Πέμπτη 2 Αυγούστου 2012

Παιχνίδι εξαθλίωσης των εργαζομένων και διεθνούς ανταγωνισμού παίζουν η Ευρωζώνη και η Ε.Ε.

Του Μαρκ Γουάισμπροτ, από τον Guardian, 30/7/2012*
 Μετάφραση: Αριάδνη Αλαβάνου



Πέραν των οικονομικών λεπτομερειών ή των ερμηνειών του άρθρου, η αξία του έγκειται στο ότι αποκαλύπτει πώς η κρίση δίνει την ευκαιρία στις ευρωπαϊκές ελίτ να σαρώσουν ταχύτατα το κοινωνικό κράτος και τα εργατικά δικαιώματα – έναν προσωρινό συμβιβασμό του κεφαλαίου στη μεταπολεμική Ευρώπη λόγω του «αντίπαλου δέους» της ΕΣΣΔ, των ισχυρών εργατικών κινημάτων και Κ.Κ.— και να οικοδομήσουν ένα αντιδραστικό υπερκράτος. Η άρνηση της ΕΚΤ να τερματίσει την τρέχουσα κρίση ακριβού δανεισμού των περιφερειακών χωρών, ενώ μπορεί –όπως αναφέρει ο αρθρογράφος—, σχετίζεται με την προώθηση μιας αντιδραστικής πολιτικής ατζέντας. Ευκαιρία, λοιπόν, και για όσους «εξ αριστερών» υποστηρίζουν την Ευρωζώνη/Ε.Ε. να ξανασκεφθούν τι ακριβώς είναι αυτό το πολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο βεβαιώνουν ότι θα βρεθεί λύση για τα προβλήματα των εργαζόμενων της Ελλάδας.


Τα παγκόσμια χρηματιστήρια και οι ευρωπαϊκές αγορές ομολόγων ανταποκρίθηκαν ανοδικά την περασμένη εβδομάδα στις δυο λέξεις που ξεστόμισε ο Μάριο Ντράγκι, διοικητής της ΕΚΤ: ότι η ΕΚΤ θα έκανε «ό,τι πρέπει» για να διατηρήσει το ευρώ. Αυτή η δήλωση ερμηνεύτηκε ευρέως σαν μια υπόσχεση παρέμβασης στις αγορές κρατικών ομολόγων για να μειώσει το κόστος δανεισμού της Ισπανίας και της Ιταλίας.

Τι σημαίνουν όλα αυτά για τον μέσο άνθρωπο στην Ευρωζώνη ή στην Ισπανία όπου η ανεργία μόλις έκανε ρεκόρ, φτάνοντας στο 24,6%; Ή στην αναπτυσσόμενη Ασία, ή στην Αφρική, ή στη Λατινική Αμερική – ακόμη και στις ΗΠΑ; Το σημαντικότερο είναι ότι η ΕΚΤ είχε πάντα και συνεχίζει να έχει τη δύναμη να τερματίσει την άμεση κρίση στην Ευρωζώνη, αλλά αρνήθηκε να το κάνει. Όχι για οικονομικούς λόγους, όπως συνήθως πιστεύεται , όπως είναι οι ανησυχίες σχετικά με το δημόσιο χρέος ή τον πληθωρισμό. Αρνήθηκε να το κάνει για ένα ειδεχθή πολιτικό λόγο: προκειμένου να αναγκάσει τις πιο αδύναμες οικονομίες της Ευρώπης να δεχθούν μια αντιλαϊκή πολιτική ατζέντα στην οποία περιλαμβάνονται περικοπές μισθών και συντάξεων, η υπονόμευση της εργατικής νομοθεσίας και των συλλογικών διαπραγματεύσεων και η συρρίκνωση του Δημοσίου.

Η ΕΚΤ και οι σύμμαχοί της φοβούνται ότι εάν σταθεροποιήσουν τις αγορές ομολόγων, θα εξασθενήσει ο μοχλός επιρροής στις περιφερειακές χώρες. Έτσι επί 6 μήνες και περισσότερο, η ΕΚΤ αρνιόταν να αγοράσει ισπανικά ομόλογα, μια ενέργεια που θα έριχνε τις αποδόσεις , όπως έκανε με παρόμοιες κρίσεις το περασμένο έτος. Αυτό είναι ένα αηδιαστικό και επικίνδυνο παιχνίδι δειλίας, διότι είναι προφανές ότι δεν θέλει να φτάσει η κρίση σε σημείο εκτός ελέγχου.

Αυτό που έγινε την περασμένη εβδομάδα είναι ότι η ΕΚΤ τελικά έδειξε κάποιο φως, εν όψει των όλο και μεγαλύτερων φόβων επιδείνωσης της ύφεσης και της πολιτικής πίεσης. Σύμφωνα με την ειδησεογραφία, εν μέρει αυτή η πίεση προήλθε από τον Φ. Ολάντ ,που τον εξέλεξαν ψηφοφόροι οι οποίοι εναντιώνονται στη λιτότητα, και εν μέρει από το ίδιο το ΔΝΤ. Το ΔΝΤ, ανήκει μεν στην τρόικα, αλλά με καθεστώς κατώτερου εταίρου. Η κυβέρνηση Ομπάμα πίεσε επίσης τις ευρωπαϊκές Αρχές να μην είναι τόσο ακραίες, διότι η επιβραδυνόμενη αμερικανική οικονομία τον βλάπτει εκλογικά .

Παρόλο που οι χρηματοπιστωτικές αγορές, που έδειξαν ανοδικές τάσεις, δεν ταυτίζονται με την παγκόσμια οικονομία, η οικονομική αβεβαιότητα που δημιουργήθηκε και επιδεινώνεται από τις ευρωπαϊκές Αρχές δεν πλήττει μόνο αυτές τις αγορές, αλλά και την πραγματική οικονομική μεγέθυνση από τη Νότια Κορέα μέχρι τη Βραζιλία. Η παγκόσμια οικονομία αναμένεται να μεγεθυνθεί μόλις 3,5% το τρέχον έτος, σε αντίθεση με το 5,3% το 2010. Αυτή είναι μια διαφορά δεκάδων εκατομμυρίων θέσεων εργασίας παγκοσμίως και απώλειας εισοδήματος άνω του 1 τρισ. δολαρίων. Και ενώ υπάρχουν εσωτερικές οικονομικές ανεπάρκειες σε πολλές χώρες και περιοχές --συμπεριλαμβανομένων των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου, της Κίνας και των ΗΠΑ--, φαίνεται ότι η χαοτική κατάσταση στην Ευρώπη αποτελεί την τρέχουσα περίοδο τη μεγαλύτερη τροχοπέδη στην παγκόσμια οικονομία.

Το επίκεντρο της καταιγίδας ήταν πρόσφατα η Ισπανία, πρώτα απ’ όλα γιατί έχει σοβαρά προβλήματα το τραπεζικό της σύστημα. Αλλά στη συνέχεια οι αγορές άρχισαν να κερδοσκοπούν ενάντια στα κρατικά ομόλογά της, απειλώντας επίσης και την Ιταλία. Αυτές οι, από την άποψη του δημοσίου χρέους τους, πολύ-μεγάλες-για να χρεοκοπήσουν-κυβερνήσεις είδαν τις αποδόσεις [επιτόκια] των ομολόγων τους να φτάνουν σε ύψος-ρεκόρ, κάτι που δημιούργησε αυξανόμενο φόβο και αβεβαιότητα στις ευρωπαϊκές και παγκόσμιες αγορές. Και σ’ αυτό το ζήτημα ένα ίδρυμα, στο οποίο έχει εκχωρηθεί «ανεξαρτησία» από τους ιδρυτές του, κρατά το κλειδί.

Μ’ αυτές τις δυο λέξεις που εκστόμισε ο Μ. Ντράγκι πίεσε προς τα κάτω τα επιτόκια των ισπανικών και ιταλικών ομολόγων , τα οποία συνέχισαν να μειώνονται την [περασμένη] Παρασκευή ύστερα από μια κοινή ανακοίνωση των Ολάντ-Μέρκελ που θεωρήθηκε ότι υποστηρίζει τον Ντράγκι. Το επιτόκιο του δεκαετούς ισπανικού ομολόγου μειώθηκε στο 6,6%, μια τιμή πολύ υψηλή ακόμη, αρκετή όμως για να καταλαγιάσουν οι φόβοι ότι το επιτόκιο θα έφτανε σε επίπεδα που δεν θα μπορούσε να δανειστεί η Ισπανία από τις ιδιωτικές αγορές – όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία.

Βεβαίως, οι αγορές υπερβάλλουν ως προς την πιθανότητα στάσης πληρωμών της Ισπανίας. Τον επόμενο χρόνο η Ισπανία οφείλει να εξυπηρετήσει χρέος 94 δισ. ευρώ περίπου. Ακόμη κι αν έπρεπε να δανειστεί με τα σημερινά υψηλά επιτόκια δεν θα πρόσθετε πολλά στο συνολικό χρέος της. Και μπορεί επίσης να αυξήσει το βραχυπρόσθεσμο δανεισμό της. Η Ισπανία σήμερα πληρώνει περίπου το 2,4% του ΑΕΠ σε τόκους επί του δημοσίου χρέους, ένα λογικό ποσό.

Στην πραγματικότητα, εκείνοι που οδήγησαν τα ισπανικά επιτόκια σε τόσο υψηλά επίπεδα είναι οι κερδοσκόποι των χρηματοπιστωτικών αγορών. Αλλά η ΕΚΤ το άφησε να συμβεί, προκειμένου να επιτύχει τους δικούς της πολιτικούς σκοπούς. Αυτό που έκανε ο Ντράγκι ήταν να πληροφορήσει τους κερδοσκόπους ότι τα στοιχήματά τους ενάντια σ’ αυτά τα ομόλογα δεν ήταν εξασφαλισμένα – δηλ. ότι θα έχαναν χρήματα αν παρενέβαινε η ΕΚΤ. Μένει να δούμε λοιπόν αν και σε ποιο βαθμό είναι διατεθειμένη η ΕΚΤ να σταθεροποιήσει αυτές τις αγορές ομολόγων.

Σε λιγότερο από 24 ώρες, η γερμανική κεντρική τράπεζα, η Μπούντεσμπανκ, προσπάθησε να μετριάσει τη δήλωση του Ντράγκι, διακηρύσσοντας την αντίθεσή της στην αγορά κρατικών ομολόγων. Παρόλο που αντιπροσωπεύει την πιο ισχυρή χώρα της Ευρωζώνης, η Μπούντεσμπανκ δεν σημαίνει ότι θα ασκήσει κατ’ ανάγκην βέτο σε μια τέτοια απόφαση της 23 μελούς διοίκησης της ΕΚΤ. Αλλά η γνώμη της είναι εξαιρετικά βαρύνουσα και η εναντίωσή της υποδεικνύει πως θα συνεχιστεί η διαπάλη μεταξύ των ηγετών της Ευρώπης σχετικά με το βαθμό που η ΕΚΤ θα αναχαιτίσει την τρέχουσα κρίση.

Βεβαίως, η αναχαίτιση ή ακόμη και η λύση της άμεσης κρίσης [των ισπανικών/ιταλικών ομολόγων] είναι κάτι πολύ διαφορετικό από την έξοδο από την ύφεση και την επιστροφή σε πιο υψηλά επίπεδα απασχόλησης. Η ΕΚΤ θα μπορούσε να τερματίσει την άμεση κρίση θέτοντας απλά μια οροφή στα επιτόκια των ισπανικών και ιταλικών ομολόγων και τερματίζοντας τους φόβους περί χρεοκοπίας αυτών των χωρών. Αλλά για να υπάρξει οικονομική ανάκαμψη στην Ευρώπη, οι ευρωπαϊκές Αρχές θα έπρεπε να αλλάξουν άρδην τις καταστροφικές δημοσιονομικές πολιτικές τους – το σφίξιμο του προϋπολογισμού που έχει ρίξει τις χώρες της Ευρωζώνης στη δεύτερη ύφεσή τους μέσα σε τρία χρόνια. Γι’ αυτό παλεύουν όσοι διαθέτουν κοινή λογική στην Ευρώπη.

Εν τω μεταξύ, ο πρώην πρωθυπουργός της Ελλάδας Γ. Παπανδρέου δήλωσε την περασμένη εβδομάδα αυτό που δεν μπορούσε να πει όταν ήταν στην εξουσία , και κάποιοι το υποπτευόμαστε: Η πρόθεση της τρόικας όσον αφορά την Ελλάδα ήταν ακόμη χειρότερη από το να επιβάλει αντιλαϊκές πολιτικές αλλαγές , όπως περιέγραψα πιο πάνω. "Το μήνυμα ήταν: ‘Τιμωρήστε τους’», είπε ο Παπανδρέου. «Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί διότι αν κάνουμε πολύ εύκολη τη διάσωση και άλλοι θα ζητούν παρόμοια μεταχείριση».

Αυτός φαίνεται να είναι ένας από τους λόγους που οι ευρωπαϊκές Αρχές κατέστρεψαν την ελληνική οικονομία. Είναι σαφές ότι δεν οφείλεται στην έλλειψη πόρων που η τρόικα αποσκοπεί σε άλλη μια αναμέτρηση με την Ελλάδα, καθώς η οικονομία προβλέπεται να συρρικνωθεί 7% το τρέχον έτος: τα [11,5] δισ. ευρώ περικοπών του προϋπολογισμού που θέλει να επιβάλει για τα επόμενα δύο χρόνια είναι ασήμαντα για τις ευρωπαϊκές Αρχές, αλλά σημαίνουν περισσότερη οδύνη και ανεργία για τον ελληνικό λαό.

Υπάρχει ακόμη δρόμος πριν οι ευρωπαϊκές Αρχές βάλουν κάποιο τέλος στον καταστροφικό κοινωνικό σχεδιασμό τους και στις παράπλευρες απώλειες που επιφέρει στην παγκόσμια οικονομία.

*Ο Mark Weisbrot είναι ένας από τους διευθυντές του Center for Economic and Policy Research, με έδρα την Ουάσιγκτον. Ο πρωτότυπος τίτλος του άρθρου είναι «Πώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κατέληξε να ελέγχει τη μοίρα της παγκόσμιας οικονομίας» 

Πηγή:tometopo

Δεν υπάρχουν σχόλια :