Tου Γιώργου Πετρόπουλου
Η επίθεση εναντίον του καθηγητή -και στελέχους του «Ποταμιού»- Νίκου Μαραντζίδη είναι αυτονόητα καταδικαστέα. Τέτοιες πρακτικές δεν οδηγούν πουθενά και φυσικά δεν συνιστούν ιδεολογική και πολιτική αντιπαράθεση. Κατά κανόνα φέρνουν το αντίθετο ακριβώς αποτέλεσμα. Ηρωοποιούν το θύμα και γίνονται αντικείμενο εύκολης και- εν πολλοίς- αποτελεσματικής πολιτικής εκμετάλλευσης. Έτσι αξιοποιήθηκε -και αυτή τη φορά- η υπόθεση Μαραντζίδη.
Ο ίδιος, μάλιστα, ο Ν. Μαραντζίδης -σαν έτοιμος από καιρό- έδωσε και την πολιτική ταυτότητα των δραστών. Του αυτοσυστήθηκαν!!! Λέει ο ίδιος: «Φορούσαν μαύρα, τους πέρασα για χρυσαυγίτες είπα ‘‘ωχ μπλέξαμε’’, στην πορεία κατάλαβα ότι ήταν του αντιεξουσιαστικου χώρου επειδή ο ένας από τους τρεις είπε ‘‘τι είναι αυτά που γράφεις για όλα φταίει η αριστερά’’; Τότε κατάλαβα είναι η άλλη πλευρά».Αν υποθέσουμε πως τα λεγόμενα του Μαραντζίδη είναι αληθινά, η πολιτική προβοκάτσια είναι εμφανής. Κανείς δεν πάει να χτυπήσει κάποιον δείχνοντας την πολιτική του ταυτότητα. Σε τέτοιες δουλειές δεν υπάρχουν ηλίθιοι. Συνεπώς, αν επιδείχτηκε πολιτική ταυτότητα- κατά πως ισχυρίζεται ο Μαραντζίδης- αυτό περισσότερο μοιάζει με πολιτική προβοκάτσια παρά με κάτι άλλο. Ο κ. καθηγητής είναι αρκετά έξυπνος και έμπειρος για να το καταλάβει. Απλά ή δεν θέλει να καταλάβει γιατί στόχο έχει να αξιοποιηθεί το γεγονός σε βάρος της Αριστεράς ή όλη αυτή η ιστορία περί συστάσεων είναι κατασκευασμένη από την αρχή ως το τέλος. Σε κάθε περίπτωση ο στόχος είναι ο ίδιος: Η Αριστερά.
Για να γίνει πιο κατανοητό αυτό που λέμε ας σταθούμε λίγο περισσότερο στην περίπτωση Μαραντζίδη. Ο Ν. Μαραντζίδης ασχολείται με την σύγχρονη ελληνική ιστορία και κυρίως με την δεκαετία του ‘40. Ο ίδιος δεν είναι ιστορικός. Είναι πολιτικός επιστήμονας. Συντάχθηκε όμως αμέσως -εδώ και πάνω από μία δεκαετία- με το λεγόμενο αναθεωρητικό ρεύμα της ιστορίας, πίσω από τον, επίσης, πολιτικό επιστήμονα και καθηγητή του Yale Στάθη Καλύβα. Σκοπός αυτού του ρεύματος ήταν να αποκαταστήσει, δήθεν, την ιστορική αλήθεια αναδεικνύοντας τα «εγκλήματα» της Αριστεράς στα χρόνια της κατοχής και αποκαθιστώντας τους δοσιλόγους. Το κύριο δόγμα τους για τους τελευταίους (τους δοσιλόγους δηλαδή) ήταν πολύ απλό και εύπεπτο: Δεν ήταν δοσίλογοι εκείνοι που συνεργάστηκαν με τους κατακτητές. Ήταν αντικομουνιστές. Και ως αντικομουνιστές για να πετύχουν το χτύπημα του κομμουνισμού αξιοποίησαν τις δυνατότητες που μπορούσε να τους δώσει ο κατακτητής.
Η αναθεωρητική σχολή Καλύβα – Μαραντζίδη - Αντωνίου και μερικών άλλων, δούλευε σε ένα ευρύτερο πρόγραμμα του Πανεπιστημίου του Yale που στόχευε στην αναθεώρηση της ιστορίας γύρω από τους εμφυλίου πολέμους σε όλη την Νοτιοανατολική Ευρώπη, ξεκινώντας από την Ισπανία, τα Βαλκάνια και φτάνοντας στην καρδιά της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Ο σχεδιασμός αυτού του προγράμματος είχε βαθύτατο κοινωνικοπολιτικό χαρακτήρα. Εμείς στην Ελλάδα, γλωσσικά, δεν αποδίδουμε τη ορθή σημασία του πολέμου που συνηθίσαμε να ονομάζουμε εμφύλιο. Λέμε «εμφύλιος» και εννοούμε ότι ο αδελφός στρέφεται εναντίον του αδελφού. Αυτή είναι η ευρύτερη εντύπωση που δημιουργείται με αποτέλεσμα να ενεργοποιείται άμεσα ένα ηθικό κριτήριο που σκεπάζει το κύριο. Ότι ο εμφύλιος πόλεμος είναι κοινωνικός πόλεμος. Είναι ο πόλεμος ανάμεσα σε κοινωνικές τάξεις και ομάδες μιας κοινωνίας, ενός κοινωνικού συστήματος. Είναι ένας ταξικός πόλεμος. Αντίθετα απ’ ότι εδώ, σ’ όλο τον υπόλοιπο κόσμο όταν λένε «Civil war» αυτό ακριβώς εννοούν: Τον ταξικό, τον κοινωνικό πόλεμο.
Εκπονώντας το Yale το εν λόγω πρόγραμμα για τους εμφυλίους πολέμους στη Νοτιοανατολική Ευρώπη στην πραγματικότητα ήθελε να ανατρέψει στην ιστορική συνείδηση των λαών της ένα κεκτημένο. Μια εμπειρία που -όσο οδυνηρή κι αν ήταν, διότι ο εμφύλιος είναι ο σκληρότερος κι ο πιο τραυματικός από τους πολέμους- υπογράμμιζε τρία πράγματα:
Πρώτον, ότι οι εμφύλιοι πόλεμοι έχουν την βασική τους αιτία στο κοινωνικό καθεστώς.
Δεύτερον, ότι οι εμφύλιοι πόλεμοι στην Νοτιοανατολική Ευρώπη του 20ου αιώνα είχαν ως πρόταγμα το ξεπέρασμα του καπιταλισμού για μια δικαιότερη κοινωνία και ηγέτη τους, από την μεριά των λαϊκών δυνάμεων, τα Κομμουνιστικά Κόμματα και την ευρύτερη Αριστερά που συσπειρωνόταν γύρω από αυτά ή συμμαχούσε μαζί τους.
Τρίτον, ότι σε ορισμένες χώρες αυτός ο πόλεμος κερδήθηκε ενώ σ’ εκείνες που χάθηκε η ηθική δικαίωση (ως ανυστερόβουλος αγώνας για τα λαϊκά δίκαια και τις λαϊκές ελευθερίες) ήταν με το μέρος των ηττημένων και όχι των νικητών. Με το μέρος των ΚΚ και της Αριστεράς.
Το πανεπιστήμιο του Yale είναι ένα από τα καλύτερα του κόσμου και γνωστό από το γεγονός ότι είναι πανεπιστήμιο της CIA. Από εκεί, κυρίως, αντλεί ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός το επιστημονικό δυναμικό που χρειάζεται για να παρεμβαίνει στις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις ανά τον κόσμο. Πρέπει άλλωστε να έχουμε κατά νου ότι οι σύγχρονες μυστικές υπηρεσίες δεν εξαντλούνται στην παρακολούθηση ανθρώπων και κρατών. Κύριο έργο τους είναι η παρέμβαση στις εξελίξεις και η διαμόρφωση εξελίξεων. Ένα τέτοιο πανεπιστήμιο σαν το Yale και μια τέτοια υπηρεσία σαν την CIA γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι κοινωνικές συγκρούσεις είναι το υπ’ αριθμόν ένα ζήτημα που αφορά στην σταθερότητα του καπιταλιστικού συστήματος. Συνεπώς και ο τρόπος που τις αντιλαμβάνονται οι λαοί ως ιστορία και ως ζώσα πραγματικότητα είναι φλέγον, γι’ αυτούς, ζήτημα που δεν μπορεί να τους αφήνει αδρανείς. Γι’ αυτό και επέλεξαν να χτυπήσουν στο ζήτημα των εμφυλίων πολέμων. Χτύπησαν την έσχατη μορφή πάλης για την λύση των κοινωνικών συγκρούσεων όταν όλες άλλες μορφές δεν αποδίδουν. Τις κοινωνικές συγκρούσεις δεν μπορούν να τις αποτρέψουν. Αν ενοχοποιήσουν όμως στην συνείδηση των λαών την κορύφωσή τους καταφέρνουν να έχουν στα χέρια τους ένα ισχυρό όπλο για τον έλεγχό τους.
Δεν χωράει αμφιβολία πως ο Ν. Μαραντζίδης επιλέχθηκε ως ικανός για να πρωταγωνιστήσει στη χώρα μας στην εφαρμογή του προγράμματος του Yale για τους εμφυλίους πολέμους. Οι Αμερικανοί δεν πετάνε στον βρόντο τα λεφτά τους. Η ευκολία μάλιστα με την οποία λάνσαρε την ιστορία ότι οι δράστες που τον χτύπησαν του έδειξαν πολιτική ταυτότητα, είναι μια απόδειξη αυτής της ικανότητας. Πρωτίστως δε της αποφασιστικότητας που τον διακατέχει να φανεί ως το τέλος συνεπής στις υποχρεώσεις του. Υπό αυτό το πρίσμα δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη ότι το Ηλεκτρονικό ΒΗΜΑ στο κύριο άρθρο του (3/7/2014) επαναφέρει εντελώς απροκάλυπτα την θεωρία των δύο άκρων. Υπό τον τίτλο «Διμέτωπος απέναντι στους μελανοχίτωνες και στους ερυθροφρουρούς» το άρθρο καταλήγει: «Ο φασισμός δεν έχει χρώμα. Και στην προκειμένη περίπτωση ο δημοκρατικός διμέτωπος είναι επιβεβλημένος».
Εντάξει. Καταλάβαμε. Τι είναι άραγε εκείνο που φοβάστε ότι έρχεται από το μέλλον για να μην κρατάτε ούτε τα προσχήματα;
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου