Του Δημήτρη Δημητούλη
Η πάλη των τάξεων δεν αντιπροσωπεύει μόνο την εσωτερική αντίφαση των παραγωγικών σχέσεων με τον εαυτό τους. Αντιπροσωπεύει, ταυτόχρονα, σύμφωνα με την έκφραση του Ένγκελς στο Αντι-Ντύρινγκ, την εξέγερση των παραγωγικών δυνάμεων εναντίον του τρόπου παραγωγής.
-----------
Στις 12 και 17 του Απρίλη 1871 ο Μαρξ θα στείλει τα παρακάτω γράμματα στον Κούγκελμαν, τον γερμανό επαναστάτη, γιατρό από το Αννόβερο και μέλος της πρώτης Διεθνούς, στις οποίες, θα διατυπώσει, εν θερμώ, τις πρώτες του σκέψεις για την πρώτη νικηφόρα -για 72 ημέρες- προλεταριακή επανάσταση, την πρώτη πιο βαθιά και βέβηλη ρωγμή του χρόνου στη διαχρονική εποποιία της πάλης των τάξεων.
«Όπως και νάναι, αυτή η τωρινή εξέγερση του Παρισιού –ακόμη κι αν υποκύψει στους λύκους, τα γουρούνια και τα διεφθαρμένα παράσιτα της παλιάς κοινωνίας-είναι το πιο ένδοξο κατόρθωμα του κόμματός μας ύστερα από την παρισινή εξέγερση του Ιούνη. Ας συγκρίνει κανείς μ’ αυτούς τους παρισινούς που κάνουν έφοδο ακόμη και στον ουρανό, τους δούλους της γερμανο-πρωσικής ιερής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας με τις μεταθανάτιες μασκαράτες της, που μυρίζουν στρατώνα, εκκλησία, επαρχιώτικη αριστοκρατία και πάνω απ’ όλα φιλισταϊσμό.... Ακριβώς γι’ αυτό έβαλαν τους παριζιάνους μπροστά στο δίλημμα: ή να δεχθούν τον αγώνα ή να υποκύψουν δίχως αγώνα. Ο εκφυλισμός της εργατικής τάξης στην τελευταία περίπτωση θα ήταν μια πολύ μεγαλύτερη συμφορά από το xαμό ενός οποιουδήποτε αριθμού «ηγετών». Η πάλη της εργατικής τάξης με την τάξη των κεφαλαιοκρατών και το κράτος της μπήκε σε νέα φάση χάρη στον παρισινό αγώνα. Όποια κι αν είναι τα άμεσα αποτελέσματα έχει κατακτηθεί ένα νέο αφετηριακό σημείο κοσμοϊστορικής σπουδαιότητας.»
(ΜARX-Engels, Collected Works, τ.44,σελ:132,137)
Ίσως και η ίδια η εποχή μας να ήταν αδιανόητη χωρίς την κατάκτηση αυτού του νέου αφετηριακού σημείου, χωρίς αυτήν την έφοδο στους ουρανούς, όχι βέβαια υπό την έννοια του μηχανιστικού ντετερμινισμού, της μονογραμμικής αιτιοκρατικής αλληλουχίας, αλλά υπό την έννοια του διαλεκτικού καθορισμού και της διαμεσολάβησης που διαπερνά και νοηματοδοτεί την ίδια την ιστορία των ανθρώπων. Και η εποχή μας σφραγίζεται ανεξίτηλα από την πρωτόγνωρη κλιμάκωση της ανταγωνιστικής αντίθεσης ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα των παραγωγικών δυνάμεων και τις κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής, δηλαδή την ιδιωτική, ανταγωνιστική μορφή ιδιοποίησης των δυνάμεων αυτών η οποία σημαδεύει με τη σειρά της το περιεχόμενο και τον τρόπο ανάπτυξής τους.
Πρέπει στο σημείο αυτό να υπογραμμίσουμε, ότι δεν πρόκειται για μια εξωτερική αντίθεση ανάμεσα σε δύο χωριστές πραγματικότητες, που η μια αποκλείει την άλλη. Δεν βρίσκονται από τη μια μεριά οι κοινωνικά «ουδέτερες» παραγωγικές δυνάμεις και από την άλλη οι ταξικά «μεροληπτικές» σχέσεις παραγωγής. Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει. Η μια προϋποθέτει την άλλη και διεισδύει σ’ αυτή. Συγκροτούν μιαν ανυπέρβλητη διαλεκτική ενότητα που εμπεριέχει, από την ίδια της τη φύση, την αντίθεση. Η ενότητα αυτή των αντιθέτων δεν είναι άλλη από τον τρόπο παραγωγής γενικά και τον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής ειδικότερα.
Η αντίθεση αυτή αποτελεί την κινητήρια δύναμη της ιστορικής περιπέτειας. Δεν είναι η μοναδική, είναι όμως η καθοριστική. Η πιο άμεση μορφή αυτής της αντίθεσης είναι η πάλη των τάξεων. Στο βάθος –θα πει ο γάλλος μαρξιστής φιλόσοφος Lucien Seve στο έργο του UNEINTRODUCTION A LA PHILOSOPHIE MARXISTE– οι δύο αυτές διατυπώσεις είναι ισοδύναμες. Γιατί η εργατική τάξη δεν είναι μόνο η μια από τις πλευρές των παραγωγικών σχέσεων, αλλά επίσης και καταρχήν η κύρια παραγωγική δύναμη. Γι’ αυτό το λόγο η πάλη των τάξεων δεν αντιπροσωπεύει μόνο την εσωτερική αντίφαση των παραγωγικών σχέσεων με τον εαυτό τους. Αντιπροσωπεύει, ταυτόχρονα, σύμφωνα με την έκφραση του Ένγκελς στο Αντι-Ντύρινγκ, την εξέγερση των παραγωγικών δυνάμεων εναντίον του τρόπου παραγωγής και κατά συνέπεια την αντίθεση στο σύνολό της.
Δύο θανάσιμα ανταγωνιστικές δυνατότητες συγκρούονται στην ιστορική εποχή που διανύουμε. Από τη μια μεριά η δυνατότητα του κεφαλαίου να ολοκληρώσει μια πολεμική σταυροφορία μακράς στρατηγικής πνοής, που ξεκίνησε περίπου από την κρίση υπερσυσσώρευσης του 1973, και δεν εξελίσσεται με ευθύγραμμο τρόπο, επιβάλλοντας μια ανασυγκρότηση του συνόλου των όρων αναπαραγωγής του και επιβολής της εξουσίας του σε βάρος του κόσμου της εργασίας και των άλλων υποτελών τάξεων.
Από την άλλη, η αντικειμενική δυνατότητα του κόσμου της εργασίας και των ανταγωνιστικών προς το κεφάλαιο κινημάτων να κλονίσουν τη σταυροφορία αυτή, επιβάλλοντας μια ανολοκλήρωτη ρωγμή στο αφόρητο ιστορικό συνεχές, αφού για όλα αποφασίζει η πάλη των τάξεων και κανένας μηχανιστικός ντετερμινισμό-φαταλισμός. Αλλά και να διαμορφώσουν τους κοινωνικούς, πολιτικο-οργανωτικούς και ιδεολογικούς όρους για μια νέα έφοδο στους ουρανούς προς αναζήτηση μιας νέας «πολιτείας του ήλιου», για μια επαναστατική ρωγμή στη μονότονη επανάληψη του ιδίου, προς διάψευση του μεγάλου αλεξανδρινού ποιητή, που αναπλάθοντας την τραγική υπόσταση της προϊστορίας των ανθρώπων, ίσως και να μας προειδοποιούσε λέγοντας «τη μια μονότονη ημέρα άλλη μονότονη το ίδιο διαδέχεται και καταντάει το αύριο σαν αύριο να μην μοιάζει».
Η παραπάνω αντίθεση και οι ιστορικά συγκεκριμένες μορφές εμφάνισής της αποτελούν το υλικό-αντικειμενικό υπόστρωμα πάνω στο οποίο οικοδομείται τόσο η δυνατότητα, όσο και η αναγκαιότητα επεξεργασίας και διατύπωσης του προγράμματος μετάβασης από το βασίλειο της ανάγκης στο βασίλειο της ελευθερίας στην ιστορική εποχή που διανύουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου