Του Γιάννη Τόλιου*
Η κρίση της ευρωζώνης βαθαίνει όσο αποτυγχάνουν
τα διάφορα μέτρα στήριξης της από τις Συνόδους Κορυφής της ΕΕ θέτοντας υπό
αμφιβολία τη βιωσιμότητα της. Δεν είναι τυχαίο που τελευταία έρχονται
στο προσκήνιο παλιές και νέες ιδέες για την πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης,
ενώ και όλο πυκνώνουν οι εγκλίσεις από γνωστούς «ευρωπαϊστές» για την
ανάληψη πρωτοβουλιών σωτηρίας της.
Σε δήλωση του πρώην καγκελάριου της Γερμανίας
Χέλμουτ Σμιθ, απέδωσε τις αιτίες της κρίσης στην πολιτική της γερμανικής
κυβέρνησης, τονίζοντας ότι «η Άνγκελα Μέρκελ δεν είναι γεννημένη ευρωπαία»
και ζήτησε «μερική αμοιβαιοποίηση του ευρωπαϊκού χρέους» κά. («Τα Νέα»,
9.8.12) Σε ανάλογο πνεύμα ο πρώην προέδρος της Κομισιόν Ρομάνο Πρόντι σε
άρθρο του στη αμερικάνικη εφημερίδα «Christian Science Monitor» καλεί τη
Γερμανία να παίξει τον ηγετικό της ρόλο προς μια ομοσπονδιακή Ευρώπη («Αυγή»,
14.8.12). Κατά τον Πρόντι «μονάχα αν οι ευρωπαϊκές χώρες κάτω
από μια γερμανική ηγεσία επαναδεσμευθούν το ευρωπαϊκό οικοδόμημα ….θα
καταφέρουμε να προχωρήσουμε δυνατά προς μια πολιτική ένωση από την κύρια είσοδο
και όχι από το παράθυρο,δρομολογώντας μια νέα συνταγματική διαδικασία».!
Επίσης τρεις γνωστοί γερμανοί διανοούμενοι (Χάμπερμας-Μποφίνγκερ-Ρίμελιν) σε
κείμενο τους («Καθημερινή», 19.8.12), θεωρούν ότι ότι η ΟΝΕ δεν είναι
πλέον βιώσιμη και προτείνουν εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης με
πολιτική ενοποίηση τουλάχιστον των χωρών της ευρωζώνης, καθώς και την
υιοθέτηση Ευρωσυντάγματος με τηνπραγματοποίηση
δημοψηφίσματος σε όλες τις χώρες. Επίσης ζητούν την προσωρινή αναστολή του
δημοσιονομικού συμφώνου, την αναδιάρθρωση του χρέους των χωρών της
ευρωζώνης που αντιστοιχεί στη συμφωνία του Μάαστρχτ, καθώς και κοινή
εγγύηση των κρατικών ομολόγωνώστε να αποφευχθεί το ρίσκο χρεοκοπίας ενός
κράτους», κά.
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΑΞΙΚΑ ΟΥΔΕΤΕΡΗ
Ωστόσο η πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης δεν είναι
απλά υπόθεση αφηρημένων οραματισμώνκαι «καλών προθέσεων», αλλά
συνδέεται στενά με το ευρύτερο πλέγμα διακρατικών και ταξικών σχέσεων
και αντίστοιχων συμφερόντων. Η ευρωπαϊκή ενοποίηση ως πολιτική
«συνεργασίας» κυρίαρχων αστικών τάξεων γίνεται με βάση το κριτήριο της
ισχύος» και του ανταγωνισμού. Όσο πιο ισχυρή είναι μια χώρα σε
οικονομικό και πολιτικό επίπεδο, τόσο πιο βαρύνουσα θέση κατέχει στη
διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η ισχύς των μεγαλύτερων και πλουσίων
χωρών στο θεσμικό πεδίο εκδηλώνεται με τις αποφάσεις που λαμβάνονται για το
μέλλον της συγκεκριμένης ενοποίησης. Η «μεγάλη πατρίδα» (Γερμανία)
επιχειρεί μέσω κυρίως του ενιαίου νομίσματος (ευρώ) να
διεμβολίσει τις «μικρές πατρίδες» θέτοντας την οικονομία της ΕΕ υπό
γερμανική σκέπη.
Οι αντιθέσεις μεταξύ των κυρίαρχων εθνικών ελίτ για το ρόλο
της «ηγεμονίας», αλλά και η αποφυγή ανάληψης αντίστοιχων «υποχρεώσεων» (ανακατανομής
πόρων μέσω ομοσπονδιακού προϋπολογισμού, έκδοση «ευρωομόλογου» για στήριξη
αδύναμων οικονομιών, κά), φρενάρει την ιδέα της «ομοσπονδιακής
ένωσης». Αυτή η αντίφαση επιτείνει τα φαινόμενα «απόκλισης» αντί «σύγκλισης»
των οικονομιών, ενίσχυσης των «κεντρόφυγων» αντί των «κεντρομόλων»
τάσεων, καθώς την «ανισόμετρη οικονομική ανάπτυξη» στα πλαίσια της
Ένωσης. Γι' αυτό και η ΕΕ, πολύ περισσότερο ηευρωζώνη, δεν
μπορεί να ανταποκριθεί στις εξωπραγματικές διακηρύξεις και ουτοπικά οράματα
περί «οικονομικής σύγκλισης», «κοινωνικής συνοχής», «Ευρώπης
των λαών», κά, όταν κυρίαρχο ρόλο παίζουν σε οικονομικό και πολιτικό
επίπεδο οι δυνάμεις του μεγάλου κεφαλαίου που ενεργούν με
όρους ισχύος, ανταγωνισμού και ηγεμονίας,
αντί ισότιμης συνεργασίας, αλληλεγγύης, κοινωνικής δικαιοσύνης, ουσιαστικής
δημοκρατίας και λαϊκής κυριαρχίας.
Σε αυτήν τη βάση πρέπει να αναλύσουμε και τη στάση των
ηγετικών ελίτ σε επίπεδο ΕΕ, ΗΠΑ, ακόμα και στους κόλπους
των G-8, για το ελληνικό ζήτημα. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει το
κοινό ανακοινωθέν τους (19.5.12), «συμφωνούμε για τη σημασία που έχει μια
ισχυρή και συνεκτική ευρωζώνη για την παγκόσμια σταθερότητα και ανάπτυξη, και
επιβεβαιώνουμε το ενδιαφέρον μας να παραμείνει η Ελλάδα στην ευρωζώνη σεβόμενη
τις δεσμεύσεις της». (Νέα, 21.5.12) Ανάλογη θέση εκφράζουν και οι θεσμικοί
εκπρόσωποι διεθνών οργανισμών, όπως η Κρ.Λαγκάρντ (ΔΝΤ), Άνχελ
Γκουρία (ΟΟΣΑ), κά. Συμπερασματικά, η σύγχρονη «Ιερή
Συμμαχία» συμφωνεί στην κεντρική κατεύθυνση υπεράσπισης των
συμφερόντων των πιστωτών και αναζητούν «επίλυση» του προβλήματος
του χρέους με σκληρά προγράμματα λιτότητας σε βάρος λαών και εργαζόμενων.
Κατά συνέπεια παρ’ ότι η συζήτηση ξεκινά για τη
δυνατότητα παραμονής της Ελλάδας στο ευρώ, στην ουσία αφορά το μέλλον των
χωρών της ευρωζώνης και κατά προέκταση του διεθνούς καπιταλιστικού
συστήματος. Δεν είναι τυχαία τα διάφορα σενάρια και αναλύσεις κι
από τις δύο όχθες του Ατλαντικού, για το πιθανό κόστος μιας ενδεχόμενης
εξόδου (ελεγχόμενης ή μη) της Ελλάδας από
το ευρώ, τόσο για την ίδια, όσο και για την ευρωζώνη. Εκτός από τις
διεθνείς και άλλες προεκτάσεις, από καθαρά οικονομική άποψη, μια τέτοια έξοδος
εκτιμάται ότι θα κόστιζε στην ευρωζώνη πάνω από 1 τρις €.
Η ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΖΩΝΗΣ
Η κρίση της ευρωζώνης απασχολεί όπως είναι φυσικό και τις
αριστερές-ριζοσπαστικές δυνάμεις σεεθνικό και υπερεθνικό
επίπεδο. Είναι γεγονός ότι η ταξική πάλη στην ΕΕ γενικά και
ειδικότερα στα πλαίσια της «ευρωζώνης» αποκτά νέα
στοιχεία. Ταυτόχρονα η κρίση οδηγεί στην εμφάνιση ποικίλων προσεγγίσεων για
τις προοπτικές παραμονής μιας χώρας στην ευρωζώνη, καθώς και για τις
προεκτάσεις «αθέτησης πληρωμών» και επιστροφής στο εθνικό
νόμισμα. Αυτό που έχει γίνει πλέον καθαρό είναι ότι η υπέρβαση του
«εθνικού» στο όνομα της «υπερεθνικής πατρίδας» (ευρωπαϊκής ενοποίησης) δεν
συνοδεύεται από ένα φερέγγυο πλαίσιο διασφάλισης των εθνικών, πολύ
περισσότερο των λαϊκών συμφερόντων. Η ιδέα της «Ευρώπης των λαών και
των εργαζόμενων» είναι ασύμβατη με τους νεοφιλελεύθερους «πυλώνες»
της ευρωζώνης (Σύμφωνο Σταθερότητας, ΕΚΤ, Σύμφωνο για Ευρώ,
Μηχανισμός Στήριξης + Μνημόνια, Δημοσιονομικό Σύμφωνο, κά). Η λύση
για τη μεγάλη πλειοψηφία λαών και εργαζόμενων βρίσκεται στην ανατροπή
του ταξικού οικοδομήματος της ευρωζώνης, η οποία ανεξάρτητα από τον τρόπο
που θα γίνει, θα πρόκειται για «ριζοσπαστική ανατροπή» και σε κάθε
περίπτωση για την εξουσία των λαών της Ευρώπης και όχι των πολυεθνικών
επιχειρήσεων. Το πως ακριβώς θα πραγματοποιηθεί, ξεκινώντας από μια, δυο,
τρεις..... δέκα τρεις ή όλες μαζί χώρες, παραμένει ανοικτό πολιτικό ζήτημα!
Από αυτήν άποψη έχει μεγάλη σημασία ο προσδιορισμός των
βασικών αξόνων του εναλλακτικού προγράμματος προοδευτικής εξόδου από
την κρίση, σε εθνικό και υπερεθνικό
επίπεδο. Ασφαλώς μια «Ενωμένη Ευρώπη» με νεοφιλελεύθερα
υλικά ακόμα και αν πραγματοποιηθεί, θα πρόκειται για μια Ένωση σε
«αντιδραστική κατεύθυνση» που δεν έχει σχέση με το
όραμα της Ευρώπης των λαών και των εργαζόμενων. Η τελευταία
προϋποθέτει επαναθεμελίωση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος σε νέα βάση και
με νέα αρχιτεκτονική. Για τους λαούς και τους εργαζόμενους της
Ευρώπης, ιδιαίτερα των χωρών της περιφέρειας, η ανατροπή της
πολιτικής των Μνημονίων που στην Ελλάδα προωθεί η
κυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ και η διαγραφή του
μεγαλύτερου μέρους του χρέους, αποτελεί ζήτημα επιβίωσης για
το λαό, ενώ παράλληλα σηματοδοτεί την αναγκαιότητα για μια νέα πορεία της
Ευρώπης προς το «ιστορικά αναγκαίο», τη σοσιαλιστική προοπτική.
Κατά συνέπεια για τις αριστερές-ριζοσπαστικές
δυνάμεις της ΕΕ, το ζήτημα της ευρωζώνης έχει στρατηγική σημασία και οι
απόψεις που μιλούν για παραμονή «πάση θυσία» σε αυτήν, δεν σηματοδοτούν
φερέγγυα απάντηση στα πλαίσια αυτής της στρατηγικής. Αντίθετα με αφετηρία την
ανατροπή του Μνημονίου και τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους,
ανοίγεται δρόμος για μια ελπιδοφόρα προοπτική της ελληνικής κοινωνίας. Ωστόσο
από μόνα τους κι αυτά δεν αρκούν. Χρειάζεται παράλληλα η εφαρμογή
προγράμματος ριζοσπαστικών αλλαγών που να διευκολύνουν την προοδευτική
έξοδο από την κρίση. Ειδικότερα ανάκτηση του ελέγχου των βασικών εργαλείων
άσκησης της οικονομικής πολιτικής (συναλλαγματικής, νομισματικής, πιστωτικής, δημοσιονομικής,εισοδηματικής, αναπτυξιακής,
κλπ). Χρειάζεται επίσης εθνικοποίηση-κοινωνικοποίηση των τραπεζών,έλεγχο
της κίνησης κεφαλαίων, αξιοποίηση λαϊκών αποταμιεύσεων για στήριξη
της ανάπτυξης και παραγωγικής ανασυγκρότησης της οικονομίας.
Το τελευταίο προϋποθέτει και επεξεργασία ανορθωτικού
προγράμματος με στόχο την αύξηση της απασχόλησης, του εθνικού
εισοδήματος και δικαιότερης κατανομής του. Επίσης ριζική
εξυγίανση δημόσιων οικονομικών με αύξηση εσόδων και δικαιότερος επιμερισμός των
φορολογικών βαρών. Πολιτική δαπανών με αναπτυξιακά, κοινωνικά
και περιβαλλοντικά κριτήρια. Στήριξη της αγοραστικής δύναμης
μισθών και συντάξεων, ενίσχυση κοινωνικών δαπανών,
ειδικά προγράμματα στήριξηςοικογενειακής γεωργίας και μικρο-μεσαίων
επιχειρήσεων. Επιστροφή υπό εθνικό έλεγχο όλων των
ιδιωτικοποιημένων ΔΕΚΟ και επέκταση τους σε νέους τομείς
στρατηγικής σημασίας.Καταπολέμηση καρτέλ και μονοπωλιακών δομών,
περιορισμός και έλεγχος δράσης των πολυεθνικών εταιριών. Ανάπτυξη ισότιμων
οικονομικών σχέσεων με όλες τις χώρες στα πλαίσια μιας πολυδιάστατης εξωτερικής
πολιτικής. Βαθύς εκδημοκρατισμός του κράτους, ανάπτυξη θεσμών λαϊκού
ελέγχου και γνήσιας συμμετοχής των εργαζόμενων στα βασικά κέντρα των λήψης
αποφάσεων, κά.
Οι παραπάνω άξονες αμφισβητούν τον πυρήνα της
νεοφιλελεύθερης πολιτικής και είναι η αφετηρία ριζοσπαστικών
αλλαγών για προωθημένους κοινωνικούς μετασχηματισμούς με
ορίζοντα τοσοσιαλισμό. Δεν έχουν αποκλειστικά εθνοκεντρικό
προσανατολισμό, αλλά στο σύνολο τους σχεδόν μπορούν να εφαρμοστούν σε
υπερεθνικό επίπεδο, στα πλαίσια μιας πραγματικής δημοκρατικής ένωσης χωρών και
λαών ομοσπονδιακού χαρακτήρα σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο. Η εφαρμογή
του προγράμματος κοινωνικοοικονομικής ανόρθωσης ανταποκρίνεται στις ανάγκες,
συμφέροντα και προσδοκίες της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού και πρώτα
απ’ όλα των μισθωτών-εργαζόμενων, της αγροτιάς, των μικρών και μεσαίων
επιχειρήσεων και της νέας γενιάς. Οι συγκεκριμένοι άξονες εναλλακτικής
πρότασης αποτελούν την «κόκκινη γραμμή» για μια ελπιδοφόρα προοπτική της
ελληνικής κοινωνίας και δεν μπορούν να τεθούν υπό την «αίρεση» της παραμονής ή
μη στο πλαίσιο της ευρωζώνης. Στο βαθμό που το συγκεκριμένο πλαίσιο θέτει (και
όπως είναι σήμερα θέτει) ουσιαστικά εμπόδια σε αυτήν την προοπτική, η υπέρβαση
του με αποδέσμευση από την ευρωζώνη αποτελεί αδήρρητη ανάγκη.
ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ
Οι πολιτικές-κοινωνικές προϋποθέσεις για προώθηση των
παραπάνω είναι η ανάδειξη κυβέρνησης αριστερών-ριζοσπαστικών δυνάμεων,
προϊόν μιας συμπαραταγμένης Αριστεράς. Η ανάπτυξη ενός ρωμαλέου και
πολύμορφου κινήματος αντίστασης, ανατροπής και αλληλεγγύης,
κατά τωναντιλαϊκών πολιτικών, αποτελεί «όχημα βάσης» στην
προώθηση του σχεδίου. Η παθητικότητα, μοιρολατρία και αποδοχή τετελεσμένων,
είναι η χειρότερη επιλογή και δεν αντιστοιχεί στις αγωνιστικές παραδόσεις, τις
ιστορικές παρακαταθήκες, την αδούλωτη, υπερήφανη και αξιοπρεπή
στάση του ελληνικού λαού προς ξένους και εγχώριους δυνάστες. Ο συντονισμός
και η αναβάθμιση της δράσης με ανάλογα κινήματα στις χώρες της ΕΕ, αποτελεί
στις σημερινές συνθήκες, αναντικατάστατο μέσο επιτυχίας των πιο πάνω στόχων και
ενθάρρυνσης ανάλογων ανατροπών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, που θα ανοίξει νέους
ελπιδοφόρους ορίζοντες για μια Ευρώπη των λαών, των εργαζόμενων και της
σοσιαλιστικής προοπτικής.
*Ο Γιάννης Τόλιος είναι διδάκτωρ οικονομικών επιστημών.
Πηγή:iskra
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου