο στον οποίο εισέρχεται μέρα με τη μέρα». Αλήθεια; Και εμείς που νομίζαμε ότι υπήρχε ακόμα κάποια ικμάδα ελπίδας!
Ματαιώνοντας το έκτακτο συνέδριο, λοιπόν, τους έκλεισαν «κάθε συζήτηση περί απεγκλωβισμού». Δηλαδή, αυτή η συζήτηση ήταν «ανοικτή» και δεν το καταλάβαμε; Αυτό, βέβαια, μαρτυρά την ύπαρξη μιας συνολικότερης τακτικής ορισμένων τάσεων και απόψεων μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ. Που εξηγεί εν μέρει και διάφορα αλλοπρόσαλλα του τύπου «καταψηφίζουμε τα μνημόνια, στηρίζουμε την κυβέρνηση». Αυτή η τακτική είναι εμφανές ότι διέπει και την απόφαση του Κ.Σ. του Ιουλίου, την οποία, μάλιστα, θεωρούν και την «βάση της αυτοκριτικής» τους. Φυσικά, όχι μόνο ο Τσίπρας δεν δέχτηκε να τον «απεγκλωβίσουν», αλλά τους έδειξε και την πόρτα της εξόδου.
3) Όλα αυτά δεν τα λέμε προφανώς από «εκδικητικότητα», αν και δεν είμαστε από αυτούς που πιστεύουν ότι σε κάτι τέτοιες περιπτώσεις αξίζει να επιδεικνύεται επιείκεια. Αλλά γιατί το μερίδιο ευθύνης για τις εξελίξεις που βιώνουν σήμερα ο λαός και η νεολαία είναι αναμφισβήτητα μεγάλο. Η επένδυση των πάντων από τη Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ όλο το προηγούμενο διάστημα στην κυβερνητική προοπτική, τα «εδώ και τώρα», οι εύκολες λύσεις που προέβαλλαν, από κοινού και με διάφορες άλλες συμπληρωματικές απόψεις και πολιτικές δυνάμεις, συνέβαλαν τα μέγιστα στον αφοπλισμό του κινήματος της νεολαίας. Όχι μόνο πριν, αλλά και αφού ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε την διακυβέρνηση, οι αυταπάτες έδιναν και έπαιρναν και σήμαναν, μεταξύ άλλων, και την αναχώρηση της από σημαντικά μέτωπα αντιπαράθεσης με το σύστημα, όπως το φοιτητικό κίνημα και οι σύλλογοι.
Και όλα αυτά σε μια περίοδο που οι καταστάσεις που διαμορφώνονται στο εσωτερικό της νεολαίας τείνουν να προσλάβουν εκρηκτικά χαρακτηριστικά. Κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά το πώς θα μετασχηματιζόταν η συσσωρευμένη οργή της από τα συνεχώς διογκούμενα προβλήματα αν συναντιόταν με μια Αριστερά που έπαιζε πραγματικά τον ρόλο της. Μπορούμε να πούμε, όμως, ευθαρσώς ότι κάποιοι φρόντισαν συστηματικά να έχουν αυτή τη νεολαία στη γωνία. Γιατί στη «μεγάλη πορεία» για τα έδρανα και τα υπουργεία διαμέσου κάθε κάλπης που στήθηκε τα τελευταία χρόνια (και σε αυτήν συμπεριλαμβάνουμε και το δημοψήφισμα, όσο και αν δυσαρεστούμε μερικούς) δεν χωρούν οι πραγματικές αναταραχές. Αλλά ας όψονται ορισμένοι, διότι την ροή των πραγμάτων, τις τάσεις για ξεσπάσματα και συγκρούσεις, μπορεί προσωρινά να τα ανακόπτουν, δεν μπορούν, όμως, να τα καταργήσουν.
Πέραν αυτών, όλο το προηγούμενο διάστημα η Νεολαία Σύριζα δεν υπήρξε καθόλου φειδωλή στην προσπάθεια παροχής άλλοθι στην κυβέρνησή της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα; Τα απαράμιλλης προκλητικότητας «ζητάμε την παραίτηση Πανούση, αλλά δεν μεμφόμαστε την πολιτική της κυβέρνησης» που γράφονταν στις ανακοινώσεις τους. Όταν, μάλιστα, είχε προηγηθεί το τσάκισμα των κινητοποιήσεων στις Σκουριές και η εισβολή των ΜΑΤ στην πρυτανεία του ΕΚΠΑ, με τη σύμφωνη γνώμη και… υψηλή επίβλεψη από τον ίδιο τον πρωθυπουργό.
4) Όταν μιλάμε για τους απολογισμούς που πρέπει να γίνουν στην Αριστερά για όλη την περίοδο που προηγήθηκε, υπάρχει μια μεγάλη «εκκρεμότητα». Γύρω από αυτήν μέχρι στιγμής εξελίσσεται μια συνωμοσία σιωπής, λες και όλα που αφορούν το συγκεκριμένο ζήτημα είναι «καλώς καμωμένα». Ποια είναι αυτή;
Λέμε συχνά, και σωστά, πως η λήξη της μεγάλης απεργίας στις 12 του Φλεβάρη το 2012 σηματοδότησε το τέλος της αγωνιστικής διετίας 2010-2012 και την είσοδο σε μια περίοδο κινηματικής υποχώρησης, με κάποιες, φυσικά, εξαιρέσεις. Καθοριστικό ρόλο σε αυτό διαδραμάτισε η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, οι αυταπάτες που έσπειρε, οι υποσχέσεις για «επιστροφή στην προτεραία κατάσταση» και άλλα που έχουμε επισημάνει. Καθόλου αμελητέα δεν ήταν, επίσης, και η «συνεισφορά» του μεγαλύτερου μέρους της Αριστεράς, κοινοβουλευτικής και μη, που κινήθηκε σε ανάλογη κατεύθυνση.
Οι βάσεις, όμως, για αυτήν την εξέλιξη είχαν αρχίσει να τίθενται από πιο πριν. Και συγκεκριμένα, κομβικό σταθμό αποτέλεσαν οι πλατείες του 2011, όπου ο ΣΥΡΙΖΑ ξεδίπλωσε όλα αυτά τα στοιχεία της πολιτικής του. Για να το κάνει αυτό έπρεπε να συντρέχουν κάποιες προϋποθέσεις: να συμπλεύσει με το απολίτικο, αντιοργανωτικό κλίμα που υπήρχε. Να ντυθεί «ακομμάτιστος», από κοινού με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, και να χαϊδέψουν μαζί κάθε λογής αντιδραστικές συμπεριφορές που εμφανίζονταν. Συμπεριφορές που έφταναν μέχρι και σε πεσίματα και τραμπουκισμούς σε οργανώσεις, όπως το ΚΚΕ(μ-λ), που επέμεναν να παρεμβαίνουν ανοιχτά και θαρρετά, να λένε την άποψή τους και να παλεύουν για τον αγωνιστικό προσανατολισμό αυτού του μεγαλειώδους ξεσηκωμού, αλλά ακόμα και σε σωματεία εργαζομένων. Να υποβοηθηθεί από τη στάση αναχώρησης, σνομπαρίσματος και περιφρόνησης των λαϊκών μαζών που ακολούθησε το ΚΚΕ. Μέσω όλων των παραπάνω, αυτό που κατάφερε τελικά ήταν να εμποδίσει τη συνάντηση του εργατικού στοιχείου με το κίνημα των πλατειών και την εξαφάνιση κάθε κομμουνιστικής αναφοράς από αυτό. Και σε όλα αυτά η Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ πρωτοστάτησε.
5) Μπορεί η εν μια νυκτί μετατροπή της στάσης στήριξης της κεντρικής γραμμής του ΣΥΡΙΖΑ για την «Ε.Ε. που αλλάζει» στην άποψη για «αποδέσμευση» να κινείται, επίσης, σε θετική κατεύθυνση, αλλά δεν πρέπει να δοθούν και κάποιες εξηγήσεις για το τι μεσολάβησε και τους έκανε να αλλάξουν την άποψή τους; Δεν μπορούσαν να τα δουν όλα αυτά από τα πριν; Ακόμα περισσότερο, πιστεύουμε ότι είναι λειψή, όταν δεν συνοδεύεται από την αναγνώριση της πραγματικότητας της εξάρτησης της χώρας και των καθηκόντων της αντιιμπεριαλιστικής πάλης που απορρέουν από αυτήν για το λαϊκό κίνημα. Στο πλαίσιο αυτής της πάλης, οι στόχοι για έξοδο από την Ε.Ε., αλλά και το ΝΑΤΟ (που πολλές φορές ξεχνιέται στο ψάξιμο «σημείων εκκίνησης του κοινωνικού μετασχηματισμού»), μπορούν να τεθούν στην ημερήσια διάταξη μόνο ως αποτέλεσμα της κορύφωσης της συγκρότησης των εργατικών-λαϊκών δυνάμεων στο ανώτερο επίπεδο. Εντός μιας επαναστατικής διαδικασίας συνολικού σπασίματος των δεσμών της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης, σε άρρηκτη σχέση με την κοινωνική απελευθέρωση και την ανατροπή του σάπιου συστήματος.
Αποτελούν στρατηγικούς στόχους για το εργατικό-λαϊκό κίνημα και μόνο ως τέτοιοι μπορούν να αντιμετωπιστούν στα σοβαρά. Οι γενικόλογες αναφορές σε αυτούς, οι «μάχες διατυπώσεων» που παρατηρούμε κατά καιρούς, η προσέγγισή τους ως τακτικά ζητήματα από ένα ολόκληρο φάσμα δυνάμεων, όχι μόνο δεν αποτελούν συμβολή στην υλοποίησή τους, αλλά συνιστούν ακύρωσή τους εν τη πράξει, όσο και αν ορκίζονται κάποιοι σε αυτούς. Ακριβώς γιατί μόνο η αποδοχή των παραπάνω, ο προσδιορισμός της κύριας αντίθεσης (ιμπεριαλισμός-λαός) και της βασικής (κεφάλαιο- εργασία), αλλά και της σχέσης που υπάρχει μεταξύ τους, η αναγνώριση του καθ’ ύλην αρμόδιου για αυτά στην εργατική τάξη, μπορούν να θέσουν τις βάσεις από το σήμερα για την οικοδόμηση των αναγκαίων πολιτικών-ιδεολογικών-οργανωτικών προϋποθέσεων μέσα σε μια πορεία αντιστάσεων και διεκδικήσεων.
Όταν, ακόμα, διαιωνίζεται μια άποψη για την «προοπτική της αριστερής κυβέρνησης που έδωσε πολιτική διέξοδο στους αγώνες της προηγούμενης περιόδου», όχι μόνο δεν προμηνύεται κάτι το «ρηξικέλευθο», αλλά μάλλον επιστροφή στο «μια από τα ίδια» του κυβερνητισμού και των ψευδαισθήσεων που καθήλωσαν τους αγώνες.
6) Συναφής, βέβαια, τόσο με τα προηγούμενα, όσο και με την αποθέωση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος, το οποίο φάνηκε στην πράξη πόσο κάλπικο ήταν, είναι η πολιτική γραμμή και στάση μιας σειράς δυνάμεων, όπως η Λαϊκή Ενότητα, αλλά και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Μια πραγματική αποτίμηση, όμως, της περιόδου που προηγήθηκε δεν μπορεί παρά να αναγνωρίζει ότι αυτό που χρεοκόπησε και κατέρρευσε παταγωδώς δεν ήταν μόνο το «φαινόμενο ΣΥΡΙΖΑ», αλλά συνολικά η λογική του «μεταβατικού προγράμματος» που συνέχει αυτούς τους χώρους, παρά τις διαφοροποιήσεις τους. Η λογική των «ρήξεων» και των «μετασχηματισμών» εντός του πλαισίου της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης και αστικής κυριαρχίας, όσο και αν η πλειοδοσία «αντικαπιταλιστικής» φρασεολογίας επιχειρεί να την κρύψει. Επομένως, θεωρούμε ότι καμία ριζοσπαστική αναζήτηση δεν μπορεί να φτάσει ούτε στα μισά του δρόμου, αν αυτό που τη χαρακτηρίζει είναι απλά μια τάση «ακουμπίσματος» σε υπαρκτές μεν, αλλά χρεοκοπημένες συνταγές.
Σε κάθε περίπτωση, πιστεύουμε ότι η ίδια η πραγματικότητα όπως αποκαλύπτεται, καθώς και το ξεδίπλωμα της επίθεσης του συστήματος, θα συνεχίσουν να αναδιατάσσουν τον χάρτη των πολιτικών δυνάμεων, θα αναγκάζουν όλο και περισσότερους να παίρνουν θέση, να τροποποιούν ή και να αναιρούν απόψεις. Γι’ αυτό και είμαστε βέβαιοι για την αναγκαιότητα της συζήτησης που πρέπει να ανοίξει στους κόλπους της Αριστεράς, με την απαραίτητη κριτική και αυτοκριτική και με το βλέμμα πάντα στραμμένο στις ανάγκες της πάλης του λαού και της νεολαίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου