Του Πάσχου Λαζαρίδη.
Εν χορδαίς και οργάνοις η κυβέρνηση και ο μιντιακός συρφετός της, ανακοίνωσαν ότι “θα παίξουν το θέμα βία, γιατί εκτιμούν ότι θα καμφθεί ο ΣΥΡΙΖΑ”.
Μιας αδέκαστης δημοσιογράφου, ενός αδέκαστου σταθμού, της ξέφυγε στον αέρα ότι υπήρξε απόφαση για τη σχετική επικοινωνιακή στρατηγική. Βεβαίως επικοινωνιακή στρατηγική δεν γίνεται με ιδέες. Γίνεται με εκμετάλλευση γεγονότων, πράξεων, περιστατικών.
Ανακαλύφθηκε λοιπόν η Βίλα Αμαλίας. Αν και πέρασε ένας Χρυσοχοϊδης και ένας Πολύδωρας, χρειάστηκε ένας Δένδιας στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης για να ανακαλύψει μια εικοσαετή κατάληψη. Τις επόμενες μέρες υπήρξε βροχή από γκαζάκια, μολότοφ και σφαίρες. Δεν χρειαζόταν ιδιαίτερη σοφία για να προβλεφθεί μια τέτοια εξέλιξη.
Από ένα σημείο και μετά είναι προφανές ότι δεν υπάρχει απλά στρατηγική της έντασης. Υπάρχει στρατηγική του παρακράτους, το οποίο μάλιστα παρακράτησε. Μιλώντας προκλητικά, τα γκαζάκια και οι σφαίρες είτε ακολουθούν τις επιθυμίες του Σαμαρά, είτε ακολουθούν τις επιθυμίες του Τσίπρα. Αν η περίοδος ήταν διαφορετική, ίσως μπορούσαμε να σκεφτούμε και τρίτη επιλογή. Οι μέρες όμως είναι φορτισμένες.
Δεν είναι προφανές ποιος οργανώνει, είναι όμως προφανές ποιος κερδίζει από αυτή την ιστορία. Ποιος -τελικά- επιτίθεται και ποιος αμύνεται. Ποιος κλιμακώνει και ποιος υποχωρεί. Ποιος γουστάρει κάθε ξημέρωμα αν έχουν προηγηθεί νυχτερινές επιδρομές, και ποιος τρομοκρατείται. Δεν χρειάζεται πολύ μυαλό. Στοιχειώδης λογική απαιτείται.
Υπάρχει βεβαίως περίπτωση να πρόκειται απλά για ένα χώρο που βίαια επιχειρεί να αντιπαρατεθεί στο αστικό κράτος. Που δεν ενδιαφέρεται ούτε για τον Σαμαρά ούτε για τον Τσίπρα. Μπορείς όμως να προβλέψεις με μαθηματική βεβαιότητα τις αντιδράσεις αυτού του χώρου μετά τις επιχειρήσεις του αστυνομικού κράτους στις Καταλήψεις και στα Πανεπιστήμια. Ορισμένες φορές, για να μπουν γκαζάκια δεν χρειάζεται το κράτος να πάρει τηλέφωνο το παρακράτος. Αρκεί ένα ντου.
Μέχρι και ένας Σίμος Κεδίκογλου, θα μπορούσε να το προβλέψει.
Μέχρι και ένας Σίμος Κεδίκογλου, θα σκεφτόταν να κλιμακώσει την παρακρατική επίθεση με την κάτωθι δήλωση:
“Από τις εμπρηστικές δηλώσεις μέχρι τις εμπρηστικές επιθέσεις η διαφορά είναι πολύ μικρή”.
Τουτέστιν η Αριστερά και το λαϊκό κίνημα οφείλει να το βουλώσει, γιατί οποιαδήποτε αντιμνημονιακή δήλωση, οποιοσδήποτε αντιπολιτευτικός λόγος, χαρακτηρίζεται ως “εμπρηστική δήλωση” που επιφέρει “εμπρηστική επίθεση” και άρα είναι όχι μόνο παράνομος αλλά και επικίνδυνος.
Και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος συνέχισε: “πρέπει να υπάρξει πλήρης αποκήρυξη της βίας και της φραστικής βίας”.
Ποια καλύτερη, καθαρότερη και δημόσια παραδοχή μπορεί να υπάρξει για τον πραγματικό στόχο των επιθέσεων; Από αυτό το σημείο μέχρι τον τυπικό εκφασισμό η απόσταση έχει πλέον ελαχιστοποιηθεί.
Οι καταλήψεις ήταν η παράπλευρη απώλεια της κυβερνητικής επιχείρησης εναντίον της Αριστεράς. Δεν είναι ήσσονος σημασίας, κάθε άλλο. Προαναγγέλλει το σάρωμα δημοκρατικών κατακτήσεων και ελευθεριών. Από την πάταξη μιας κατάληψης, μέχρι την απαγόρευση συγκεντρώσεων και διαδηλώσεων, μέχρι ακόμα και την ενοχοποίηση του αντιπολιτευτικού λόγου, η απόσταση είναι μικρή και η τρικομματική κυβέρνηση τη διανύει με απίστευτη ταχύτητα. Και όσο η Αριστερά κάνει δηλώσεις στο μήκος κύματος που επιθυμεί ο αντίπαλος, η αποθράσυνση της κυβέρνησης και του νεοναζισμού μεγαλώνει και δεν μικραίνει. Το ακροδεξιό τσίρκο του παραλόγου που ανεβάζει καθημερινά η κυβέρνηση Σαμαρά δεν θα σταματήσει τις παραστάσεις αν ο ΣΥΡΙΖΑ φερθεί πιο υπεύθυνα. Το εντελώς ανάποδο θα συμβεί.
Με αυτά και με τα άλλα, η κυβέρνηση από κατηγορούμενη έγινε κατήγορος, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ μετακινείται αναλόγως της επικοινωνιακής πίεσης.
Οι δηλώσεις Τσίπρα για "πάταξη της ανομίας" και "νοικοκυραίους" δεν σώζονται ούτε αν ιεραρχήσεις πρώτη την ανομία του μεγάλου κεφαλαίου, των μιντιαρχών και της διαπλοκής. Και η δημόσια αποδοκιμασία του βουλευτή Διαμαντόπουλου ασχέτως της αντιφατικότητας των δηλώσεών του, δείχνει υποχωρητικότητα. Γιατί το πρόβλημα σήμερα δεν είναι να κάνουμε μια θεωρητική συζήτηση για την αριστερά και την αναρχία. Δεν είναι να στοχαστούμε πάνω στις Καταλήψεις και το ελευθεριακό κίνημα. Δεν είναι καν η αναφορά στα όρια, τις αντιφάσεις και στην αυτοαναφορικότητα του αντιεξουσιαστικού χώρου. Το πρόβλημα σήμερα είναι η ξεσαλωμένη κυβερνητική επίθεση.
Μια κυβέρνηση εθνικής χρεοκοπίας, οικονομικής πτώχευσης, κοινωνικής εξόντωσης, στριμωγμένη στον τοίχο από τα σκάνδαλα συγκάλυψης, δεν δικαιούται να ομιλεί.
Στο ακροδεξιό κήρυγμα μίσους και παραλογισμού της κυβέρνησης, ο ΣΥΡΙΖΑ έμεινε κινηματικά και κοινωνικά απαθής. Στην αρχή συμπαραστάθηκε στους βαλλόμενους χώρους, για να κάνει στη συνέχεια στροφή 180 μοιρών με την κλιμάκωση της επίθεσης. Καθορίστηκε από μια δημοσκόπηση που τον έδειξε δεύτερο. Εμφανίστηκε σαν κόμμα που εύκολα τα γυρίζει αν δεχτεί πίεση. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να πατάξει την ανομία των καταλήψεων, ας βγει να το πει από την πρώτη μέρα. Και όχι να φλερτάρει με τον χώρο σε πρώτη φάση, για να τον καταδικάσει σε δεύτερη. Αλλιώς, ας μείνει αταλάντευτος στην υπεράσπιση κινημάτων, χώρων, εναλλακτικών μορφών που ακόμα κι αν δεν ταυτίζονται με την αριστερά, δεν μπορεί να μπαίνουν σε λογική ίσης απόστασης με το κράτος.
Το «καταδικάζουμε» είναι σαν ντόμινο. Αν αρχίσει δύσκολα τελειώνει. Και δεν περιορίζεται μόνο σε θέματα καλής και κακής βίας. Οι δηλώσεις Τσίπρα από το Βερολίνο για "αναθεώρηση" του προγράμματος καθώς και για την προσπάθεια να "πειστούν" οι άκαρδοι Μερκελιστές, δείχνουν τα όρια και αντιφάσεις. Και επειδή η γεύση που μένει είναι η τελική, τα όρια όλο και περισσότερο μοιάζουν αξεπέραστα.
Συμπερασματικά, η παρακρατική παράκρουση κέρδισε μια πρώτη μάχη. Όχι επειδή βρέθηκε σε πλεονεκτική θέση, ούτε επειδή στηρίχθηκε λυσσαλέα από τα ΜΜΕ. Αλλά επειδή δεν βρέθηκε αντίπαλος που να μπορεί να ορίζει την ατζέντα καταπώς επιβάλει η πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα.
Πηγή:antapo/crisis
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου