Κυριακή 24 Ιουνίου 2012

Εκλογές : μεγάλα βήματα προς τα πίσω.

Ένας παρατεταμένος, εργατικός Δεκέμβρης θα είναι το βήμα προς τα εμπρός
Του Κώστα Παπουλή.


1) Έναν ακριβώς χρόνο μετά την ελληνική πλατεία Ταχρίρ, το δημοψήφισμα για την δανειακή σύμβαση που δεν έγινε τότε, κερδήθηκε καθυστερημένα από το «μνημονιακό» πολιτικό μπλοκ, μέσω των εκλογών της 17ης Ιουνίου.

Το εκλογικό ποσοστό που αντανακλάει η κυβερνητική συνεργασία ΠΑΣΟΚ-ΝΔ-ΔΗΜΑΡ, είναι κοντά στο 50%, ενώ αθροιστικά το ποσοστό που ψήφισε κόμματα που ήταν καθαρά εναντίον οποιασδήποτε πιθανότητας ρήξης με το ευρωπαϊκό κέντρο, ξεπερνάει το μισό του εκλογικού σώματος. ΠΑΣΟΚ και ΝΔ αναβαπτίστηκαν. Η «νέα» κυβέρνηση, από ελάχιστους πια, θα χαρακτηριστεί ως κυβέρνηση ξένης κατοχής. Συγχρόνως, ουδείς από τον χώρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ούτε σε οξυμένες στιγμές, δεν πρόκειται να εγκαλέσει τον ΣΥΡΙΖΑ να αποχωρήσει από την ελληνική βουλή -όπως τον Ιούνιο-, επειδή απλά, η ελληνική δημοκρατία έχει καταλυθεί από την Ε.Ε. και την τρόικα.  

2) Κατά την διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, από την μία υπήρξε πόλωση, από την άλλη όμως, υπήρξε πολιτική σύγκλιση του διπόλου ΣΥΡΙΖΑ-ΝΔ, στο κεντρικό ζήτημα: «επαναδιαπραγμάτευση, με όριο την παραμονή στο ευρώ». Η Ν.Δ. κέρδισε, γιατί τελικά θεωρήθηκε καλύτερη εγγύηση για την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας. Ο ΣΥΡΙΖΑ, πορεύτηκε με βάση τις αντιφάσεις του, με κύριο γνώμονα τους ψηφοφόρους του «κέντρου», επινοώντας α-νόητα λογικά σχήματα (όπως: με το μνημόνιο βγαίνουμε από την ευρωζώνη, συγχρόνως όμως: η έξοδος μας θα καταστρέψει την ευρωζώνη…κ.λπ.), αλλά λειτούργησε και καιροσκοπικά, αλλάζοντας θέσεις ανάλογα με τι δείχνουν (και επιβάλλουν) κάθε μέρα οι δημοσκοπήσεις. Μέσα του εξαφανίστηκε η ριζοσπαστική αριστερά, είτε με την αντι-Ε.Ε. φωνή, είτε με την συγκρουσιακή «του Δεκέμβρη του 08», χάριν της πολιτικής εφησυχασμού του «κέντρου», που ως γνωστόν πάντα οδηγεί την κοινωνία δεξιά, ακόμη και αν στο τέλος κερδηθούν οι εκλογές.

Παρά τον διπολισμό «αριστεράς»-«δεξιάς», «μνημονίου»-«αντιμνημονίου» κλπ, το ιδεολογικό ρήγμα του λαού με το σύστημα δεν βάθυνε, αντίθετα μίκρυνε, με συνέπειες που θα φανούν έντονες το επόμενο διάστημα. Ο «φόβος» της εθνικής χειραφέτησης από το ευρώ και την Ε.Ε., δεν έσπασε.     Τέλος, δεν υπήρξε καμία ουσιαστική συζήτηση για το πώς η ελληνική κοινωνία θα βγει από την κρίση, αντίθετα αυτό που κυριάρχησε, ήταν το ποσοστό του μνημονίου που μπορεί να δεχτεί ο ελληνικός λαός. Το έλλειμμα αυτό δεν είναι φυσικά τυχαίο, μια που ο μόνος δρόμος εξόδου από την κρίση, συνεπάγεται την αυτόματη έξοδο από την ζώνη του ευρώ και μάλλον και από την Ε.Ε., επιλογή που είναι κόκκινη γραμμή για το δίπολο, που κυριάρχησε στις εκλογές.

3) Είναι πολύ πιθανόν η νέα κυβέρνηση να πάρει «παράταση», στον αργό και καθημερινό θάνατο της χώρας. Όμως τίποτα, δεν μπορεί να αδειάσει την θάλασσα της ανεργίας και τον ωκεανό της φτώχειας, που αντίθετα θα φουσκώσουν. Μία άτακτη χρεοκοπία ή ένας εργατικός Δεκέμβρης-μόλις ξεχαστούν οι εκλογές- παραμένουν το ίδιο ισχυρά σενάρια όπως και πριν την 17η Ιουνίου, ενώ η αποχώρηση της Ελλάδας από το ευρώ ήταν και είναι, ή πιο πιθανή εξέλιξη της αντικειμενικής φοράς των πραγμάτων. Μια αριστερή κυβέρνηση που θα είχε ως προαπαιτούμενο την παραμονή στην ευρωζώνη, τίποτα περισσότερο δεν θα μπορούσε να εξασφαλίσει, από το φάρμακο της παράτασης του αργού θανάτου που θα πιεί και η κυβέρνηση Σαμαρά.

4) Δυστυχώς, το ένα τμήμα της παλιάς ευρωκομουνιστικής αριστεράς κυβερνάει και νομιμοποιεί την ξένη κατοχή. Το άλλο τμήμα κυριαρχεί στην αξιωματική αντιπολίτευση, την οποία δηλώνει ότι θα ασκήσει υπεύθυνα. Η πορεία προς την Ιταλοποίηση της ελληνικής αριστεράς και στην αφομοίωσή της - εξαφάνισή της, δεν είναι κίνδυνος αόριστος και εξωπραγματικός. Το πανηγύρι των αριστερών, ότι για πρώτη φορά μετά το 1958, ένα κομμάτι της γοητεύει το 1/4 του εκλογικού σώματος, εύκολα μπορεί να εξελιχθεί σε τραγωδία. Όμως για να είμαστε δίκαιοι, το ΠΑΣΟΚ του 1977, με το 25% που είχε πάρει τότε στις εκλογές ήταν πολύ πιο αριστερό -σε σχέση τουλάχιστον με τις θέσεις του για την Ε.Ε. και τον ξένο παράγοντα- από ότι είναι σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ και ιδιαίτερα ο ΣΥΝ. Επίσης, ακόμη και το ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του ’80, όταν έγινε κυβέρνηση, διαπραγματευόταν με βάση την θέση, «ότι η Ελλάδα ως αδύναμη οικονομία καταστρέφεται από την συμμετοχή της στην ΕΟΚ, συνυπάρχοντας με πιο ισχυρές οικονομίες και άρα δικαιούται προστασίας, μεταβιβαστικών πληρωμών, και ιδιαίτερου σχεδίου ανάπτυξης». Σήμερα, το σύνολο του πολιτικού συστήματος (συμπεριλαμβανομένου και του ΣΥΡΙΖΑ) δεν τολμάει να αρθρώσει μια τέτοια άποψη και συμπεριφέρεται αναγκαστικά απέναντι στην Γερμανία, ως «επαίτης». Όταν δεν μπορείς να κατανοήσεις, ότι μια αδύναμη οικονομία σαν την ελληνική, όταν αποκτάει το ίδιο νόμισμα με τις ισχυρές οικονομίες του Βορρά οδηγείται στην καταστροφή και άρα, πρέπει να υπάρξει ή ισχυρό αντιτίμημα ή άποδέσμευση, τότε δεν μπορείς να αρθρώσεις, ουσιαστικό λόγο απέναντι στους ευρωπαϊκούς λαούς, παρά μόνο την εικόνα και τα παρακάλια του ζητιάνου. Η αθώωση της Ε.Ε. και του ευρώ, για δεκαετίες, από την ιδεοληψία του αριστερού ευρωπαϊσμού, για την βιβλική καταστροφή που έφερναν σταδιακά στην πατρίδα μας, δεν είναι άσχετη με το βάθος των δεινών και την διάρκεια της τραγωδίας που βιώνει και θα βιώσει ο λαός μας.

5) Η εκλογική εξαφάνιση του ΚΚΕ, μιας γνήσιας αντί-ΕΕ φωνής, δεν είναι θετική εξέλιξη, ιδιαίτερα σήμερα, που η Ε.Ε. παίρνει ολοκληρωτικά χαρακτηριστικά, τόσο σε θέματα πολιτικής δημοκρατίας όσο και με την ενίσχυση ενός ακραίου ιμπεριαλισμού εντός της. Ακόμη, και αν δεν υπήρχε το «μνημόνιο», η Ελλάδα, τις ίδιες πολιτικές θα αναγκαζόταν να ακολουθήσει, σε μισθούς και δημόσια οικονομικά   τα αμέσως επόμενα χρόνια συνέπεια του «συμφώνου του ευρώ». Εξάλλου τα «μνημόνια», οι πολιτικές λιτότητας και η παραγωγική αποδιάρθρωση στο Νότο, είναι συνέπειες του «συστήματος της ΟΝΕ». Με άλλα λόγια, η φυσιολογική συνέπεια της ένταξης της Ελλάδας στο ευρώ, ήταν η χρεοκοπία και τα «μνημόνια».  Ανάλογες και πιο σκληρές πολιτικές και διαρκώς επιδεινούμενες, συνεπάγεται η αποδοχή της «παραμονής».

Το ΚΚΕ πληρώνει τρία λάθη: α) την ιδεολογική του μετακίνηση από εργατικό κόμμα με εθνικοανεξαρτησιακά χαρακτηριστικά, σε ένα θολό «αντικαπιταλιστικό» μόρφωμα, «διαβάζοντας» λάθος την πραγματικότητα της χώρας και τις σχέσεις της με την ευρωζώνη, β) συνέπεια και όχι μόνο, του (α), την αδυναμία του να ανταπεξέλθει σε μετωπική πολιτική και να δώσει άμεσες λύσεις για την έξοδο από την κρίση, γ) την εκπληκτική αφωνία του, στο να «εξηγήσει» και να «γειώσει» τις θέσεις του για το Μάαστριχτ και την Ε.Ε., σήμερα ακριβώς που πανηγυρικά επιβεβαιώνονται.

Τίποτα δεν μας κάνει να ελπίζουμε, ότι το κομουνιστικό κόμμα, το επόμενο διάστημα, θα κάνει την αναγκαία στροφή για την σωτηρία του εαυτού του, αλλά ιδίως των ελλήνων εργαζομένων.

6) Η ριζοσπαστική αριστερά «χάθηκε» εντός του ΣΥΡΙΖΑ κατά τα φαινόμενα οριστικά, εκτός αν δεχτεί ισχυρή εξωτερική πολιτική πίεση. Με εκπληκτικό τρόπο, σιωπούν, μασάνε τα λόγια τους, αφομοιώνονται, όχι μόνο μεμονωμένα πρόσωπα, αλλά και ολόκληρες οργανώσεις και πολιτικά ρεύματα. Είναι σαφές, ότι ο ρόλος της αξιωματικής αντιπολίτευσης και η προσέγγιση του «κέντρου», θα εντείνει την δυναμική της ενσωμάτωσης. Δυστυχώς και η ριζοσπαστική αριστερά εκτός ΣΥΡΙΖΑ δέχτηκε μεγάλο εκλογικό κτύπημα. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πληρώνει με την σειρά της, την αδυναμία της να μετασχηματίσει την πολιτική της, σε ρεαλιστική και πειστική λύση, για την έξοδο από την κρίση στην Ελλάδα, τέτοια λύση που να μπορεί να προσεγγίσει την μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία. Η γενικόλογη «αντικυβερνητική γραμμή» και οι αναλύσεις, περί «παγκόσμιου καπιταλισμού που τρίζει», ήταν η μεγαλύτερη συνεισφορά της, στην εκλογική ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ. Ο πολιτικός κορμός της, η νεολαία της, η μετωπική και αγωνιστική της στάση, οι ορθές θέσεις για την Ε.Ε. κλπ, την κάνουν ικανή να υπερβεί τις αδυναμίες της και να αποτελέσει καταλυτικό παράγοντα στις εξελίξεις.

7) Η γενική κατάσταση, σε πρώτη αλλά και σε δεύτερη και τρίτη ανάγνωση δεν είναι αισιόδοξη. Δεν υπάρχει εγγύηση, ούτε ότι η σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση θα είναι αύριο κυβέρνηση, πολύ περισσότερο δε, ότι ως κυβέρνηση θα μακροημερεύσει με τις ευρωπαϊστικές της ψευδαισθήσεις. Συγχρόνως μια «νέα δεξιά» ενισχύεται. Τίποτα δεν αποκλείει μια ελληνική έξοδο από το ευρώ, να οδηγήσει ή να οδηγηθεί, από πολιτικές καταστάσεις και δυνάμεις τύπου Ουγγαρίας ή και επί το αυταρχικότερο. Κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ακόμη και μια στρατιωτική εκτροπή. Όλα είναι πιθανά, δύο πράγματα όμως είναι σίγουρα, η απόλυτη πολιτική ρευστότητα με την ταχεία ανάλωση πολιτικών σχηματισμών και κυβερνήσεων που θα κρατήσει και η ανάγκη δημιουργίας, μιας μεγάλης και λαϊκής, ριζοσπαστικής αριστεράς που θα αναλάβει τον στρατηγικό ρόλο στον κοινωνικό πόλεμο, συγκροτώντας τον λαϊκό παράγοντα σε μια νέα και νικηφόρα αυτή την φορά, ταξιαρχία Ντουρρούτι.

Μιας αριστεράς με καθαρές κουβέντες και απαντήσεις, για το ευρώ και την Ε.Ε, για τις δυσκολίες χειραφέτησης από τους ντόπιους και ξένους δυνάστες, αλλά και μιας αριστεράς των μετωπικών αγώνων, που θα διαχέεται, θα οσμώνει και θα μετασχηματίζει το μεγάλο πολιτικοκοινωνικό συνεχές των αντιστάσεων. Μιας αριστεράς της σύγκρουσης, του εργατικού Δεκέμβρη που έρχεται, μιας αριστεράς της εξέγερσης, αλλά και της κυβερνητικής εξουσίας, που θα φέρει ένας παρατεταμένος εργατικός Δεκέμβρης, μιας αριστεράς ρεαλιστικής και ουτοπικής μαζί, μιας αριστεράς της αλληλεγγύης, μιας αριστεράς της πραγματικότητας αλλά και της ποίησης, μιας αριστεράς που δεν θα μιλάει ούτε ξύλινα, ούτε με εύηχα λόγια του συστήματος. Μιας αριστεράς αναγκαστικά αντιιμπεριαλιστικής στις σημερινές συνθήκες, αλλά και κοινωνικά απελευθερωτικής, μια που την αναπόφευκτη σύγκρουση με την Ε.Ε., θα την συνδυάζει με την σοσιαλιστική προοπτική. Μιας αριστεράς αμεσοδημοκρατικής, συλλογικής, αντιιεραρχικής, τελικά ελευθεριακής, χωρίς επαγγελματικούς και λοιπούς «καθοδηγητικούς» μηχανισμούς, χωρίς την κηδεμονία της γραφειοκρατίας. Η κλεψύδρα του χρόνου, για την δημιουργία αυτής της αριστεράς και συνεπακόλουθα μιας άλλης πορείας του τόπου τελειώνει εκ των πραγμάτων. Ή θα υπερβούμε όλοι, αγκυλώσεις, πολιτικές, υπαρξιακές, αλλά και γλυκές ψευδαισθήσεις, που γεννάει το «ρεύμα», και μάλιστα πολύ γρήγορα, ή θα δώσουμε την σκυτάλη οριστικά στον αντίπαλο, που θα τρέξει πια στο στάδιο μόνος του.

Γιατί το κρίσιμο σημείο ρήξης με το σύστημα δεν βρίσκεται στην «αριστερή» κυβέρνηση, αλλά στο σημείο απελευθέρωσης από τον ιμπεριαλισμό, το ευρώ και την Ε.Ε.. Από εκεί και πέρα μπορεί να αρχίσει να λύνεται ο γόρδιος δεσμός του συνόλου των αντιφάσεων  και συγκρούσεων του καπιταλιστικού και εξαρτημένου ελληνικού μοντέλου, ανάμεσα στις δυνάμεις του κεφαλαίου και της εργασίας, ανάμεσα σε διευθύνοντες και διευθυνόμενους, δίνοντας την θέση του σε ένα νέο παράδειγμα δημοκρατίας των εργαζομένων στην Μεσόγειο. 


Πηγή:tometopo.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια :