Γράφει ο Στωικός
Οι ρόλοι του καλού και του καλού μπάτσου είναι γνωστοί στην ελληνική κοινωνία. Ο ένας –ο κακός– είναι ο σκληρός, αυτός που εξασκεί ψυχολογική –και ενίοτε και σωματική– βία, προκειμένου να αποσπάσει την ομολογία του κατηγορούμενου.
Ο άλλος –ο «καλός» μπάτσος– είναι το αντίθετο του πρώτου. Μειλίχιος, ευγενικός, με το χαμόγελο στα χείλη, προσπαθεί να κερδίσει την εμπιστοσύνη του κατηγορούμενου, να τον κάνει να αισθανθεί άνετα, να χαλαρώσει από την πίεση και τελικά να ομολογήσει…
Το θέμα της ομολογίας είναι αυτό που ενώνει τον «καλό» με τον «κακό» μπάτσο. Επιδιώκουν τον ίδιο στόχο. Μόνο που ο καθένας και κατόπιν συνεννόησης, ακολουθεί διαφορετική τακτική.
Στην ελληνική πολιτική σκηνή τον ρόλο του «κακού» μπάτσου, τον έπαιξε το προηγούμενο διάστημα ο Α. Σαμαράς. Ως διαχειριστής των πολιτικών του μνημονίου, ο τέως πρωθυπουργός, ήταν ο «σκληρός», ο «άνδρας» ο «τσαμπουκάς» που προωθούσε τα μνημονιακά μέτρα χωρίς να υπολογίζει τις κοινωνικές αντιδράσεις. Ήταν ο άνθρωπος που «καθάρισε» με την απεργία της «Χαλυβουργίας», που έβγαλε τα ΜΑΤ στους δρόμους για να καταστείλει τις κοινωνικές αντιδράσεις, που μέσα σε μία νύχτα έριξε «μαύρο» στην ΕΡΤ (δεν θα σχολιάσουμε το γεγονός, ότι ο «πολύ άνδρας» Σαμαράς, «έκανε την κότα» μπροστά στη Μέρκελ).
Ερχόμαστε τώρα στον «καλό» μπάτσο. Αυτός ο ρόλος δικαιωματικά ανήκει στον Αλ. Τσίπρα, ο οποίος εμφανίζεται στην πολιτική πιάτσα, ως το «καλό παιδί», ο συγκαταβατικός, ο άνθρωπος που έχει το χάρισμα να πιάνει τον σφυγμό του απλού λαού, να συνομιλεί μαζί του…
Όπως καταλαβαίνει ο αναγνώστης, στην προκειμένη περίπτωση έχουμε δύο πρόσωπα, που τους ενώνει η διαχείριση του συστήματος, του καπιταλιστικού συστήματος και πιο συγκεκριμένα η εφαρμογή των λαοκτόνων μνημονίων, τους διαφοροποιεί όμως ο τρόπος επικοινωνιακής διαχείρισης μιας δύσοσμης, βαθιά ταξικής πολιτικής.
Ο ένας –ο Α, Σαμαράς– προσπάθησε να εφαρμόσει αυτή τη σκληρή πολιτική, σφάζοντας στο γόνατο. Ο άλλος –ο Αλ. Τσίπρας– επιδιώκει τον ίδιο ακριβώς σκοπό, και σε ρόλο του δολοφόνου με το αγγελικό πρόσωπο, επιχειρεί να πνίξει το λαό στη χρυσόσκονη.
Προγραμματικές δηλώσεις
ή πώς σφάζουν με το βαμβάκι
Αυτό ακριβώς επιχείρησε ο Αλ. Τσίπρας, στην παρουσίαση των προγραμματικών δηλώσεων της Κυβέρνησης τη Δευτέρα 5/10 στη Βουλή. Να πλασάρει τις σκληρές ανάλγητες πολιτικές λιτότητας του 3ου μνημονίου, ως… αριστερές, προοδευτικές, ριζοσπαστικές, οι οποίες μάλιστα –αν έχει το θεό του- θα συναντήσουν την αντίδραση της οικονομικής ολιγαρχίας και των νεοφιλελεύθερων δυνάμεων.
Εγχείρημα ιδιαίτερα δύσκολο, αν αναλογιστούμε ότι τις ημέρες αυτές δημοσιοποιήθηκε και το Προσχέδιο του Κρατικού Προϋπολογισμού του 2016, όπου σε ξεχωριστούς πίνακες προσδιορίζεται το ύψος των φόρων και των περικοπών κοινωνικών κατά βάση δαπανών για τη διετία 2015–2016, οι οποίες ανέρχονται στα 6,4 δις. ευρώ! Ποσό το οποίο προβλέπεται να είναι ακόμα μεγαλύτερο, καθώς, στη συνέχεια αναφέρεται, ότι η Σύμβαση Οικονομικής Συμφωνίας (μνημόνιο) περιλαμβάνει μια σειρά από παρεμβάσεις «των οποίων οι δημοσιονομικές επιπτώσεις στα έσοδα του Τακτικού Προϋπολογισμού είτε δεν είναι μετρήσιμες είτε η διαδικασία ποσοτικοποίησης τους δεν έχει ολοκληρωθεί προς το παρόν».
Μεταξύ των παρεμβάσεων αυτών, περιλαμβάνονται, η φορολόγηση των αγροτών και η κατάργηση του ανώτατου ορίου του 25% επί των μισθών και των συντάξεων για τις κατασχέσεις και τη μείωση όλων των ορίων για τις κατασχέσεις. Καταλαβαίνει κανείς τι γίνεται.
Και ερχόμαστε τώρα στις Προγραμματικές δηλώσεις, οι οποίες είναι κυριολεκτικά δηλητηριώδεις.
Κατ΄ αρχάς ο κ. Πρωθυπουργός, ούτε λίγο ούτε πολύ ανέφερε, ότι το εν εξελίξει έγκλημα που διαπράττει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ τυγχάνει της επιδοκιμασίας του ελληνικού λαού.
Ανέφερε συγκεκριμένα: «Ο ελληνικός λαός με την ετυμηγορία του μας έδωσε εντολή σταθερότητας, μια ισχυρή εντολή για κυβέρνηση τετραετίας μετά τη δύσκολη περίοδο της διαπραγμάτευσης. Μέσα σε αυτή την τετραετία έχουμε την ξεκάθαρη εντολή, πέραν της εφαρμογής των συμφωνηθέντων προκειμένου να ξεφύγουμε μια ώρα αρχύτερα από την βάσανο της επιτροπείας, να ξεκινήσουμε και μια μεγάλη πορεία τομών, ρήξεων και μεταρρυθμίσεων προκειμένου να αλλάξουμε ριζικά την Ελλάδα, να αποκαταστήσουμε αδικίες, να ξεριζώσουμε ριζωμένες αντιλήψεις στο κράτος και την κοινωνία, να κινητοποιήσουμε τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία σε μια κατεύθυνση δημοκρατικής και παραγωγικής αναγέννησης της χώρας μας μετά από την προηγούμενη καταστροφική πενταετία».
Ας προσέξει ο αναγνώστης τη φράση «έχουμε ξεκάθαρη εντολή, πέραν της εφαρμογής των συμφωνηθέντων…». Τα συμφωνηθέντα βέβαια, είναι τα μέτρα του 3ου μνημονίου. Όπως θα δούμε στη συνέχεια οι «ρήξεις» και οι «μεταρρυθμίσεις» που επαγγέλλεται ο κ. Τσίπρας, δεν είναι παρά η εφαρμογή των κοινοτικών πολιτικών σε διάφορους τομείς της οικονομικής και κοινωνικής ζωής.
Αφού επισήμανε ότι με τη συμφωνία (3ο μνημόνιο) κατάφερε η κυβέρνηση να διασφαλίσει μια οικονομική σταθερότητα, στη συνέχεια μας εξηγεί τι θα επιδιώξει να πράξει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ–ΑΝΕΛ, εκμεταλλευόμενη την οικονομική αυτή σταθερότητα. «Με αυτές τις επιτυχίες ως παρακαταθήκη» –ανέφερε ο κ. Τσίπρας- «δεν μπορούμε πλέον να έχουμε άλλο στόχο από το να αξιοποιήσουμε αυτή τη σταθερότητα για να προχωρήσουμε στις ριζικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η χώρα και ο ελληνικός λαός. Διότι για μας σταθερότητα δεν σημαίνει στασιμότητα, δεν σημαίνει αναπαραγωγή κατεστημένων εξουσιών. Άλλο είναι το πρόσημο που εμείς επιδιώκουμε να δώσουμε στην έννοια της σταθερότητας. Θέλουμε η σταθερότητα να διασφαλίζει τους όρους για να πραγματοποιήσουμε τις μεγάλες προοδευτικές και ριζοσπαστικές τομές που έχει ανάγκη ο τόπος. Κι αυτό ακριβώς είμαστε αποφασισμένοι να κάνουμε».
Στην προκειμένη περίπτωση εμφανίζουν βαθιά αντιδραστικές πολιτικές επιλογές, ως «προοδευτικές» και «ριζοσπαστικές».
Ο τραγέλαφός βέβαια της υπόθεσης είναι ο πρωθυπουργικός ισχυρισμός ότι η εφαρμογή των πολιτικών του 3ουμνημονίου, θα βρει ισχυρή αντίσταση στην…οικονομική ολιγαρχία, καθώς, όπως υποστηρίζει: «γνωρίζουμε, βεβαίως, ότι σε αυτήν την προσπάθεια, ισχυρή αντιπολίτευση θα είναι το ολιγαρχικό καθεστώς, οι δυνάμεις της οικονομικής και κρατικής εξουσίας που ευθύνονται για τη σημερινή κατάσταση της χώρας, οι δυνάμεις του παλιού και χρεοκοπημένου καθεστώτος που θα κάνουν τα πάντα, ώστε σε αυτόν τον τόπο να μην αλλάξει τίποτα».
Παραπλανά το κοινό του ο κ. Τσίπρας. Τις συνέπειες των βάρβαρων πολιτικών επιλογών που έχει αρχίσει να υλοποιεί ήδη η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ–ΑΝΕΛ, δεν θα τις πληρώσει η οικονομική ολιγαρχία, αλλά ο λαός της χώρας.
Επιχείρησε επίσης να αντιπαρατεθεί με το «νεοφιλελευθερισμό» και στο θέμα της ανάπτυξης, καταγγέλλοντας τον πρώτο ότι επιδίωξε «το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας να πληρωθεί με μειώσεις μισθών, απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, δηλαδή εκκαθάριση και κλείσιμο των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και ουσιαστικά ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, ώστε να δημιουργηθούν οι όροι για ένα νέο κύκλο συσσώρευσης με υψηλή κερδοφορία για τις επιχειρήσεις».
Αντίθετα ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει «να μπει η πολιτική στο τιμόνι, ώστε να αμβλυνθούν οι συνέπειες της αυθόρμητης καταστροφικής κίνησης της οικονομίας και να μπουν οι βάσεις για ένα νέο οικονομικό και παραγωγικό μοντέλο, ένα νέο οικονομικό και παραγωγικό μοντέλου που θα στηρίζεται, αφενός, στην ενίσχυση και την προστασία του μισθού και της εργασίας με ταυτόχρονη αναδιανομή των φορολογικών βαρών, ώστε να στηριχθεί η ενεργός ζήτηση και αφετέρου θα στηρίζεται στην ενίσχυση της τεχνολογίας, της καινοτομίας, στην αξιοποίηση του υψηλών προσόντων ανθρώπινου δυναμικού της πατρίδας μας και στη βαθιά αλλαγή των διαδικασιών της δημόσιας διοίκησης, ώστε να στηριχθεί η ανταγωνιστικότητα και άρα η εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας».
Αυτός είναι ο κατά Τσίπρα δρόμος για την αποτελεσματικότερη στερέωση του εκμεταλλευτικού συστήματος, γιατί έτσι «θα δημιουργηθεί ένα βιώσιμο κοινωνικό, αλλά και επενδυτικό περιβάλλον, για να προσελκύσουμε ιδιωτικές επενδύσεις, χωρίς ταυτόχρονα, όμως, να καταδικαστούν τα μισθωτά στρώματα σε μακροχρόνια φτώχεια και εξάντληση».
Όλα αυτά βέβαια έχουν εντελώς φιλολογικό ενδιαφέρον, γιατί και οι νεοφιλελεύθεροι και οι –υποτίθεται– αντινεοφιλελεύθεροι του ΣΥΡΙΖΑ, ακολουθούν την ίδια πολιτική. Σάρωμα των κοινωνικών κατακτήσεων, τσάκισμα των μισθών και των συντάξεων.
Οι 20 μήνες της κόλασης
Οι σαρωτικές ανατροπές που μας επιφυλάσσουν, προβλέπεται να ολοκληρωθούν ως τον Ιούνη του 2017, σε είκοσι δηλαδή μήνες από σήμερα. Αναφέρεται συγκεκριμένα: «Η υλοποίηση αυτών των στόχων απαιτεί στρατηγικό σχέδιο και συντονισμένες ενέργειες. Η υλοποίηση της Συμφωνίας είναι μεν αναγκαία συνθήκη, αλλά από μόνη της δεν είναι και ικανή. Χρειάζεται ένα πλέγμα παράλληλων ενεργειών με χρονικό ορίζοντα ως το πρώτο εξάμηνο του 2017, τους επόμενους δηλαδή είκοσι κρίσιμους μήνες»
Πρώτο και καθοριστικό βήμα «να προχωρήσουμε χωρίς χρονοτριβή στην πρώτη αξιολόγηση του προγράμματος» επειδή «η επιτυχής ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης είναι το κλειδί που θα ανοίξει την πόρτα της αναγκαίας απομείωσης του χρέους αλλά και της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών…». Και η περιβόητη αξιολόγηση η οποία πρόκειται να ξεκινήσει σε λίγες ημέρες, θα είναι ιδιαίτερα οδυνηρή, ενώ πυκνώνουν οι φωνές από τις Βρυξέλλες, που μιλούν και για επιπλέον μέτρα.
Οι προτεραιότητες που τίθενται μετά την «επιτυχή αξιολόγηση» είναι
α) η απομείωση του χρέους (αν γίνει, θα γίνει με τους όρους των δανειστών, αλλά ας κρατάμε και μικρό καλάθι)
β) η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών
γ) η δημιουργία ευνοϊκού περιβάλλοντος για την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων.
Και οι τρεις στόχοι εξυπηρετούν τις σημερινές ανάγκες του κεφαλαίου για έξοδο από την κρίση, ενώ το λογαριασμό θα κληθούν να τον πληρώσουν και πάλι τα λαϊκά στρώματα.
Ενδιαφέρον έχει η επιχειρηματολογία για την ανάγκη απομείωσης του χρέους: «Το προφίλ του ελληνικού χρέους μετά το 2022» -σημειώνεται στην ομιλία– «δεν εμπνέει ακόμη επενδυτική εμπιστοσύνη και, άρα, έτσι υπονομεύονται οι δυνατότητες για προσέλκυση στρατηγικών επενδυτών στη χώρα μας».
Στο σημείο αυτό, έχουμε πλήρη ανατροπή της επιχειρηματολογίας του ΣΥΡΙΖΑ. Το χρέος θα πρέπει να μειωθεί – λένε σήμερα – για να γίνει η Ελλάδα ελκυστικός τόπος για τις ξένες επενδύσεις.
«Το χρέος θα πρέπει να μειωθεί» –έλεγαν χθες–επειδή «είναι παράνομο, απεχθές, επονείδιστο» κλπ, κλπ.
Στο θέμα της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών – όπου διατίθενται κεφάλαια ύψους 25 δις. ευρώ τα οποία θα τα πληρώσει ο λαός μέσω της φορολογίας και είναι η τρίτη κατά σειρά, αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι «οι τράπεζες που θα χρειαστούν ανακεφαλαιοποίηση με χρήματα του ελληνικού Δημοσίου θα έχουν και το αντίστοιχο μάνατζμεντ».
Αυτό είναι το τυράκι στη φάκα, προκειμένου η νέα χρηματοδότηση των ιδιωτικών τραπεζών με δημόσιο χρήμα, να γίνει πιο εύπεπτη. Αλλά και εδώ ας κρατήσουμε μικρό καλάθι, δεδομένου ότι για το ποια πρόσωπα θα βρεθούν στις διοικήσεις των τραπεζών, δεν θα το αποφασίσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ αλλά το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και πιο συγκεκριμένα το Βερολίνο, το οποίο έχει και τον τελευταίο λόγο για όλα.
Όσο για την προσέλκυση ξένων ιδιωτικών επενδύσεων –διακαής πόθος όλων των κυβερνήσεων από τη δεκαετία του 80 και μετά– θα συγκροτηθεί ειδικός φορέας προσέλκυσης επενδύσεων, κάτι δηλαδή σαν το «fast track» που είχε συγκροτήσει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 2010–2012.
Και εδώ έχουμε πλήρη προσαρμογή του ΣΥΡΙΖΑ στη λογική της καπιταλιστικής αγοράς. Την ανάπτυξη της χώρας την αναμένουν από την προσέλκυση ξένου ιδιωτικού κεφαλαίου, και όχι από ένα πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης, που θα έχει τα στοιχεία της ρήξης και της σύγκρουσης με το μονοπωλιακό κεφάλαιο, το οποίο ευθύνεται και για την τελευταία κρίση, αλλά και την γενικότερη στασιμότητα και το βάλτωμα της ελληνικής οικονομίας.
Τα «ανοιχτά» σημεία του μνημονίου
Ενδιαφέρον έχει ο ελιγμός που επιχείρησε ο κ. Τσίπρας, στα αποκαλούμενα ανοιχτά θέματα του μνημονίου, για τα οποία, υποτίθεται, ότι η κυβέρνηση θα επιδιώξει να βρει ισοδύναμα προκειμένου να μην εφαρμοστούν,
Αυτά είναι:
α) τα «κόκκινα» δάνεια
β) οι νέες ανατροπές στην αγορά εργασίας
γ) η ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ και του ΑΔΜΗΕ
δ) η εκποίηση της δημόσιας περιουσίας.
Στο σημείο αυτό ο κ. πρωθυπουργός επιστράτευσε την υποκριτική του τέχνη. Ο ίδιος γνωρίζει πολύ καλά, ότι το εφεύρημα των περίφημων ισοδυνάμων, δεν ήταν τίποτα περισσότερο από ένα τέχνασμα, ένα επικοινωνιακό τρικ, προκειμένου να κερδίσει χρόνο και να του δοθεί η δυνατότητα –σε προεκλογική μάλιστα περίοδο– να ισχυριστεί, ότι οι δανειστές μας ζητάνε αίμα, αλλά εμείς θα επιδιώξουμε να αντικαταστήσουμε το αίμα με ισοδύναμα…
Έτσι π.χ. γνώριζε ότι το θέμα της προστασίας της πρώτης κατοικίας από τους πλειστηριασμούς, ήταν από την αρχή χαμένο, όπως και το θέμα των «κόκκινων» δανείων, τα οποία, κατά πάσα πιθανότητα, θα καταλήξουν στα αρπακτικά των «distressfunds». Το ίδιο ισχύει και για τις νέες ανατροπές στην αγορά εργασίας (πλήρη απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, επί της ουσίας απαγόρευση της δυνατότητας των εργαζομένων να προκηρύσσουν απεργίες), της ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ και του ΑΔΜΗΕ, όπως και γιγαντιαίων διαστάσεων εκποίηση της δημόσιας περιουσίας, όπου σειρά προτεραιότητας έχουν τα δύο μεγάλα λιμάνια της χώρας (ΟΛΠ και ΟΛΘ), τα περιφερειακά αεροδρόμια, το Ελευθέριος Βενιζέλος, το Ελληνικό και πάει λέγοντας.
Σαν έξυπνος άνθρωπος που είναι, έχει καταλάβει, ότι το βάρος της προώθησης των σκληρών και ιδιαίτερα βίαιων αυτών μνημονιακών μέτρων, είναι πολύ μεγάλο για να το σηκώσει από μόνος του ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και το πολιτικό κόστος για το κόμμα αυτό θα είναι επίσης πολύ μεγάλο.
Και μπροστά στα δύσκολα, ζήτησε τη στήριξη και τη συναίνεση των άλλων κομμάτων της αστικής αντιπολίτευσης, ώστε και τα ειδεχθή αυτά μέτρα να εφαρμοστούν, αλλά και το πολιτικό κόστος να επιμεριστεί σε όλους.
Όπως όμως ήδη γνωρίζουμε, τα κόμματα αυτά, κινούμενα από το ένστιχτο της πολιτικής αυτοσυντήρησης, απέρριψαν τις κυβερνητικές προτάσεις για συμπόρευση και της διαμήνυσαν ότι αυτή θα πρέπει, μόνη της, να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά. Έστω και αν καεί…
Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο Επιστροφής στην Ανάπτυξη
ή πώς βαθαίνουν οι αντιλαϊκές ανατροπές
Στο σχέδιο αυτό ενσωματώνονται οι ανατροπές στο φορολογικό σύστημα, η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων, όπως και οι βίαιες ανατροπές στη δημόσια διοίκηση.
Τις νέες ανατροπές στο φορολογικό σύστημα, ο κ. Τσίπρας τις εμφάνισε σαν «ριζοσπαστική φορολογική μεταρρύθμιση». Τόσο ριζοσπαστική, ώστε να προβλέπει την κατάργηση όλων –όσων έχουν εναπομείνει– φορολογικών απαλλαγών, τη δημιουργία νέας αντιδραστικότερης φορολογικής φορολογικής κλίμακας Φυσικών Προσώπων, αλλά και νέας επαχθέστερης κλίμακας για Κληρονομιές, Δωρεές και Γονικές Παροχές.
Στους Έλληνες καπιταλιστές έδωσε υποσχέσεις για απορρόφηση των κονδυλίων του ΕΣΠΑ, αλλά και για ψήφιση νέου αναπτυξιακού νόμου που – όπως κάθε «αναπτυξιακός» - θα χορηγεί ζεστό δημόσιο χρήμα στις ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Ενδιαφέρον έχει και η προσπάθεια δελεασμού των αγροτών –τους οποίους η κυβέρνηση κυριολεκτικά σταυρώνει με τη φορολογική πολιτική– κάνοντας λόγο για αξιοποίηση συνολικών πόρων 20 περίπου δις. ευρώ στην προγραμματική περίοδο 2015–2021. Και αφού πρώτα τους γλυκαίνει με τον πακτωλό των χρημάτων, στη συνέχεια περνάει στην ουσία της υπόθεσης, κάνοντας λόγο για τον επανακαθορισμό «της έννοιας ”αγρότης κατά κύριο επάγγελμα”, με στόχο τη διαφορετική φορολογική μεταχείριση και τον πραγματικό προσδιορισμό του εισοδήματος των κατόχων αγροτικών εκμεταλλεύσεων μέσα από την τήρηση βιβλίων εσόδων-εξόδων…». Με άλλα λόγια, οι αγρότες θα φορολογούνται σαν ελεύθεροι επαγγελματίες με συντελεστή φόρου 26% από το πρώτο ευρώ. Χαράς ευαγγέλια.
Στο θέμα των αλλαγών της Δημόσιας Διοίκησης, όπου πρόκειται να γίνουν αγριότητες, ο κ. Τσίπρας ακολουθεί την ίδια τακτική. Στην αρχή καλοπιάνει τους δημόσιους υπάλληλους λέγοντας ότι «θέλουμε μια Δημόσια Διοίκηση δημοκρατική, διαφανή, αδιάβλητη, τεχνολογικά εκσυγχρονισμένη, αντιγραφειοκρατική και στο τέλος της ημέρας κοινωνικά ανταποδοτική, δίπλα στον πολίτη».
Αμέσως μετά εξηγεί πως θα γίνουν όλα αυτά τα ωραία. Έχουμε λοιπόν και λέμε: «εξορθολογισμός των οργανογραμμάτων των υπουργείων και αξιολόγηση των εποπτευόμενων φορέων», «απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης των νέων επιχειρήσεων». Στο όνομα του σεβασμού και την αναγνώριση του ρόλου των δημοσίων υπαλλήλων, προχωρούν άμεσα «στην υιοθέτηση νέου θεσμικού πλαισίου αξιολόγησης, αλλά και σε νέο, σύγχρονο και αποτελεσματικό πειθαρχικό δίκαιο που θα διέπεται από τις αρχές τις επιείκειας και της ακριβοδικίας».
Επίσης: «Προχωρούμε άμεσα στη θέσπιση ενός δυναμικού και ευέλικτου συστήματος εσωτερικής κινητικότητας στο δημόσιο τομέα».
Με άλλα λόγια ο κ.Τσίπρας περιέγραψε με εύπεπτο τρόπο τις αντιδραστικές αλλαγές στη δημόσια διοίκηση που περιέχονται στο 3ο μνημόνιο.
Και το κερασάκι στην τούρτα, δεν θα μπορούσε παρά να είναι το ασφαλιστικό–συνταξιοδοτικό, όπου ο κ. πρωθυπουργός ανακοίνωσε ότι «επιλέγουμε να μεταρρυθμίσουμε το ασφαλιστικό σύστημα συνολικά, προστατεύοντας το επίπεδο των παροχών».
Πώς προστατεύουν το επίπεδο των παροχών, το εξήγησε ο αρμόδιος υπουργός Εργασίας, ο οποίος γνωστοποίησε τις προθέσεις της κυβέρνησης, να προχωρήσει στον σφαγιασμό όσων συντάξεων υπερβαίνουν τα 1000 ευρώ (αθροιστικά κύριων και επικουρικών).
Πηγή:Εργατικός Αγώνας
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου