Παρασκευή 29 Αυγούστου 2014

Η βία, η Χρυσή Αυγή και οι απολογητές του συστήματος

Tου Γιώργου Πετρόπουλου

Οι πιο επικίνδυνοι τροφοδότες του φασισμού είναι οι απολογητές του συστήματος. Κι αυτό για δύο κυρίους λόγους. Ο ένας είναι ότι επιδιώκουν να καλύψουν τις ευθύνες του καπιταλισμού για την γέννηση και αναπαραγωγή του φαινομένου. Ο δεύτερος αφορά στην στόχευσή τους. Στην ποικιλόμορφή, δηλαδή, αξιοποίηση του φασιστικού φαινομένου για να πλήξουν τους ταξικούς τους αντιπάλους, το εργατικό- λαϊκό κίνημα, τους κομμουνιστές και ευρύτερα την Αριστερά.

Οι χειρότεροι απολογητές του συστήματος είναι οι πρώην αριστεροί. Ένας τέτοιος, για παράδειγμα, είναι ο εκδότης και παλιό στέλεχος του Ρήγα Φεραίου (που είσαι νιότη που ‘λεγες πως θα γινόμουν άλλος) Πέτρος Παπασαραντόπουλος. Ο κύριος αυτός εξέδωσε ένα βιβλίο από το Επίκεντρο (την μετεξέλιξη του παλιού Παρατηρητή) με τίτλο «Εξτρεμισμός και πολιτική βία στην Ελλάδα- Το BigBag της Χρυσής Αυγής».

Τρικυμία εν κρανίω ή άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε…


Στην προσέγγισή του για την Χρυσή Αυγή καταλήγει σε τέσσερις κεντρικές και ταυτόχρονα αντιφατικές εκτιμήσεις- συμπεράσματα.

Η πρώτη: «Ο βασικός παράγοντας για την εκλογική επιτυχία της Χρυσής Αυγής ήταν η κοινωνική νομιμοποίηση και αποδοχή της βίας από μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος» (σελ. 139).

Η δεύτερη: «Ο Κασιδιάρης πέταξε ένα ποτήρι με νερό στην υποψήφια βουλευτή του Σύριζα Ρένα Δούρου και χαστούκισε την υποψήφια βουλευτή του ΚΚΕ Λιάνα Κανέλλη. Διέφυγε από το τηλεοπτικό στούντιο για να αποφύγει τη σύλληψη και κρυβόταν μέχρι να παρέλθει η προθεσμία της αυτόφωρης διαδικασίας. Από εκείνη την ημέρα και μετά, η καθοδική καμπύλη της Χρυσής Αυγής πήρε την ανιούσα. Από το 4% που είχε στις δημοσκοπήσεις μέχρι την ημέρα του επεισοδίου, έφτασε στο 5,4% (άνοδος 35%) μέσα σε λίγες ημέρες για να πάρει 6.9% στις εκλογές της 17ηςΙουνίου 2012» (σελ. 151).

Η τρίτη: «Η Χρυσή Αυγή ήλθε για να μείνει στην ελληνική κοινωνία, επειδή έχει βαθύτατες κοινωνικές ρίζες» (σελ. 137).

Η τέταρτη: «Το εύφορο έδαφος για τις ακραίες θέσεις της Χρυσής Αυγής θα γίνει άγονο (όχι ολοκληρωτικά) μόνο εάν ο λαϊκισμός του ‘‘αντιμνημονίου’’ υποχωρήσει στην Ελλάδα και κυρίως εάν στιγματιστεί κοινωνικά και αποδυναμωθεί ιδεολογικά η χρήση της πολιτικής βίας και των αντιδημοκρατικών μεθόδων» (σελ. 155- 156).

Για να δούμε σε πιο απλά ελληνικά τι μας λέει αυτός ο κύριος: Η Χρυσή Αυγή- ισχυρίζεται- είχε εκλογική επιτυχία επειδή την χρήση βίας αποδέχεται μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος. Την ίδια ώρα, όμως, υποστηρίζει ότι η Χρυσή Αυγή είχε εκλογική καθοδική πορεία, η οποία μετατράπηκε σε ραγδαία ανοδική όταν ο Κασιδιάρης έριξε νερό στη Δούρου και χαστούκισε την Κανέλλη.

Αν αποδεχτούμε ότι η αποδοχή της χρήσης βίας φταίει για την εκλογική άνοδο της Χρυσής Αυγής, τότε σωστό είναι ένα από τα δύο παρακάτω συμπεράσματα. Και τα δύο δεν γίνεται: Ή ότι η κοινωνία αποδέχτηκε την χρήση βίας όταν ο Κασιάδης έκανε όσα έκανε με αποτέλεσμα να επιβραβεύσει εκλογικά τη Χρυσή Αυγή ή ότι η κοινωνία είχε πολύ νωρίτερα αποδεχτεί την βία οπότε το επεισόδιο με τον Κασιδιάρη δεν έπαιξε κανένα ρόλο στην εκλογική εκτίναξη του κόμματος του Μιχαλολιάκου.

Ας προσπεράσουμε όμως αυτή την τρικυμία εν κρανίω του Π. Παπασαραντόπουλου γιατί η επόμενη είναι χειρότερη. Αν πιστέψουμε ότι στην αποδοχή της χρήσης βίας από την κοινωνία βρίσκεται η αιτία της εκλογικής ανόδου της Χρυσής Αυγής τότε που κολλάει το επόμενο συμπέρασμά του ότι το κόμμα του Μιχαλολιάκου ήρθε για να μείνει στην ελληνική κοινωνία γιατί έχει βαθύτατες κοινωνικές ρίζες. Αν έχει τέτοιες ρίζες αυτές ούτε εμφανίστηκαν ούτε εξαντλούνται στην αποδοχή της βίας. Βρίσκονται κάπου άλλου. Συνεπώς το παραμύθι της βίας πάει περίπατο.

Τέλος, αν το έδαφος της Χρυσής Αυγής γίνεται- με την Παπασαροντοπούλεια λογική- άγονο μόνο στην περίπτωση που απορρίψουμε την πολιτική βία, τον «αντιμνημονιακό λαϊκισμό» και την χρήση αντιδημοκρατικών μεθόδων, που βρίσκονται οι βαθιές κοινωνικές ρίζες αυτής της οργάνωσης; Όταν λέμε ότι μια πολιτική οργάνωση έχει βαθιές κοινωνικές ρίζες αυτό σημαίνει ότι εκφράζει συμφέροντα σημαντικών στρωμάτων και τάξεων της κοινωνίας ή προκύπτει από κοινωνικές στρεβλώσεις, παθογένειες και προβλήματα που θέλουν πολύ χρόνο για να ξεπεραστούν ενδεχομένως και δεκαετίες. Η κοινωνική και πολιτική βία είναι μια μορφή εκδήλωσης αυτών των στρεβλώσεων, παθογενειών και προβλημάτων αλλά ποτέ η αιτία τους. Επιπλέον, ακόμη κι αν ήταν η αιτία τους, η πολική και κοινωνική βία δεν είναι ποτέ μονοσήμαντες και μονόπλευρες. Δεν έχουν μία μόνο πολιτική έκφραση.

Από όλα αυτά προκύπτουν αβίαστα μια σειρά ερωτήματα: Ποιες κοινωνικές τάξεις και στρώματα εκφράζει το φασιστικό μόρφωμα της Χρυσής Αυγής ώστε να έχει βαθιές κοινωνικές ρίζες; Από ποιες στρεβλώσεις, παθογένειες ή προβλήματα της σημερινής κοινωνίας γεννήθηκε και ποιος ευθύνεται για όλα αυτά; Αν βία είναι το πρόβλημα, τί είναι αυτό που κάνει τον κ. Παπασαραντόπουλο να πιστεύει πως απ’ αυτήν θα τροφοδοτείται μόνο το φασιστικό φαινόμενο ώστε να καταλήγει στο συμπέρασμα πως «η Χρυσή Αυγή ήρθε για να μείνει»;

Ποια βία γεννάει το φασισμό;


Ας μην γελιόμαστε. Όλα αυτά τα φληναφήματα του Παπασαραντόπουλου- και των ομοίων του- περί βίας αλλού στοχεύουν και θα δούμε στη συνέχεια πού. Η αλήθεια είναι πως όλες οι οργανωμένες ταξικά κοινωνίες στηρίζονται στη βία. Ένας από τους βασικούς πυλώνες τους είναι η βία και το κύριο ζήτημα είναι αν η βία ασκείται από τους πολλούς ή για το συμφέρον των λίγων. Αν ένας άνθρωπος περιορίσει κάποιον άλλον σε έναν χώρο και δεν τον αφήνει να φύγει από εκεί αυτό λέγεται άσκηση βίας. Μόλις όμως από πάνω μπει η ονομασία «κρατική φυλακή» ή επίσημος τόπος εξορίας τότε αυτό λέγεται νομιμότητα. Αν κάποιος δείρει ή σκοτώσει κάποιον αυτό λέγεται βία. Όταν όμως αυτή η πράξη έχει το περίβλημα της αστυνομικής ή της στρατιωτικής υπηρεσίας τότε λέγεται νομιμότητα. Αν αφαιρέσεις την ιδιοκτησία ή το εισόδημα κάποιου με το ζόρι αυτό λέγεται βία. Αν όμως αυτό ονομαστεί είσπραξη φόρων- του ΕΝΦΙΑ για παράδειγμα- τότε λέγεται νομιμότητα.

Αν επιχειρήσει κάποιος να επιβάλλει τη θέληση του στους άλλους- και μάλιστα χωρίς να τους δώσει το παραμικρό δικαίωμα να εκφράσουν την άποψή τους- αυτό λέγεται αντιδημοκρατική συμπεριφορά. Όταν όμως διοικείς μια ολόκληρη κοινωνία με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου και με νόμους που έχουν εκατοντάδες άρθρα αλλά ψηφίζονται ως «άρθρον πρώτο», αυτό λέγεται κοινοβουλευτική δημοκρατία. Γι’ αυτή την βία, την νόμιμη βία ο Π. Παπασαραντόπουλος και οι συν αυτώ δεν λένε λέξη. Αυτή την βία την υπερασπίζονται. Κι όταν στρέφονται κατά της βίας στην πραγματικότητα εκείνο που ζητάνε από τον λαό είναι την υποταγή στη νόμιμη βία. Δηλαδή στη βία της άρχουσας τάξης.

Ο ίδιος ο Παπασαραντόπουλος αυτό το ομολογεί ξεδιάντροπα όταν γράφει: «Εάν δεν συμφωνήσουμε ότι στις νεωτερικές κοινωνίες οι πολίτες έχουν εκχωρήσει με την ελεύθερη βούλησή τους το μονοπώλιο της έννομης βίας στο κράτος και ότι διαρκώς το ελέγχουν για το εάν το χρησιμοποιεί σωστά, τότε η διάλυση του κοινωνικού ιστού θα έχει συντελεστεί ανεπανόρθωτα και τελεσίδικα» (σελ. 161).

Τα περί ελέγχου του κράτους για το πώς χρησιμοποιεί τη βία ας τα αφήσουμε. Είναι παραμύθια για μικρά παιδιά. Αξίζει όμως να σημειώσουμε ότι τα εκλογικά αποτελέσματα των τελευταίων χρόνων δείχνουν την Χρυσή Αυγή πανίσχυρη στα εκλογικά τμήματα που ψηφίζουν αστυνομικοί. Δηλαδή, οι δυνάμεις καταστολής του κράτους- στις οποίες ο Π. Παπασαραντόπουλος θέλει να εκχωρήσουμε το μονοπώλιο της βίας- βρίθουν από ψηφοφόρους του φασιστικού μορφώματος γεγονός που αν μη τι άλλο αποδεικνύει πως αν η βία γεννά το φασισμό, αυτή η βία εκπορεύεται από το ίδιο το αστικό κράτος, την ιδεολογία, τις ιδεοληψίες και την πρακτική του και αναπαράγεται μέσα στην κοινωνία. Δεν μπορεί αυτό να μην το έχουν προσέξει ο κ. Παπασαραντόπουλος και οι άλλοι απολογητές του συστήματος.

Δεν υπάρχουν σχόλια :