Γράφει ο Γιώργος Πετρόπουλος
Η επανάσταση στη Ρωσία, το 1917, δεν ήρθε από το πουθενά, ούτε ήταν αποτέλεσμα τυχαίων περιστατικών. Ξεπήδησε μέσα από τις ιδιαίτερες συνθήκες ανάπτυξης του ρωσικού καπιταλισμού, μέσα από τις αντιθέσεις της ίδιας της ρωσικής κοινωνίας που ο πρώτος παγκόσμιος ιμπεριαλιστικός πόλεμος τις όξυνε στο έπακρο δημιουργώντας συνθήκες επαναστατικής κρίσης.
Η ανάπτυξη του καπιταλισμού στη χώρα και μάλιστα του μονοπωλιακού καπιταλισμού, συντελούνταν σε συνθήκες ύπαρξης ισχυρών φεουδαρχικών δομών τόσο στο επίπεδο της οικονομίας όσο στο επίπεδο της πολιτικής Έτσι, όπως παρατηρεί ο Ζαν Ελλενστέιν, το 1914 που ξέσπασε ο Παγκόσμιος πόλεμος «η παλαιά και αγία Ρωσία φαίνεται σα να ζει , όπως ζούσε αιώνες πριν. Συνεχίζεται ο μεσαίωνας με ένα απαρχαιωμένο και δεσποτικό σύστημα διακυβέρνησης, με μια τάξη ευγενών προσκολλημένη στα προνόμια της, ένα πλήθος αγρότες που ζουν μέσα στην αθλιότητα και τις προλήψεις, μια καταθλιπτική γραφειοκρατία, μια τεράστια πολιτισμική καθυστέρηση και κάτω από το ρωσικό αποικιακό ζυγό που έχει κλείσει τόσες εθνότητες σε μια φυλακή των λαών»[1]. Η κατάσταση αυτή εκ των πραγμάτων έφερνε την επανάσταση- δηλαδή το πέρασμα της εξουσίας από τα χέρια μιας τάξης στα χέρια κάποιάς άλλης- στην ημερήσια διάταξη. Όμως το ερώτημα που προέκυπτε ήταν το ποια τάξη θα πάρει την εξουσία δεδομένου ότι ταυτόχρονα με την αστική τάξη, στο πλαίσιο του ρωσικού φεουδαρχικού δεσποτισμού αναπτυσσόταν και το προλεταριάτο, το οποίο λόγο της γενικότερης ανάπτυξης του καπιταλισμού παγκοσμίως αποκτούσε όλο και περισσότερο τη δυνατότητα να εμφανίσει αυτοτελή πολιτική δράση, να λειτουργήσει δηλαδή «ως τάξη για τον εαυτό της». Έτσι από τις αρχές του 20ου αιώνα, πάνω σ’ αυτό το ζήτημα, στο ζήτημα δηλαδή του ρόλου που καλείται να παίξει η εργατική τάξη στην επικείμενη ρωσική επανάσταση, διαμορφώνονται η επαναστατική και η ρεφορμιστική γραμμή μέσα στο ρωσικό εργατικό κίνημα. Η σύγκρουση για το κόμμα- για το τι κόμμα χρειάζεται η εργατική τάξη- μέσα στους Ρώσους σοσιαλδημοκράτες, το 1903, έχει τη βάση της στο ζήτημα του ρόλου που καλείται να παίξει η εργατική τάξη στην επικείμενη ρωσική επανάσταση.
Η επανάσταση του 1905 αποσαφηνίζει ακόμη περισσότερο το διαχωρισμό επαναστατών- ρεφορμιστών που θα συνεχίσει αμείωτος ως την επανάσταση του 1917, παρά το γεγονός ότι είχε συσσωρευτεί τεράστια επαναστατική πείρα. Οι ρεφορμιστές παντός είδους (μενσεβίκοι, εσέροι κ.λπ.) ήθελαν την εργατική τάξη αρωγό στην αστική επανάσταση, βοηθό της αστικής τάξης, με αιτήματα που σταματούσαν στην ανατροπή της απολυταρχίας και στην κατοχύρωση των πάγιων και κλασικών αστικοδημοκρατικών δικαιωμάτων του πολίτη. Αντίθετα οι επαναστάτες (οι μπολσεβίκοι και οι σύμμαχοί τους) επιδίωκαν στην επικείμενη επανάσταση τον ηγετικό ρόλο της εργατικής τάξης σε συμμαχία με την αγροτιά, για την προώθηση και ολοκλήρωση του αστικού εκδημοκρατισμού αλλά και για την εξασφάλιση της συνέχειας προς το σοσιαλισμό.
Η επανάσταση του Φλεβάρη και η επανεμφάνιση των Σοβιέτ
Ο παγκόσμιος ιμπεριαλιστικός πόλεμος 1914- 1918 προκάλεσε τεράστιες καταστροφές σε ολόκληρη της Ευρώπη και γενικότερα στον κόσμο. Η εξαθλίωση των μαζών υπήρξε απόλυτη ενώ δίπλα της μια τεράστια συσσώρευση πλούτου πραγματοποιούνταν μέρα με τη μέρα. Ο καπιταλισμός περνούσε σε μια ανώτερη βαθμίδα ρύθμισης της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης, στον κρατικομονοπωλιακό καπιταλισμό και ταυτόχρονα μ' αυτές τις εξελίξεις ωρίμαζαν με ιλιγγιώδη ταχύτητα οι αντικειμενικές και υποκειμενικές προϋποθέσεις για την επανάσταση. Η επαναστατική κρίση έμπαινε στην ημερήσια διάταξη σ' όλες τις καπιταλιστικές χώρες ή τουλάχιστον στις περισσότερες. Η Ρωσία επομένως δεν θα μπορούσε να αποτελέσει την εξαίρεση. «Από το τέλος του 1916- γράφει ο Σαρλ Μπετελέμ[2]- μεγαλώνει διαρκώς η δυσαρέσκεια των εργατικών και αγροτικών μαζών, που ήταν καταδικασμένες σε όλο και πιο δύσκολες βιοτικές συνθήκες, καθώς και η οργή των στρατιωτών που υποφέρανε ακατονόμαστα βάσανα σ’ έναν πόλεμο του οποίου κατανοούσαν προοδευτικά τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα».
Την αθλιότητα της ζωής των λαϊκών μαζών κατέγραφαν και οι αρχές του τσαρικού καθεστώτος. Μια αστυνομική έκθεση των αρχών του 1917 έγραφε[3]: «Το προλεταριάτο βρίσκεται στα πρόθυρα της απελπισίας. Φρονούμε ότι και η παραμικρότερη ανάφλεξη, με το πιο ασήμαντο πρόσχημα, θα οδηγήσει σε ταραχές που δεν είναι δυνατόν να κατασταλούν και που θα προκαλέσουν χιλιάδες θύματα». Όντως έτσι και έγινε. Από τα μέσα Φλεβάρη του 1917 η δυσαρέσκεια των εργατών και των στρατιωτών της Πετρούπολης ξεσπάει φανερά. Απεργίες και διαδηλώσεις διαδέχονται η μία την άλλη. Στις 25 Φεβρουαρίου (με το παλιό ημερολόγιο) οι στρατιώτες και οι εργάτες της Πετρούπολης και των περιχώρων συναδελφώνονται. Στις 26 ξεσπούν στάσεις στις φρουρές και στις 27 εργάτες και στρατιώτες καταλαμβάνουν τα Χειμερινά Ανάκτορα. Ο Τσάρος που παραιτήθηκε μετά από αυτή την εξέλιξη έδινε την έμπρακτη επιβεβαίωση ότι η επανάσταση είχε πετύχει μια μεγάλη νίκη ενάντια στο καθεστώς της απολυταρχίας. «Εκτός από την ασυνήθιστη επιτάχυνση τη παγκόσμιας ιστορίας- έγραφε ο Λένιν[4]- χρειάστηκαν και οι ιδιαίτερα απότομες στροφές της έτσι που σε μία από αυτές τις στροφές να μπορέσει να αναποδογυριστεί μονομιάς το κάρο της πλημμυρισμένης από αίμα και λάσπη μοναρχίας των Ρομανώφ».
Την ίδια ημέρα που η επανάσταση ανέτρεψε τον τσάρο, δηλαδή στις 27 Φεβρουαρίου του 1917, από τους εργάτες και τους στρατιώτες σχηματίστηκε το Σοβιέτ της Πετρούπολης ενώ στις μέρες και στις εβδομάδες που ακολούθησαν ο θεσμός των Σοβιέτ- ένας θεσμός που έχει τις ρίζες του στην επανάσταση του 1905- εξαπλώθηκε σε όλη τη χώρα[5].
Το Σοβιέτ ήταν η πρώτη οργάνωση της επαναστατικής εξουσίας μετά την ανατροπή του τσαρικού καθεστώτος, που εξέφραζε στην πράξη τη συμμαχία της εργατικής τάξης με την αγροτιά δεδομένου ότι οι στρατιώτες που συμμετείχαν στις τάξεις του ήταν κυρίως παιδιά της τάξης των αγροτών. Εντούτοις, λόγω της κυριαρχίας των ρεφορμιστών (μενσεβίκων και εσέρων) στο Σοβιέτ της πρωτεύουσας, η εξουσία παραδόθηκε στην αστική τάξη η οποία στις 2/15 Μάρτη του 1917 συγκρότησε Προσωρινή Κυβέρνηση από τα συντηρητικά κόμματα των Καντέ (κόμμα της Φιλελεύθερης μοναρχικής αστικής τάξης της Ρωσίας) και των Οκτωβριστών (κόμμα της μεγάλης αστικής τάξης και των τσιφλικάδων). Πρωθυπουργός ανέλαβε ο πρίγκιπας Λβόφ, υπουργός στρατιωτικών ο Μιλιουκόφ (ηγέτης των Καντέ) και υπουργός των στρατιωτικών ο αρχηγός των Οκτωβριστών Γκουτσκόφ. Στην κυβέρνηση μπήκε αναλαμβάνοντας το υπουργείο Δικαιοσύνης ο Τρουντοβίκος (Τρουντοβίκοι ήταν μια ομάδα μικροαστών δημοκρατών) Κερένσκι. Η κυβέρνηση αυτή που στηριζόταν στην ανοχή του σοβιέτ της Πετρούπολης- ύστερα από την συμφωνία των μικροαστικών κομμάτων (μενσεβίκοι- εσέροι) με την αστική τάξη- συνέχισε στους περισσότερους τομείς την πολιτική που ακολουθούσαν οι κυβερνήσεις του Τσάρου. Στην πραγματικότητα η διαφορά αυτής της κυβέρνησης από τις τσαρικές κυβερνήσεις, βρισκόταν κυρίως στο καθεστώς διευρυμένων πολιτικών ελευθεριών που επικρατούσε στη Ρωσία μετά την Φεβρουαρινή επανάσταση. Κατά τ' άλλα η πολιτική του τσάρου ήταν παρούσα και κυρίαρχη.
Ο σχηματισμός, όμως, της Προσωρινής Κυβέρνησης πλάι στο Σοβιέτ των αντιπροσώπων- βουλευτών των εργατών και των στρατιωτών, όπως άλλωστε σημειώνουν και οι σοβιετικοί ιστορικοί[6], δεν ήταν απλά μια πράξη παράδοσης της εξουσίας που έθετε τέρμα στην επανάσταση, αλλά η απαρχή μιας περίπλοκης κατάστασης, όπου οι δύο εξουσίες- η εξουσία του Σοβιέτ και η εξουσία της Προσωρινής Κυβέρνησης- θα συνυπήρχαν έως ότου η μία θα κατέπνιγε την άλλη. Το φαινόμενο αυτό, το οποίο ο Λένιν ονόμασε δυαδική εξουσία, σφράγισε τις εξελίξεις στη Ρωσία για όλο το μεσοδιάστημα ως την Οκτωβριανή Επανάσταση.
Το πέρασμα από την πρώτη στη δεύτερη φάση της Επανάστασης
Η περίοδος από την επανάσταση του Φλεβάρη ως την επανάσταση του Οκτώβρη, για την καλύτερη κατανόησή της, μπορεί να χωριστεί σχηματικά σε τρεις φάσεις. Η πρώτη φάση αφορά την περίοδο Μάρτη- Μάη του 1917, από τον σχηματισμό δηλαδή της προσωρινής κυβέρνησης και ως τον ανασχηματισμό αυτής και την δημιουργία κυβέρνησης συνασπισμού από τα κόμματα της αστικής τάξης και τα μικροαστικά- ρεφορμιστικά κόμματα. Σ' αυτό το διάστημα εξελίξεις σημαντικές πραγματοποιούνται και στην πλευρά της εργατικής τάξης αφού με την επιστροφή του Λένιν στη Ρωσία γίνεται κατορθωτός ο νέος επαναστατικός προσανατολισμός του Μπολσεβίκικου κόμματος.
Η δεύτερη φάση καλύπτει την περίοδο από το Μάη ως τον Αύγουστο του 1917. Σ' αυτό το διάστημα η ταξική πάλη οξύνεται στο έπακρο με κύριο χαρακτηριστικό την επιστράτευση δυνάμεων και από το στρατόπεδο της επανάστασης και από το στρατόπεδο της αντεπανάστασης. Τα σημαντικότερα γεγονότα είναι η κρίση του Ιουλίου- όπου το μπολσεβίκικο κόμμα τέθηκε σε ημιπαράνομο καθεστώς ενώ η δυαδική εξουσία έληξε με την μορφή που την γέννησε η επανάσταση του Φλεβάρη- και η συντριβή του στρατιωτικού κινήματος του Κορνίλοφ που σχεδίασε και εκτέλεσε η αντεπανάσταση. Τέλος, η τρίτη φάση αφορά την περίοδο από τον Αύγουστο ως τον Οκτώβρη του 1917, από την συντριβή δηλαδή του κορνιλοφικού κινήματος και έως την μεγάλη Σοσιαλιστική επανάσταση. Σ' αυτό το χρονικό διάστημα κυρίαρχο στοιχείο είναι η προετοιμασία της Οκτωβριανής εξέγερσης.
Ασφαλώς δεν είναι δυνατό να αναφερθούμε αναλυτικά σε όλα τα ιστορικά στοιχεία που συνθέτουν κάθε μία από τις τρεις προαναφερόμενες φάσεις της πορείας του ρωσικού προλεταριάτου ως την εξέγερση του Οκτώβρη. Θα επισημάνουμε όμως τα κομβικά εκείνα σημεία που καθιστούν το μπολσεβίκικο κόμμα ικανό να σπρώξει τη φεβρουριανή επανάσταση στην ολοκλήρωση της, να προετοιμάσει δηλαδή και να πραγματοποιήσει την Σοσιαλιστική επανάσταση του Οκτώβρη. Για την εξέλιξη αυτή καταλυτική υπήρξε η συμβολή του Λένιν.
Η επανάσταση, το κόμμα των Μπολσεβίκων και ο Λένιν
Το κόμμα των Μπολσεβίκων βγήκε από την παρανομία μετά την επανάσταση του Φλεβάρη και μόνο τότε του δόθηκε η δυνατότητα να αναπτύξει πλατιά νόμιμη δραστηριότητα. Σ’ εκείνες τις συνθήκες η δύναμή του δεν ήταν πάνω από 45 χιλιάδες μέλη, ο Λένιν βρισκόταν εξόριστος στην Ελβετία ενώ άλλοι κορυφαίοι κομματικοί ηγέτες μόλις που απολύονταν από τις φυλακές και τις εξορίες κι έτσι ο πρώτος καθοδηγητικός πυρήνας που σχηματίστηκε τις πρώτες μέρες του Μαρτίου 1917 υπήρξε από κάθε άποψη ελλιπής. Η απουσία, μάλιστα του Λένιν από την άμεση καθοδήγηση του κόμματος ήταν εμφανής κυρίως στην κομματική πολιτική γραμμή στην οποία τον τόνο δίνουν ο Κάμενεφ και ο Στάλιν, οι δύο επιφανείς ηγέτες του πρώτου εκείνου καιρού. Σε γενικές γραμμές επρόκειτο για πολιτική γραμμή που έτεινε στην υποχώρησης στο σοσιαλπατριωτισμό και συμβιβασμού με την προσωρινή κυβέρνηση.
Τις πρώτες μέρες της νόμιμης δράσης του κόμματος, στο φύλλο Νο 9 της «Πράβντα», στις 15/28 Μάρτη του 1917 δημοσιεύτηκε ένα άρθρο του Κάμενεφ με τίτλο «Οχι στη Μυστική Διπλωματία», στο οποίο εμπεριέχονταν καθαρά σοσιαλπατριωτικές θέσεις. Έγραφε τότε ο Κάμενεφ: «Όταν ένας στρατός στέκεται αντιμέτωπος με έναν άλλο στρατό η πιο παράλογη πολιτική είναι να προτείνουμε ο ένας από τους δύο στρατούς να παρατήσει τα όπλα και να πάει σπίτι του. Μια τέτοια πολιτική δεν είναι πολιτική ειρήνης αλλά μια δουλική πολιτική, μια πολιτική που απορρίπτεται περιφρονητικά από έναν ελεύθερο λαό. Οχι. Ο λαός θα παραμείνει ακλόνητος στις θέσεις του απαντώντας στις σφαίρες με σφαίρες και στις οβίδες με οβίδες. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε καμιά αποδιοργάνωση των ενόπλων δυνάμεων της επανάστασης». Και συνέχιζε ο Κάμενεφ: «Το σύνθημά μας δεν είναι η άδεια κραυγή "Κάτω ο πόλεμος" που σημαίνει την αποδιοργάνωση του επαναστατικού στρατού και του στρατού που έχει γίνει ακόμα πιο επαναστατικός. Το σύνθημά μας είναι να εξασκήσουμε πίεση ώστε να αναγκάσουμε την προσωρινή κυβέρνηση να κάνει με επιτυχία, ανοικτά και μπροστά στα μάτια της παγκόσμιας δημοκρατίας μια προσπάθεια να οδηγήσει όλες τις εμπόλεμες χώρες να αρχίσουν άμεσα διαπραγματεύσεις για να σταματήσει ο Παγκόσμιος πόλεμος. Μέχρι τότε ο καθένας παραμένει στο πόστο του»[7].
Οι θέσεις αυτές του Κάμενεφ ξεσήκωσαν αντιδράσεις από τα υπόλοιπα μέλη της ηγεσίας του Μπολσεβίκου κόμματος. Έτσι, στο επόμενο φύλλο της «Πράβντα» ο Κάμενεφ απέσυρε τις εκκλήσεις προς τους στρατιώτες «στις σφαίρες να απαντούν με σφαίρες και στις οβίδες με οβίδες» που- πέραν των άλλων- σήμαιναν και υποστήριξη της προσωρινής κυβέρνησης στο ζήτημα της συμμετοχής στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Διατηρήθηκε όμως η θέση για άσκηση πίεσης πάνω στην κυβέρνηση ώστε να πάρει πρωτοβουλίες για την σύναψη ειρήνης, αντί, της σωστής θέσης που ήταν να προχωρήσει σε χωριστή ειρήνη και να βγάλει τη χώρα από τον πόλεμο[8].
Τη θέση για άσκηση πίεσης προς την κυβένρηση υποστήριξε και ο Στάλιν ο οποίος στις 16/29 Μάρτη, μεταξύ άλλων, έγραφε στην «Πράβντα»: «Η διέξοδος είναι να ασκήσουμε πίεση πάνω στην προσωρινή κυβέρνηση απαιτώντας απ' αυτή να δηλώσει ότι είναι σύμφωνη να αρχίσει αμέσως διαπραγματεύσεις ειρήνης. Οι εργάτες, οι φαντάροι και οι αγρότες πρέπει να οργανώσουν συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις, πρέπει να ζητήσουν από την προσωρινή κυβέρνηση να επιχειρήσει φανερά κα δημόσια να πείσει όλες τις εμπόλεμες δυνάμεις να αρχίσουν αμέσως διαπραγματεύσεις ειρήνης με βάση τις αρχές της αναγνώρισης του δικαιώματος των εθνών για αυτοδιάθεση»[9].
Αργότερα, το 1924, ο Στάλιν θα κάνει αυτοκριτική γι' αυτή τη θέση περί άσκησης πίεσης προς την κυβέρνηση, λέγοντας: «ήταν μια βαθιά λαθεμένη θέση, γιατί γεννούσε πασιφιστικές αυταπάτες, έχυνε νερό στο μύλο των αμυνιτών και δυσκόλευε την επαναστατική διαπαιδαγώγηση των μαζών. Αυτή τη λαθεμένη θέση τη συμμεριζόμουνα τότε κι εγώ μαζί με άλλους συντρόφους του κόμματος και την εγκατέλειψα ολοκληρωτικά μόνο στα μέσα του Απρίλη όταν τάχθηκα με τις θέσεις του Λένιν»[10].
Η πολιτική του κόμματος άλλαξε ριζικά όταν επέστρεψε στη Ρωσία ο Λένιν αν και οφείλουμε να σημειώσουμε ότι οι απόψεις του ήταν γνωστές στο κλιμάκιο της ηγεσίας που βρισκόταν στη χώρα. Στα περίφημα «γράμματα του από μακριά» ο ηγέτης των μπολσεβίκων τόνιζε ότι το κόμμα δεν έπρεπε να παρέχει καμιά υποστήριξη στην Προσωρινή Κυβέρνηση, να εξασφαλίσει την πλήρη οργανωτική, πολιτική και ιδεολογική αυτοτέλεια του, το πλάτεμα των δεσμών του με τις μάζες, την εναντίωσή του στο ιμπεριαλιστικό πόλεμο, να συμβάλει αποφασιστικά στην στερέωση και εξάπλωση των σοβιέτ αλλά και στον εξοπλισμό του λαού ως εγγύηση για την περιφρούρηση και την ανάπτυξη της επανάστασης[11].
Ο Λένιν επέστρεψε στη Ρωσία στις 3/16 Απριλίου του 1917. Την επομένη παρουσίασε στους μπολσεβίκους βουλευτές που έπαιρναν μέρος στην Πανρώσικη σύσκεψη των Σοβιέτ και στη συνέχεια σε κοινή σύσκεψη μπολσεβίκων και μενσεβίκων βουλευτών τις θέσεις του για την Επανάσταση που έμειναν στην ιστορία ως «θέσεις του Απρίλη». Οι θέσεις αυτές εν συντομία, συνοψίζονται στα παρακάτω:
- Για το κόμμα των Μπολσεβίκων- σε ότι αφορά την στάση του απέναντι στον πόλεμο και για όσο διάστημα η εξουσία θα βρίσκεται στα χέρια της αστικής τάξης- είναι απαράδεκτη οποιαδήποτε υποχώρηση απέναντι στον «επαναστατικό αμυνιτισμό».
- Η ιδιομορφία της στιγμής στη Ρωσία συνίσταται στο πέρασμα από το πρώτο στάδιο της επανάστασης που έδωσε την εξουσία στην αστική τάξη, στο δεύτερο στάδιο που θα δώσει την εξουσία στο προλεταριάτο και στα φτωχά στρώματα της αγροτιάς.
- Καμιά υποστήριξη στην προσωρινή κυβέρνηση
- Όχι κοινοβουλευτική δημοκρατία. Ύστερα από την εμφάνιση των σοβιέτ η επιστροφή στην κοινοβουλευτική δημοκρατία είναι βήμα προς τα πίσω. Επίσης κατάργηση της αστυνομίας, του στρατού και της κάστας των δημοσίων υπαλλήλων
- Δήμευση της γης των τσιφλικάδων.
- Συγχώνευση όλων των τραπεζών σε μια μεγάλη τράπεζα.
- Οχι εισαγωγή του σοσιαλισμού ως άμεσο καθήκον αλλά πέρασμα στον έλεγχο της κοινωνικής παραγωγής και της διανομής των προϊόντων από τα σοβιέτ των εργατών βουλευτών.
- Άμεση σύγκληση του συνεδρίου του κόμματος, αλλαγή του προγράμματος του και μετονομασία του σε Κομμουνιστικό κόμμα.
- Ανάληψη πρωτοβουλίας για δημιουργία νέας επαναστατικής διεθνούς[12]
Η συσπείρωση του κόμματος γύρω από τις «θέσεις του Απρίλη» θα ολοκληρωθεί, στη VII πανρώσικη συνδιάσκεψη του κόμματος στο διάστημα 24- 29 Απρίλη/ 7- 12 Μάη[13].
Η πολιτική των μπολσεβίκων, όπως διορθώθηκε από τον Λένιν, πολύ γρήγορα άρχισε να αποδίδει καρπούς. Οι λαϊκές μάζες μέσα από την ίδια τους την πείρα άρχισαν να αντιλαμβάνονται τη δύναμη των Σοβιέτ, ιδιαίτερα δε το γεγονός ότι αυτά αποτελούσαν όργανα της δικής τους εξουσίας. Έτσι η περίοδος από το Μάη ως τον Αύγουστο του 1917 χαρακτηρίζεται από την όξυνση της ταξικής πάλης, την μετατόπιση των ρεφορμιστών προς τα δεξιά και των μαζών προς τα αριστερά. Απόδειξη αυτής της εξέλιξης είναι η μεγαλειώδης ειρηνική διαδήλωση στην Πετρούπολη 500 χιλιάδων εργατών, στρατιωτών και ναυτών με κεντρικό σύνθημα «όλη η εξουσία στα σοβιέτ», η αντίδραση της Προσωρινής Κυβέρνησης με τη στήριξη των μικροαστών που οδήγησε στο χτύπημα του λαϊκού κινήματος, στη σύλληψη μπολσεβίκων ηγετών, στην επιβολή καθεστώτος ημιπαρανομίας για ολόκληρο το κόμμα και λίγο αργότερα, στις 25 Αυγούστου (9 Σεπτεμβρίου) στην εκδήλωση του στρατιωτικού κινήματος με επικεφαλής τον στρατηγό Κορνίλοφ.
Η αντεπανάσταση δεν κατόρθωσε τελικά να επιβληθεί και από το Σεπτέμβρη του 1917 εκδηλώνεται πλέον φανερά η στροφή των μαζών προς το μπολσεβίκο κόμμα. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της προσωρινής κυβέρνησης και των τοπικών της διοικήσεων, οι αγροτικές εξεγέρσεις που ξέσπασαν το Σεπτέμβρη του 1917 ήταν 6 φορές περισσότερες απ' αυτές που είχαν ξεσπάσει το Μάη του ιδίου έτους[14]. Ταυτόχρονα αναπτυσσόταν και το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα των καταπιεσμένων εθνοτήτων που βρίσκονταν κάτω από τη ρωσική κυριαρχία. Επίσης, μαζική μεταστροφή πραγματοποιούνταν στις διαθέσεις των στρατιωτών και των ναυτών, που πλέον αρνούνταν να πολεμήσουν για τα συμφέροντα των κεφαλαιοκρατών και των τσιφλικάδων, με αποτέλεσμα το φθινόπωρο του 1917 η συντριπτική πλειοψηφία τους να στραφεί προς το κόμμα των μπολσεβίκων. Η πιο λαμπρή, όμως, απόδειξη του περάσματος των μαζών με το μπολσεβίκικο κόμμα, βρίσκεται στα Σοβιέτ, όπου το ένα μετά το άλλο αυτή την περίοδο του φθινοπώρου μπολσεβικοποιούνται. Στις 31 Αυγούστου (13 Σεπτέμβρη) το σοβιέτ της Πετρούπολης εγκρίνει απόφαση που εισηγούνται οι μπολσεβίκοι και που καλούσε να σχηματιστεί καινούρια κυβέρνηση από αντιπροσώπους του επαναστατικού προλεταριάτου και της αγροτιάς. Ύστερα απ' αυτό, το προεδρείο του σοβιέτ που αποτελούνταν από εκπροσώπους του κόμματος των εσέρων και των μενσεβίκων παραιτείται και η ηγεσία του σοβιέτ περνάει στα χέρια των μπολσεβίκων ενώ Πρόεδρός του γίνεται ο Λ. Τρότσκι που είχα προσχωρήσει στο Μπολσεβίκικο Κόμμα. Στις 5/18 Σεπτέμβρη μπολσεβικοποιείται και το σοβιέτ της Μόσχας και στη συνέχεια η κατάκτηση της πλειοψηφίας στα σοβιέτ από το κόμμα του Λένιν θα εξελιχθεί με ιδιαίτερη ταχύτητα.
Η Σοσιαλιστική επανάσταση
Η στροφή των μαζών προς το μπολσεβίκικο κόμμα και οι γενικότερες κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις οδηγούν τον Λένιν στο συμπέρασμα πως η Σοσιαλιστική επανάσταση είναι προ των πυλών. Ήδη από το Σεπτέμβρη του ’17 με γράμματα του από την παρανομία στην οποία βρίσκεται καλεί το κόμμα να προετοιμαστεί για την κατάληψη της εξουσίας. Τα γράμματα του «οι μπολσεβίκοι πρέπει να πάρουν την εξουσία» και «ο μαρξισμός και η εξέγερση», συζητήθηκαν από την ΚΕ στις 15/28 Σεπτέμβρη του 1917. Η ΚΕ, όμως, πήρε μια πολύ γενική απόφαση - στο φλέγον ζήτημα των παραινέσεων του Λένιν - που έλεγε "να οριστεί πολύ σύντομα μια συνεδρίαση της ΚΕ, που θα αφιερωθεί σε θέματα τακτικής". Επίσης, δεν εγκρίθηκε κατ' ουσίαν η πρόταση του Στάλιν να σταλούν τα γράμματα για συζήτηση στις πιο σημαντικές κομματικές οργανώσεις, γιατί αποφασίστηκε αυτή η πρόταση να συζητηθεί σε προσεχή συνεδρίαση. Κατά τ' άλλα - κι αυτό ήταν θετικό βήμα της ΚΕ - απορρίφθηκαν απόψεις του Κάμενεφ, που ήταν ενάντια στις απόψεις του Λένιν για προετοιμασία της εξέγερσης[15].
Η αναβλητικότητα και οι ταλαντεύσεις στην ηγεσία του κόμματος γύρω από το ζήτημα της εξέγερσης ανάγκασαν τον Λένιν να ασκήσει έντονη πίεση, ούτως ώστε να μπει φρένο σ' αυτήν την κατάσταση, χρησιμοποιώντας ακόμη και την απειλή της παραίτησης από το κορυφαίο αυτό κομματικό όργανο[16]. Η στάση του αυτή έφερε αποτέλεσμα.
Η συνεδρίαση της ΚΕ του μπολσεβίκικου κόμματος, που πήρε την απόφαση για την προετοιμασία και πραγματοποίηση της εξέγερσης, έγινε στις 10/23 Οκτώβρη 1917. Παρόντες ήταν δώδεκα μέλη του Οργάνου: Ο Λένιν, ο Ζινόβιεφ, ο Κάμενεφ, ο Στάλιν, ο Τρότσκι, ο Σβερντλόφ, ο Ουρίτσκι, ο Τζερζίνσκι, η Κολοντάι, ο Μπουμπνόφ, ο Σοκόλνικοφ, ο Λομώφ. Η ΚΕ, ύστερα από εισήγηση του Λένιν και σχετική συζήτηση, θα εγκρίνει την παρακάτω απόφαση: «Η ΚΕ θεωρεί ότι τόσο η διεθνής θέση της ρωσικής επανάστασης (εξέγερση στο στόλο της Γερμανίας σαν ανώτατη εκδήλωση της ανάπτυξης σε όλη την Ευρώπη της παγκόσμιας σοσιαλιστικής επανάστασης, έπειτα ο κίνδυνος σύναψης ειρήνης μεταξύ των ιμπεριαλιστών με σκοπό να πνίξουν την επανάσταση στη Ρωσία) - όσο και η στρατιωτική κατάσταση (βέβαιη απόφαση της ρωσικής αστικής τάξης και του Κερένσκι και Σία να παραδώσουν την Πετρούπολη στους Γερμανούς), όσο και η κατάκτηση από το προλεταριακό κόμμα της πλειοψηφίας στα σοβιέτ - όλα αυτά σε συνδυασμό με την εξέγερση των αγροτών και τη στροφή της εμπιστοσύνης του λαού προς το κόμμα μας (εκλογές στη Μόσχα), τέλος, η έκδηλη προετοιμασία ενός δεύτερου κινήματος Κορνίλοφ (απομάκρυνση των στρατευμάτων από την Πετρούπολη, μεταφορά κοζάκων στην Πετρούπολη, κύκλωση του Μινσκ από κοζάκους κλπ.) - όλα αυτά βάζουν στην ημερήσια διάταξη την ένοπλη εξέγερση. Διαπιστώνοντας, έτσι, ότι η ένοπλη εξέγερση είναι αναπόφευκτη κι ότι έχει ωριμάσει πέρα για πέρα, η ΚΕ καλεί όλες τις οργανώσεις του κόμματος να καθοδηγούνται από το γεγονός αυτό και σύμφωνα μ' αυτό να συζητούν και να λύνουν όλα τα πρακτικά ζητήματα (Συνέδριο των Σοβιέτ βόρειας περιοχής, απομάκρυνση των στρατευμάτων από την Πετρούπολη, δράση των κατοίκων της Μόσχας και του Μινσκ κλπ.»
Την απόφαση για την εξέγερση ψήφισαν 10 από τα 12 παρόντα μέλη της ΚΕ. Αρνητική ψήφο έδωσαν οι Κάμενεφ και Ζινόβιεφ[17].
Τα προβλήματα της εξέγερσης δεν σταμάτησαν εδώ αλλά η πραγματοποίησή της έγινε δυνατόν να στεφθεί με επιτυχία παρά το γεγονός ότι οι Κάμενεφ και Ζινόβιεφ δημοσιοποίησαν τη σχετική κομματική απόφαση με προφανή στόχο να εμποδίσουν την εφαρμογή της.
Στις 24 Οκτωβρίου/ 6 Νοεμβρίου του 1917, από νωρίς το πρωί, στους δρόμους της Πετρούπολης τοιχοκολλήθηκε μια διακήρυξη που έμελλε να μείνει ιστορική και την οποία υπέγραφε η Στρατιωτική Επαναστατική Επιτροπή του Σοβιέτ της πόλης που είχε συγκροτηθεί λίγες ημέρες πριν (στις 7/20 Οκτώβρη). Η διακήρυξη εκείνη έλεγε[18]:
«ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΚΑΤΟΙΚΟΥΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΓΚΡΑΝΤ
Πολίτες,
Η αντεπανάσταση ξανασήκωσε το εγκληματικό της κεφάλι. Οι οπαδοί του Κορνίλοφ κινητοποιούν τις δυνάμεις τους για να συντρίψουν το πανρωσικό συνέδριο των Σοβιέτ και να διαλύσουν τη Συντακτική συνέλευση. Ταυτόχρoνα οι "πογκρομιστές" θα επιχειρήσουν να παρασύρουν το λαό σε αιματηρές ταραχές. Το Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών του Πέτρογκραντ θα αναλάβει την τήρηση της επαναστατικής τάξης ενάντια σε κάθε απόπειρα πογκρόμ και σε κάθε αντεπαναστατική ενέργεια.
Η φρουρά τής Πετρούπολης δε θα επιτρέψει ούτε βιαιοπραγίες, ούτε ταραχές. Καλούμε τους κατοίκους να συλλαμβάνουν τους αλήτες και τους πράκτορες των Μαύρων έκατονταvταρχιών και να τους οδηγούν στον Επίτροπο του Σοβιέτ στον πιο κοντινό στρατιωτικό καταυλισμό. Με την πρώτη απόπειρα που θα κάνουν ύποπτα στοιχεία για να προκαλέσουν ταραχές, λεηλασίες ή συμπλοκές οι ένοχοι θα παταχθούν αυτοστιγμεί και χωρίς έλεος.
Πολίτες! Βασιζόμαστε στην ηρεμία σας και στην ψυχραιμία σας. Η υπόθεση της τάξης και της επανάστασης βρίσκεται σε καλά χέρια».
Τίποτα το υπερβολικό δεν υπήρχε σ’ αυτή τη διακήρυξη. Η κατάσταση στην πρωτεύουσα της Ρωσίας αλλά και σε ολόκλήρη τη χώρα είχε πλέον φτάσει στο σημείο της αποφασιστικής αναμέτρησης για την εξουσία. Από την μια μεριά ήταν οι δυνάμεις που ήθελαν την ολοκλήρωση της επανάστασης (που είχε ξεκινήσει το Φλεβάρη του 1917) με το πέρασμα της εξουσίας στα Σοβιέτ των Εργατών, Στρατιωτών και Αγροτών βουλευτών κι από την άλλη οι δυνάμεις της συντήρησης που ήθελαν να παραμείνει η εξουσία στα χέρια της αστικής τάξης και της παλιάς τσαρικής αντίδρασης που έχει συσπειρωθεί πίσω της.
Ο πρωθυπουργός της αστικής Προσωρινής Κυβέρνησης, δηλαδή του βασικού πολιτικού οργάνου εξουσίας της αντίδρασης, Α. Κερένσκι πληροφορήθηκε τις κινήσεις της Στρατιωτικής Επαναστατικής Επιτροπής και γενικότερα του Σοβιέτ της Πετρούπολης περί της 11 το πρωί της ίδιας ημέρας, την ώρα που εκφωνούσε λόγο σ’ ένα συμβουλευτικό προς την κυβέρνηση του όργανο, το περιβόητο προκοινοβούλιο. Αμέσως δήλωσε[19]: «Εις την προκειμένην περίπτωσιν όλαι αι ομάδαι και τα κόμματα, τα οποία ετόλμησαν να υψώσουν χείρα εναντίον της ελευθέρας θελήσεως του ρωσικού λαού θα συντριβούν πάραυτα με όλην την απαιτούμενην αποφασιστικότητα».
Χωρίς αμφιβολία, ο Κερένσκι εννοούσε απόλυτα όσα έλεγε. Όμως δεν ήταν σε θέση να πράξει και πολλά. Η αποφασιστική μάχη θα ξεσπούσε στην πρωτεύουσα από ώρα σε ώρα. Οι δύο στρατοί βρίσκονταν στις θέσεις τους. Οι επαναστάτες βρίσκονται παντού όπου υπάρχει ο λαός, διότι ο λαός είναι αυτός που επαναστατεί. Το επιτελείο της επανάστασης βρισκόταν στο Σμόλνι, ένα πρώην παρθεναγωγείο για κορίτσια της αριστοκρατίας που τώρα είχε γίνει η έδρα του Σοβιέτ της Πετρούπολης. Η αντίπαλη πλευρά είχε συγκεντρώσει στρατεύματα στα στρατηγικά σημεία της πρωτεύουσας, δηλαδή στα Χειμερινά Ανάκτορα όπου ήταν εγκατεστημένη η Προσωρινή Κυβέρνηση, στο Ανάκτορο της Ταυρίδας που ήταν η έδρα του προκοινοβουλίου, στα Ταχυδρομεία, στους Σιδηροδρομικούς σταθμούς και αλλού.
Το βράδυ αυτής της ημέρας, της 24ης Οκτωβρίου/ 6 Νοεμβρίου, ο Λένιν- από την παρανομία στην οποία ζούσε- στέλνει ένα αγωνιώδες γράμμα προς όλα τα μέλη του Μπολσεβίκικου Κόμματος, όπου έλεγε μεταξύ άλλων[20]: «Η κατάσταση είναι εξαιρετικά κρίσιμη. Είναι ολοκάθαρο ότι πραγματικά τώρα πια κάθε καθυστέρηση της εξέγερσης ισοδυναμεί με θάνατο. Με όλες μου τις δυνάμεις θέλω να πείσω τους συντρόφους ότι τώρα όλα κρέμονται από μια τρίχα, ότι στην ημερήσια διάταξη μπαίνουν ζητήματα που δεν λύνονται με συσκέψεις, ούτε με συνέδρια (έστω και με συνέδρια των Σοβιέτ), αλλά αποκλειστικά από τους λαούς, από τη μάζα, από την πάλη των οπλισμένων μαζών… Πρέπει με κάθε θυσία, σήμερα το βράδυ, απόψε τη νύχτα να συλλάβουμε την κυβέρνηση… Δεν πρέπει να περιμένουμε!!! Μπορεί να τα χάσουμε όλα!!!… Η ιστορία δεν θα συγχωρήσει την καθυστέρηση στους επαναστάτες που θα μπορούσαν να νικήσουν σήμερα (και σίγουρα θα νικήσουν σήμερα), αλλά που θα κινδύνευαν να χάσουν πολλά αύριο, θα κινδύνευαν να τα χάσουν όλα».
Αφού στέλνει το γράμμα, ο ηγέτης των Μπολσεβίκων- παρά και ενάντια στη θέληση των άλλων ηγετών του Κόμματος που του έχουν ζητήσει να μην εγκαταλείψει την παρανομία- φοράει περούκα, τυλίγει το πρόσωπό του με μια διπλωμένη πετσέτα (για να δείχνει ότι έχει πονόδοντο), φοράει γαλότσες γιατί ο καιρός δείχνει ότι πλησιάζει βροχή και κατευθύνεται με τα πόδια προς το Σμόλνι. Πίσω του ο Ράχια, ένας μπολσεβίκος που έχει αναλάβει ρόλο σωματοφύλακα.
Στο Σμόλνι ο Λένιν έφτασε κατά τα μεσάνυχτα κι αμέσως ανέλαβε την καθοδήγηση της εξέγερσης που στο μεταξύ είχε ήδη πάρει το δρόμο της.
Τη νύχτα τα μπολσεβίκικα τμήματα κατέλαβαν το Κεντρικό Ταχυδρομείο, την Κρατική Τράπεζα, τη Ηλεκτρική Εταιρεία. Το πρωί της 25ης Οκτωβρίου/ 7ης Νοεμβρίου η Πρωτεύουσα ήταν στα χέρια τω επαναστατών Έμενε ακόμη να καταληφθούν τα Χειμερινά Ανάκτορα προς τα οποία είχαν στραφεί τα κανόνια του καταδρομικού «Αβρόρα», η έδρα του Γενικού Επιτελείου Στρατού και το Ανάκτορο Μαρίινσκι. Η Προσωρινή Κυβέρνηση είχε σκορπίσει και ο Κερένσκι το είχε σκάσει από την πόλη για να συναντήσει πιστά του στρατεύματα.
Στις 10 το πρωί εκείνης της ιστορικής ημέρας η εφημερίδα του Σοβιέτ της Πετρούπολης «Ραμπότσι ι Σολντάτ» (Εργάτης και Στρατιώτης) κυκλοφόρησε δημοσιεύοντας το παρακάτω διάγγελμα της Στρατιωτικής Επαναστατικής Επιτροπής, γραμμένο από το Λένιν[21]:
«ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΕΣ ΤΗΣ ΡΩΣΙΑΣ!
Η Προσωρινή Κυβέρνηση ανατράπηκε. Η κρατική εξουσία πέρασε στα χέρια του οργάνου του Σοβιέτ της Πετρούπολης των εργατών και στρατιωτών βουλευτών- της Στρατιωτικής Επαναστατικής Επιτροπής, που βρίσκεται επικεφαλής του προλεταριάτου και της φρουράς της Πετρούπολης. Η υπόθεση για την οποία αγωνιζόταν ο λαός: άμεση πρόταση δημοκρατικής ειρήνης, κατάργηση της τσιφλικάδικης ιδιοκτησίας της γης, εργατικός έλεγχος στην παραγωγή, δημιουργία Σοβιετικής κυβέρνησης, η υπόθεση αυτή είναι εξασφαλισμένη ζήτω η επανάσταση των εργατών, των στρατιωτών και των αγροτών».
Το βράδυ της ίδιας ημέρας, όταν άνοιξε τις πύλες του το 2ο Πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ, που αντιπροσώπευε πάνω από 400 σοβιέτ σ’ ολόκληρη τη χώρα, η επανάσταση εφορμούσε κατά των χειμερινών ανακτόρων αλλά στη ουσία τα πάντα είχαν τελειώσει. Στη σύνθεσή του Συνεδρίου από τους 650 αντιπροσώπους, περίπου 400 ήταν μπολσεβίκοι και από τους υπόλοιπους η πλειοψηφία ανήκε στους αριστερούς εσέρους. Οι μενσεβίκοι και οι δεξιοί εσέροι, που λίγους μήνες πριν ήταν η συντριπτική πλειοψηφία, τώρα αποτελούσαν μια ομάδα 70 - 80 ατόμων.
Την πρώτη ημέρα των εργασιών του, το συνέδριο ψήφισε έκκληση «προς τους εργάτες, τους στρατιώτες και τους αγρότες» γραμμένη από το Λένιν. « Όλη η εξουσία κατά τόπους- έλεγε η έκκληση- περνάει στα χέρια των εργατών, στρατιωτών και αγροτών βουλευτών, που πρέπει να εξασφαλίσουν μια πραγματικά επαναστατική τάξη»[22].
Το λόγο πλέον είχε ο εργαζόμενος λαός της Ρωσίας να κάνει πράξει αυτά τα λόγια ενώ για ολόκληρο τον κόσμο άρχιζε μια νέα ιστορική εποχή, η εποχή του περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό-
[1] Ζαν Ελλενστέιν: «Ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης», εκδόσεις Θεμέλιο, τόμος Α’ σελ. 41.
[2] Σαρλ Μπετελέμ: «Οι ταξικοί αγώνες στην ΕΣΣΔ», εκδόσεις ΡΑΠΠΑ, τόμος 1ος, σελ. 75
[3]MarcFero: «Η Ρωσική Επανάσταση». Βλέπε: «Ιστορία των επαναστάσεων», εκδόσεις ΑΚΜΗ, τόμος III, σελ. 120
[4] Απαντά Λένιν, τόμος 31ος, σελ 13
[5] «Ιστορία της Μεγάλης Οκτωβριανής Επανάστασης», εκδόσεις ΠΛΑΝΗΤΗΣ, σελ. 15- 23
[6] Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις ΜΕΛΙΣΣΑ, τόμος Ζ2, σελ. 853- 879
[7] Λ. Τρότσκι: «Τα μαθήματρα του Οχτώβρη», εκδοσεις Αλλαγή, σελ. 32- 33 και Ζαν Ελενστέιν: «Ιστορία της Σοβιετικής Ενωσης», Εκδόσεις Θεμέλιο, τόμος Α', σελ. 94)
[8] «Ιστορία του ΚΚΣΕ», εκδόσεις Σ.Ε., σελ. 226
[9] Ι. Στάλιν: Άπαντα, εκδοτικό ΚΕ ΚΚΕ 1952, τόμος 3ος, σελ. 8
[10] Ι. Στάλιν, στο ίδιο, τόμος 6ος, σελ. 381
[11] Λένιν, Άπαντα, τόμος 31ος, σελ. 7- 59
[12] Λένιν, άπαντα, τόμος 31ος, σελ. 103- 118.
[13] «Ιστορία ΚΚΣΕ», σελ. 233 και Ζ. Ελενστέιν: «Ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης», τόμος Α', σελ. 103- 104
[14] Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ, στο ίδιο, σελ. 898.
[15] «Οι μπολσεβίκοι στην Οχτωβριανή Επανάσταση - Πρακτικά ΚΕ Αύγουστος 1917 - Φλεβάρης 1918», εκδόσεις «Εξάντας», σελ. 118 - 119 και "Απαντα Λένιν", τόμος 34, σελ. 488 - 489, σημείωση 81
[16] Λένιν: «Άπαντα», τόμος 34, σελ. 283.
[17] «Οι μπολσεβίκοι στην Οχτωβριανή Επανάσταση - Πρακτικά ΚΕ Αύγουστος 1917 - Φλεβάρης 1918», εκδόσεις «Εξάντας», σελ. 158- 159.
[18] Ζαν Ελλενστέιν: «Ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης», εκδόσεις Θεμέλιο, τόμος Α’ σελ. 126.
[19] Α. Κερένσκι: «Η ρωσική επανάσταση όπως την έζησα», Εκδόσεις Πάπυρος, σελ. 351
[20] Λένιν: «Άπαντα», εκδόσεις Σ.Ε., τόμος 34, σελ. 435- 436
[21] Λένιν: «Άπαντα», εκδόσεις Σ.Ε., τόμος 35, σελ. 1
[22] Λένιν: «Απαντα», τόμος 35, σελ. 11 – 12
Πηγή: Εργατικός Αγώνας
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου