Του Μήτσου Βασιλείου
Κάποιες σκέψεις για την ενωτική πάλη απέναντι στη λαίλαπα του νεοφιλελευθερισμού
1. Η σύνθετη κυκλική οικονομική κρίση του καπιταλισμού η οποία πλήττει, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, όλες τις χώρες του κόσμου, εμφανίζεται με χαρακτήρα κοινωνικού τυφώνα στην Ελλάδα και σε χώρες με όμοιο ή παραπλήσιο βαθμό ανάπτυξης και θέσης στο διεθνή καταμερισμό εργασίας.
Κανείς δεν μπορεί να προδιαγράψει αν αυτή η κρίση θα έχει ανάλογες πολιτικές, γεωστρατηγικές επιπτώσεις με εκείνη του 1929. Αν, δηλαδή, το ξαναμοίρασμα αγορών και σφαιρών επιρροής θα οδηγήσει σε εφιαλτική, γενικευμένη σύγκρουση, γιατί, έτσι κι’ αλλιώς, συγκρούσεις περιφερειακού χαρακτήρα διαδέχονται ή μια την άλλη, σχεδόν, καθημερινά.
Η μη ύπαρξη της Σοβιετικής Ένωσης και γενικότερα του σοσιαλιστικού στρατοπέδου κάνει πιο πολύπλοκη την κατάσταση, αφήνει εντελώς ακάλυπτες χώρες και λαούς στην αναμέτρηση των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και όταν συγκρούονται τα βουβάλια τα βατράχια, χωρίς καμιά ουσιαστικά κάλυψη σήμερα, δεινοπαθούν, ποδοπατούνται!
Σχετικά με το ελληνικό δημόσιο χρέος πρέπει να υπογραμμιστεί ότι αυτό δεν είναι χρέος του λαού. Είναι άδικο, ταξικό, και στο μεγαλύτερο μέρος του επονείδιστο, επαχθές, θηλιά στο λαιμό του λαού και της χώρας, θηλιά που θα σφίγγει για δεκαετίες.
Μια κυβέρνηση η οποία θέλει να εναρμονίζεται με τις αγωνίες και τη θέληση του λαού, μια κυβέρνηση, πολύ περισσότερο, της Αριστεράς, οφείλει να κάνει σαφές προς τους «δανειστές», ότι αν δεν υπάρξει ρύθμιση για την απαλοιφή του μεγαλύτερου και επαχθούς μέρους του χρέους θα προχωρήσει σε μονομερή διαγραφή του. Το κρίσιμο ζήτημα που τίθεται είναι: Εξόντωση του λαού ή σωτηρία του. Και μια κυβέρνηση της Αριστεράς δεν μπορεί να έχει δίλημμα στην απάντηση που πρέπει να δώσει.
Επομένως ακύρωση των μνημονίων και επαναδιαπραγμάτευση νέας δανειακής σύμβασης δεν μπορεί παρά να κινηθεί μέσα σ΄ αυτό το πλαίσιο. Προφανώς με παράλληλα και συντονισμένα μέτρα για την ανασυγκρότηση της οικονομίας σε αντίθεση με τις επιλογές των κυρίαρχων δυνάμεων της ΕΕ που για δεκαετίες τώρα μετέβαλαν την Ελλάδα σε μια υπανάπτυκτη ευρωπαϊκή νομαρχία αφού με διάφορους τρόπους γλύκαιναν το χάπι της παραγωγικής καταστροφής!
Σ’ ότι αφορά τη φιλολογία για το όνομα του νομίσματος, για ευρώ ή δραχμή, το θέμα δεν είναι «ευρώ, δραχμή, ή μνα»! Πράγματι το θέμα δεν είναι το όνομα ενός νομίσματος αλλά τι αυτό αντιπροσωπεύει. Αν μια αλλαγή στο όνομα ενός νομίσματος εξυπηρετεί τα συμφέροντα του λαού με ταυτόχρονα μέτρα για την ανασυγκρότηση της οικονομίας σε λαϊκή κατεύθυνση, τότε είναι και ανόητο να υποστηρίζει κανείς ότι το ευρώ ή οποιοδήποτε άλλο νόμισμα είναι … φετίχ!
2.Για λόγους, που εύκολα μπορούν να εξηγηθούν, το εργατικό κίνημα, βρίσκεται για μακρά χρονική περίοδο σε άμυνα. Αναμενόμενο ύστερα από τις συγκλονιστικές, αρνητικές εξελίξεις στις χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Ιδεολογικά, συνδικαλιστικά και οργανωτικά αποδυναμωμένο αποτελεί τον πρώτο και κύριο στόχο της επίθεσης του κεφαλαίου, το μεγαλύτερο θύμα των συνεπειών της κρίσης. Εργασιακά, κοινωνικά, συνδικαλιστικά, δημοκρατικά δικαιώματα, που κατακτήθηκαν με σκληρούς αγώνες και αμέτρητες θυσίες σαρώνονται στο όνομα των λεγόμενων «αναδιαρθρώσεων» και των δήθεν «ωφελημάτων» σε κάποιο απροσδιόριστο μέλλον. Το κεφάλαιο παίρνει την εκδίκησή του για ότι αναγκάστηκε να παραχωρήσει τον προηγούμενο αιώνα κάτω από την πάλη των εργαζομένων και την επίδραση του «υπαρκτού σοσιαλισμού».
Αυτή, σε γενικές γραμμές, είναι η κατάσταση τόσο στην Ελλάδα όσο και σε μια σειρά άλλες χώρες ανάλογης ταυτότητας. Αλλά και στο εσωτερικό των κυρίαρχων δυνάμεων του καπιταλισμού το εργατικό κίνημα αντιμετωπίζει ανάλογα προβλήματα, αλλά ηπιότερου χαρακτήρα μια που ακόμα το κεφάλαιο στις προηγμένες καπιταλιστικές χώρες έχει κάποιες δυνατότητες να προσφέρει στις μάζες μέρος από την παραγόμενη παγκόσμια υπεραξία, από τη ληστεία της ανθρωπότητας.
Αντί ο καλπασμός στην ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών να αποτελεί παράγοντα βελτίωσης της θέσης του εργαζόμενου, να είναι προϋπόθεση για καλύτερες συνθήκες δουλειάς, για μείωση του χρόνου εργασίας ώστε να επιτρέπει τη μείωση της ανεργίας, κλπ, γίνονται εφιάλτης για τους πολλούς, παράδεισος κερδών για τους λίγους.
3. Ο θυελλώδης τρόπος με τον οποίο η κρίση χτύπησε την Ελλάδα, με κυρίαρχη ευθύνη του κομπραδόρικου κεφαλαίου και των πολιτικών δυνάμεων που το υπηρέτησαν, προκαλεί, πέρα απ’ όλα τα άλλα, και έντονους τριγμούς στο πολιτικό σύστημα. Είναι τόσο ρευστή η κατάσταση και τόσο μεγάλη η οργή της πλειοψηφίας του λαού που υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι «οι κάτω δεν θέλουν και οι πάνω δεν μπορούν» και άρα το νέο που κυοφορείται οφείλουν κάποιοι να το ξεγεννήσουν.
Δυστυχώς, αυτό που ονομάζουμε υποκειμενικός παράγοντας, αλλά και οι γενικότερες συνθήκες στον κόσμο δεν επιτρέπουν μια τέτοια αισιόδοξη εξέλιξη στο άμεσο μέλλον. Ο επαναστατικός βερμπαλισμός δεν συμβάλει στην κατανόηση της πραγματικότητας, στην ανάγκη συσπείρωσης δυνάμεων για να ξεφύγει το εργατικό και επαναστατικό κίνημα από τη θέση της άμυνας. Η παραγνώριση της πραγματικότητας είναι σα να χτυπάνε ένα κουρασμένο άλογο, όπως θα έλεγε για ανάλογες περιστάσεις ο ιδρυτής της Σοβιετικής Ένωσης.
Πολιτικές δυνάμεις, κυρίαρχες για πολλά χρόνια, απειλούνται, μέσα σ΄ αυτό το ρευστό κλίμα, με εξαφάνιση. Άλλες προσπαθούν να αναπροσαρμόσουν, όπως-όπως, ταχτικές και ιδεολογικές θέσεις ενώ ακροδεξιά «σταγονίδια» που για χρόνια βρίσκονταν στην … εφεδρεία ή αποτελούσαν ρεζέρβες κατασταλτικών μηχανισμών, βγαίνουν στον αφρό σήμερα και με γκεμπελίστικο τρόπο επιχειρούν να εκμεταλλευτούν τις αγωνίες και την οργή τμημάτων του λαού ώστε να παρεμποδίσουν την αριστεροποίηση και τους αγώνες ενάντια στο κεφάλαιο και στις πολιτικές στρατηγικές που το υπηρετούν.
Η άνοδος της ακροδεξιάς και στην Ελλάδα δεν είναι ένα απλό περιστατικό άνευ σημασίας. Το αν «ήρθε και θα μείνει», όπως ισχυρίζονται οι αρχηγοί της Χρυσής Αυγής, οι λάτρεις αυτοί του Μάιν Καμφ, θα εξαρτηθεί τόσο από την ενημέρωση του λαού για την πραγματική ταυτότητά τους και τι κρύβεται πίσω από τον ψεύτικο πατριωτισμό τους, όσο, και κυρίως, από την παρέμβαση του εργατικού κινήματος αλλά και της Αριστεράς για τα άμεσα προβλήματα του λαού.
Με όλα τα πολιτικά μέσα πρέπει να κοπούν οι σωληνώσεις οξυγόνου προς την ακροδεξιά. Κανείς αριστερός, προοδευτικός άνθρωπος, κανείς δημοκράτης δεν πρέπει να αγνοεί τα τέρατα που γέννησε η οικονομική κρίση του μεσοπολέμου. Κανείς έλληνας δεν πρέπει να ξεχνάει το μισό εκατομμύριο νεκρών του ναζισμού στη χώρα μας. Η Αριστερά -όλες οι τάσεις της- δεν πρέπει να εμφανίζονται μουδιασμένες και να απολογούνται απέναντι στη θεωρία-απάτη και στην καθημερινή προπαγάνδα περί «δυο άκρων». Αυτή η θεωρία-απάτη προσπαθεί να κρύψει το κρίσιμο ζήτημα για το ποιος είναι με ποιον. Όλοι γνωρίζουν, πρέπει να γνωρίζουν, πρέπει να μάθουν, με ποιους ήταν ο Χίτλερ, με ποιους ήταν ο Μουσολίνι, με ποιους ήταν ο Μεταξάς, με ποιους ήταν τα τάγματα ασφαλείας, οι δοσίλογοι και οι γερμανοτσολιάδες, με ποιους ήταν η χούντα…
4. Ενώ ένα τμήμα του λαού παρασύρεται και κινείται προς ακροδεξιά μορφώματα, ως στρεβλή έκφραση οργής, την ίδια στιγμή παρατηρείται μια έντονη κινητικότητα στο χώρο που ονομάστηκε εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, ή αυτόνομα κινήματα και επηρεάζουν, κυρίως, νέους ανθρώπους οι οποίοι αγωνίζονται, με όποιο τρόπο, συχνά αυθόρμητα, ασυντόνιστα, αλλά πάντα με δικαιολογημένη αγανάκτηση για τα κλεμμένα όνειρά τους. Αυτόνομοι χώροι ξεφυτρώνουν παντού και προσπαθούν να ορθώσουν την κοινωνική αλληλεγγύη, την αλληλεγγύη της γειτονιάς, τη συλλογικότητα απέναντι σε λογικές ακραίου ατομισμού.
Αυτοί οι χώροι δεν εντάσσονται σε παραδοσιακές αριστερές πολιτικές δυνάμεις. Συχνά μάλιστα εκφράζονται με έναν εχθρικό τρόπο απέναντί τους. Είναι ανοιχτές και ευάλωτες σε διάφορους κινδύνους, ψάχνουν να πιάσουν το νήμα, αλλά δεν είναι υπό κατηγορία γι΄ αυτό. Το γεγονός ότι αντιμετωπίζουν με καχυποψία και εχθρότητα την παραδοσιακή Αριστερά, και ειδικότερα το ΚΚΕ, έχει τις εξηγήσεις του. Με μια κουβέντα αυτά τα ριζοσπαστικά κινήματα σε τελική ανάλυση είναι η τιμωρία της Αριστεράς για τις δικές της αδυναμίες και λάθη.
Αυτόν τον κόσμο, αυτά τα κινήματα, αυτά τα νέα, κυρίως, αγόρια και κορίτσια που δίνουν τις δικές τους μάχες και αρνούνται να υποταχτούν σε κυρίαρχες λογικές και στο ατομικό βόλεμα, η Αριστερά δεν πρέπει να τα πετροβολάει, όπως σε αρκετές περιπτώσεις συμβαίνει, κάνοντας το λάθος να δίνει πιστοποιητικά καλής συμπεριφοράς σε εκείνους που ευθύνονται για το βαρύτατο και ανατριχιαστικό έγκλημα που οδήγησε στο 55% ανεργία στους νέους, μεταξύ αυτών εκατοντάδες χιλιάδες πτυχιούχοι ανώτατων και ανώτερων σχολών. Οι καιροί απαιτούν να χτυπάμε μαζί τον ίδιο στόχο έστω και αν πορευόμαστε χωριστά! Να εμποδιστούν οι κρατικοί και παρακρατικοί μηχανισμοί να προβοκάρουν κινήματα και χώρους οι οποίοι δίνουν τις δικές τους μάχες, με δικά τους χαρακτηριστικά, με τις δικές αγωνίες και ανησυχίες.
5. Τα μνημόνια που χτυπούν με ιδιαίτερη σφοδρότητα την εργατική τάξη και τους συνταξιούχους της χώρας, δεν αφήνουν απ΄ έξω και εκείνους τους εργαζόμενους οι οποίοι ανήκουν, ή ανήκαν, στην κατηγορία της λεγόμενης «εργατικής αριστοκρατίας», ή στην ομάδα των «άσπρων κολάρων», που, από τη μεταπολίτευση και μετά, είχαν εξασφαλίζει ένα καλύτερο επίπεδο ζωής. Αυτοί οι εργαζόμενοι μαζί με τη καθ’ αυτή μικροαστική τάξη και μεγάλο τμήμα της αγροτιάς, (τα λεγόμενα μεσαία στρώματα), αποτελούσαν, πλειοψηφικά, την κοινωνική, εκλογική βάση του ΠΑΣΟΚ και σε μικρότερο βαθμό της ΝΔ.
Με τα ισοπεδωτικά μέτρα και σε βάρος τους, προσεγγίζουν, σήμερα, όλο και περισσότερο κοινωνικοοικονομικά, την φτωχότερη οικονομικά εργατική τάξη. Αυτοί οι εργαζόμενοι συνδικαλιστικά ακόμα επηρεάζονται από δυνάμεις που δεν μπορούν και δεν θέλουν να συγκρουστούν, αποφασιστικά, με τις καταστροφικές πολιτικές των μνημονιακών κομμάτων. Αυτό, σε γενικές γραμμές, δείχνουν τα στοιχεία των αρχαιρεσιών σε διάφορα σωματεία. Πολιτικά, όμως, όπως επίσης έδειξαν και οι βουλευτικές εκλογές, μετατοπίζονται προς διάφορες κατευθύνσεις γυρίζοντας, πάντως, την πλάτη στον παραδοσιακό δικομματισμό που για 40 περίπου χρόνια δέσποζε στην Ελλάδα.
Από πρώτη ματιά δείχνει αντιφατικό να παίρνουν αποστάσεις από πολιτικές δυνάμεις που για χρόνια στήριξαν και όχι από συνδικαλιστικές ηγεσίες οι οποίες, γενικά, βρίσκονται σε δυσαρμονία με τις απαιτήσεις των καιρών. Αυτή η αντιφατικότητα εξηγείται από το γεγονός ότι οι επίσημες συνδικαλιστικές ηγεσίες αξιοποιούν τα όποια περιθώρια έχουν για διάφορους ελιγμούς. Και το ζήτημα που τίθεται δεν είναι ο αριθμός των πανελλαδικών απεργιών που πραγματοποίησαν για όλο το διάστημα εφαρμογής των μνημονίων. Εξάλλου ελέγχεται κατά πόσο οι όποιες απεργίες αποφασίστηκαν, κάτω από την πίεση της βάσης, προετοιμάστηκαν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Το ζήτημα που μπαίνει είναι η απόφαση για τα όρια, ή αυτό που κάποιοι, φιλολογικά, λένε «κόκκινες γραμμές», με ότι αυτό συνεπάγεται τόσο για τις μορφές πάλης όσο και για την έντασή τους.
Βέβαια, αν όπως γινόταν μέχρι σήμερα, συνεχιστούν έτσι τα πράγματα, οι τυποποιημένες κινητοποιήσεις από τις επίσημες ηγεσίες, αργά ή γρήγορα τα κενά που υπάρχουν θα καλυφτούν. Ελιγμοί και κινήσεις εκτονωτικού χαραχτήρα έχουν ημερομηνία λήξης. Οι εργαζόμενοι στη βάση θα αναζητήσουν και θα βρουν τρόπους να εκφράσουν την αντίστασή τους. Κάποιες διεργασίες που συντελούνται σε ορισμένες δευτεροβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις, καθώς επίσης και οι προσπάθειες για συντονισμό από τα κάτω, με αναζήτηση των καταλληλότερων και πιο αποτελεσματικών μορφών πάλης, αποτελούν θετικά προμηνύματα.
Μιλώντας γενικά για το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα μπορούμε να πούμε ότι βρίσκεται σε μια από τις δυσκολότερες φάσεις στην ιστορία του. Δεν έχουμε να κάνουμε, μόνο, με όξυνση της ιδεολογικής αντιπαράθεσης των δυο βασικών ιστορικών ρευμάτων στις γραμμές του, του ρεφορμιστικού και εκείνου που δέχεται την αρχή της ταξικής πάλης, αλλά με αναπροσανατολισμούς και νέες αναζητήσεις μέσα και στα δυο αυτά ρεύματα.
Κάποιες απόψεις, που από καιρό τώρα, προσανατολίζουν σε οργανωτικοιδεολογική διάσπαση του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος και ιστορικά έχουν απορριφτεί, δεν είναι, απλά λαθεμένες αλλά, ενίοτε, έχουν και στοιχεία φαιδρότητας. Αυτό ας το κατανοήσουν όσοι παίζουν με τέτοια σοβαρά ζητήματα, και ας κάνουν τον κόπο να ρίξουν μια ματιά στα κιτάπια της ιστορίας. Εκείνοι που ξεκόβονται από τις μάζες, στο όνομα της όποιας, συζητήσιμης, ιδεολογικής καθαρότητας, στο τέλος θα μείνουν μόνο με την … ιδεολογική καθαρότητα.
6.Μεγάλο μέρος των εργαζομένων, που χθες ήταν σχετικά ευνοημένο και σήμερα πλήττεται και αυτό βαριά, κινείται εκλογικά κυρίως προς το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ. Πέρα από τις πολιτικές θέσεις του κόμματος αυτού οι οποίες βρίσκουν, γενικά, απήχηση σ’ αυτόν τον κόσμο, επιπρόσθετα η δυναμική κυβερνητικής εξουσίας λειτουργεί σαν κάποια διέξοδος μέσα στη μαυρίλα της σημερινής κατάστασης.
Αλλά ένα κόμμα του 3-4% με γενικά ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά το οποίο σε μια μέρα δεκαπλασίασε τις δυνάμεις του θα αναζητήσει, έτσι κι αλλιώς, τη νέα ταυτότητά του και μάλιστα ταυτότητα άσκησης κυβερνητικής εξουσίας μέσα σε ένα περιβάλλον δύσκολο, σύνθετο και με αντιπάλους ισχυρούς έξω από την … αυλή του!
Ανεξάρτητα αν οι πολίτες που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ ενταχθούν οργανωτικά (χαλαρά ή στενότερα) σ’ αυτόν, ο γενικός συγχρωτισμός με τις δυνάμεις που μπαίνουν στις γραμμές του θα επιδράσει, αντικειμενικά, στην πολιτική αυτού του κόμματος. Η ιδεολογική διαπάλη στις γραμμές του ανάμεσα σε δυνάμεις που θέλουν ένα κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς και δυνάμεις που θέλουν μια αποδεκτή, ευρωπαϊκού τύπου, σοσιαλδημοκρατία, υπάρχει, όπως σε γενικές γραμμές έδειξε και η πρόσφατη οργανωτική συνδιάσκεψή του με σχετική ήττα της ριζοσπαστικής του τάσης. Η διαπάλη θα συνεχιστεί, και όσο αυτό το κόμμα πλησιάζει προς τον κυβερνητικό στόχο, ίσως πάρει χαρακτηριστικά βαθύτατης κρίσης.
7. Για την εξέλιξη και την ταυτότητα του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΜΚ δεν ενδιαφέρονται μόνο οι διάφορες συνιστώσες μέσα στο κόμμα αυτό, αλλά και ισχυρές δυνάμεις και μηχανισμοί έξω από αυτό με όπλα μάλιστα μεγάλης αποτελεσματικότητας και επιρροής και οι οποίες δεν επιθυμούν μια πολιτική κατάσταση διαφορετική στα κελεύσματά τους, μια κατάσταση που να παραπέμπει, ακόμα και σε ήπια πολιτικά πειράματα ευνοϊκά, πάντως, για το λαό, πειράματα που εμφανίστηκαν, και σε αρκετό βαθμό πέτυχαν, σε κάποιες χώρες της Λατινικής Αμερικής.
Απέναντι σ’ αυτές τις εξελίξεις ποια είναι η στάση, η πολιτική γραμμή και η ταχτική των άλλων δυνάμεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς εκτός σχήματος ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ;
Στην ιδεολογική αναμέτρηση που συντελείται στο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ και που οι συγκυρίες τον έφεραν στη σημερινή ευνοϊκή πολιτική θέση, έχει λόγο και η άλλη Αριστερά. Κυρίως, όμως, έχει λόγο το πιο ιστορικό κόμμα της χώρας, το ΚΚΕ, που σε δύσκολους καιρούς πάντα έβαζε την ανεξίτηλη σφραγίδα του και το οποίο παρά την εκλογική του ήττα τον Ιούνη του 2012, εξασφαλίζει ακόμα αρκετές προϋποθέσεις να επιδράσει στις γενικότερες πολιτικές εξελίξεις ώστε να αποτρέψει ή να παρεμποδίσει νέα αρνητικά πισωγυρίσματα και στο χώρο της Αριστεράς.
Για μια τέτοια παρέμβαση, όμως, απαιτείται ριζική αναπροσαρμογή της ταχτικής του, σωστή και, όσο το δυνατό, αρμονική σχέση μεταξύ ταχτικής και στρατηγικής στη βάση της πραγματικότητας και με κύριο άξονα τα προβλήματα του λαού και του τόπου. Έξω από αυτά τα προβλήματα ένα επαναστατικό κόμμα απλά μετατρέπεται, μοιραία, σε λέσχη συζητήσεων.
Η λογική που εμμέσως, πλην σαφώς εύχεται, να επιταχυνθούν οι διαδικασίες μετεξέλιξης του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ σε ένα νέο ΠΑΣΟΚ αφήνει ελεύθερο το έδαφος σε όλους εκείνους που αυτό επιθυμούν, δυσκολεύει την προσπάθεια δυνάμεων στο εσωτερικό αυτού του κόμματος να αποτρέψουν μια τέτοια εξέλιξη, και το κυριότερο παραγνωρίζει τη δυναμική μεγάλου τμήματος της εργατικής τάξης και μικροαστικών στρωμάτων για μια άλλη πολιτική σ΄ αντίθεση με τις παραδοσιακές πολιτικές που έφεραν τη σημερινή κατάσταση.
Θα αντιτείνουν κάποιοι ότι το κόμμα αυτό, με την όλη κουλτούρα και σύνθεσή του, στην καλύτερη περίπτωση να φτάνει ως τα όρια της ριζοσπαστικής μεταρρύθμισης. Από την άποψη της τυπικής λογικής μια τέτοια προσέγγιση ίσως να είναι ορθή. Αλλά οι κοινωνικές διεργασίες έχουν τα δικά τους χαρακτηριστικά και δεν είναι απλά μαθηματικά.
Αν η μάχη δοθεί πάνω στα άμεσα προβλήματα του λαού θα ξεκαθαρίζεται η ήρα από το στάρι και οι εργαζόμενοι, μέσα από την πείρα τους και τη στάση του καθενός απέναντι σ΄ αυτά, θα διαπιστώνουν ποιος είναι με ποιον και που το πάει. Προφανώς προτάσεις για συμφωνία στρατηγικού χαρακτήρα, στην παρούσα ιστορική συγκυρία, δεν θα είχαν τα αποτελέσματα που επιδιώκει ένα επαναστατικό κόμμα. Προτάσεις, όμως, που ανοίγουν δρόμους προς τους μελλοντικούς στρατηγικούς στόχους είναι η πολιτική που για δεκαετίες ακολουθήθηκε και συχνά, αν δεν υπήρχαν ιστορικά σεχταριστικά ακόμα και τυχοδιωκτικά λάθη παλιότερων ηγεσιών, τα πράγματα θα ήταν εντελώς διαφορετικά για το λαό ,και τη χώρα σήμερα.
8. Είτε ακολουθηθεί μια επιθετική ενωτική πολιτική με μετωπικά χαρακτηριστικά, είτε μια πολιτική απλής κοινής δράσης, προκύπτει το ερώτημα αν η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ είναι σε θέση να αναπροσαρμόσει την πολιτική του γραμμή και ταχτική κατά τρόπο που να εναρμονίζεται με τη σημερινή πραγματικότητα.
Ίσως να ακούγεται απόλυτο αλλά αυτή η ηγεσία δεν μπορεί. Είναι παγιδευμένη στα στερεότυπα που διαμόρφωσε, εδώ και μερικά χρόνια, με τη μέθοδο της μεθοδευμένης διολίσθησης και αφού πρώτα κατάφερε να διαμορφώσει ένα κλήμα μιας όχι κομμουνιστικής πειθαρχίας στις γραμμές του κόμματος. Επηρεασμένη βαθιά από την τραυματική εμπειρία του παλιού Συνασπισμού το 1989, κάνει το ασυγχώρητο, για μαρξιστικό κόμμα, λάθος, να μεταβάλλει τη στρατηγική του σε καθημερινή πολιτική γραμμή και ταχτική πράγμα που ξεκόβεται από δυνάμεις της κοινωνίας οι οποίες δεν είναι έτοιμες να ασπαστούν θέσεις για ριζικές, επαναστατικές μεταβολές, πολύ περισσότερο που ακόμα είναι βαθιά τα τραύματα στις συνειδήσεις μεγάλων τμημάτων της εργατικής και όλων των εργαζομένων από την ήττα και πτώση του «υπαρκτού σοσιαλισμού».
Όταν η σημερινή ηγεσία, κεντρικά της στελέχη με την αρθρογραφία τους, εκφράζουν ερωτηματικά ακόμα και για το ΕΑΜ, όταν διατυπώνουν επιφυλάξεις για την ΕΔΑ (ως πολιτικό μετωπικό σχήμα που το ίδιο το ΚΚΕ πρωταγωνίστησε στη δημιουργία της), όταν όλα τα εγχειρήματα κοινής δράσης για τη συσπείρωση δυνάμεων, χθες και σήμερα, τα αντιμετωπίζουν με επιφυλάξεις, καχυποψία και εχθρότητα, στο όνομα της πολιτικής … καθαρότητας, είναι φανερό ότι αυτή η ηγεσία δεν μπορεί ή, ακόμα χειρότερα, δεν θέλει να δει την πραγματικότητα, και οδηγεί το ιστορικό κόμμα της εργατικής τάξης και του εργαζόμενου λαού σε δρόμους επικίνδυνους ακόμα και για την ίδια την ύπαρξή του. Από την άποψη αυτή όλοι οι … «μέτοχοι» του ΚΚΕ, τα απλά μέλη και στελέχη του κόμματος, βρίσκονται αντιμέτωποι με σοβαρές ευθύνες και κρίσιμες επιλογές.
Όποιος διαβάζει τις θέσεις που εκφράζει η γραμματέας του κόμματος Αλέκα Παπαρήγα για διάφορα ζητήματα αντιλαμβάνεται εύκολα ότι το ζήτημα της στρατηγικής μονιμοποιήθηκε στην καθημερινή δραστηριότητα του κόμματος και η ταχτική, όπως χρησιμοποιείται, μετατρέπεται σε απροκάλυπτο ταχτικισμό. Η στάση του κόμματος απέναντι στην Αριστερά, συνολικά, είναι στάση σεχταριστική, φοβική. Ακόμα και απέναντι σε δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς, με τις οποίες ταυτίζεται, γενικά, στις στρατηγικές επιδιώξεις έχει την ίδια επιθετική και απόλυτα αρνητική σκέψη για οποιαδήποτε συμπόρρευση. Μονιμοποιεί και εντείνει τη χωριστική γραμμή μέσα στο εργατικό κίνημα. Οι έπαινοι και τα χειροκροτήματα που εισπράττουν, ενίοτε, αυτές οι θέσεις από τα «καθαρόαιμα άλογο» του κομπραδόρικου ελληνικού κεφαλαίου, πρέπει να προβληματίζουν κάθε αριστερό και ειδικότερα κάθε μέλος του κόμματος.
Τα μέλη του ΚΚΕ, οι οπαδοί του, δέχονται σοβαρές πιέσεις από τις εξελίξεις, από την ίδια την πραγματικότητα. Αυτές οι πιέσεις φάνηκαν και στο αποτέλεσμα των τελευταίων βουλευτικών εκλογών. Η ηγεσία του κόμματος προκειμένου, όπως λαθεμένα πιστεύει, να συσπειρώσει τις δυνάμεις του, γλιστράει, όλο και περισσότερο, στο ίδιο λάθος: Στον αριστερό οπορτουνισμό και στον ακραίο βερμπαλισμό. Προσπαθεί να οχυρωθεί πίσω από τον τίτλο του ΚΚΕ, όσο ακόμα αυτός αντέχει ιστορικά, χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι τέτοιες εφεδρείες δεν είναι ανεξάντλητες, και όταν εξαντληθούν από την πολύ χρήση και κατάχρηση, ίσως να μην μπορεί να αντιστραφεί η κατάσταση και τότε ό,τι δεν μπόρεσαν να πετύχουν οι ορκισμένοι εχθροί του με φωτιά και σίδηρο, θα το πετύχουν οι εμμονές της σημερινής ηγεσίας.
9. Τα κρίσιμα προβλήματα του λαού και του τόπου, οι γενικότερες πολιτικές συνθήκες, η κατάσταση στην ευρύτερη Αριστερά, οι κίνδυνοι που απειλούν το ίδιο το ΚΚΕ, θέτουν άμεσα το ζήτημα της αλλαγής ηγεσίας αλλά και πρακτικά μέτρα για την αναπροσαρμογή της πολιτικής γραμμής και κυρίως της ταχτικής του κόμματος.
Ο σημερινός μηχανισμός του κόμματος, ενόψει του 19ο συνεδρίου τον Απρίλη του 2013, δεν δείχνει να αντιλαμβάνεται όχι μόνο τις αναγκαιότητες των καιρών αλλά ούτε τις διεργασίες που συντελούνται στις συνειδήσεις των απλών μελών του κόμματος. Οι θέσεις για το συνέδριο που δόθηκαν στη δημοσιότητα καθώς και αυτές για την αλλαγή του προγράμματος και του καταστατικού, προκαλούν εύλογα ερωτηματικά για τους σκοπούς που υπηρετούν. Όποια ψήγματα ενωτικής γραμμής υπήρχαν στο προηγούμενο πρόγραμμα καταργούνται και με την ψήφιση του νέου καταστατικού δημιουργούνται συνθήκες για το πνίξιμο κάθε διαφορετικής φωνής και την εκπαραθύρωση χιλιάδων μελών και στελεχών του κόμματος. Το ζήτημα που τίθεται από την ίδια την πραγματικότητα δεν είναι ούτε η αλλαγή προγράμματος ούτε του καταστατικού. Αυτό που βάζει η ίδια η ζωή είναι αυτό που κάποτε είχε πει ο ιδρυτής του επιστημονικού κομμουνισμού: «Κάθε βήμα του πραγματικού κινήματος είναι πιο σπουδαίο από μια ντουζίνα προγράμματα…».
Πρώτο: Τίθεται το ζήτημα της αντικατάστασης της σημερινής ηγεσίας, με μεταβατικό σχήμα, από στελέχη που θα υπηρετήσουν μια πλατιά πολιτική και ταχτική αρχών με βάση τα προβλήματα της εργατικής τάξης, του εργαζόμενου λαού. Το ΚΚΕ, παρά τις δυσκολίες που δημιουργήθηκαν από τη σεχταριστική γραμμή της σημερινής ηγεσίας μπορεί και πρέπει να διαδραματίσει τον ιστορικό του ρόλο, να σαλπίσει την ενότητα του λαού και να αξιοποιήσει όλες τις δυνατότητες για τη συσπείρωση, τη συνεργασία των δυνάμεων της Αριστεράς.
Δεύτερο: Να διαμορφώσει μίνιμουμ-πρόταση προς το λαό και όλες τις δυνάμεις της Αριστεράς σχετική με τα κρίσιμα προβλήματα που καίνε σήμερα την πλειοψηφία του εργαζόμενου λαού. Πρόταση ενωτικού χαρακτήρα όπως οφείλουν να είναι όλες οι ενιομετωπικές προτάσεις και όχι πρόταση για απόρριψη εν τη γενέσει της.
Τρίτο: Να γίνει εξαρχής σαφές ότι ζητήματα στρατηγικού χαρακτήρα δεν μπορούν να ανακατευτούν για να βγάλουν κάποιο «μέσο όρο». Κάθε κόμμα, κάθε οργάνωση, κάθε κίνηση που θα συμμετάσχει στο ενωτικό εγχείρημα σωτηρίας του λαού και του τόπου διατηρεί την οργανωτική και πολιτική του ταυτότητα. Δεν πρέπει να επαναληφτεί το λάθος του 1989 με το ενιαίο πόρισμα το οποίο έβαζε το κάρο μπροστά από το άλογο για να επακολουθήσουν όσα επακολούθησαν.
Πηγή: Εργατικός Αγώνας
3 σχόλια :
Ο δίαλογος είναι ελεύθερος και τα σχόλια αναρτούνται χωρίς τη διαδικασία προέγκρισης.
Ορισμένα σχόλια όμως ξεφεύγουν από τους κανόνες του διαλόγου και της κριτικής αντιπαράθεσης στις απόψεις που εκφράζονται. Τούτο μας αναγκάζει να αφαιρούμε τα σχόλια αυτά, καθώς και κατ΄ανάγκη και τις απαντήσεις που δίνονται σε αυτά τα σχόλια.
Η "αριστερη αντεπιθεση" είναι χώρος προβολής απόψεων, διαλόγου και κριτικής για μια αριστερή αντεπίθεση ενάντια στη καπιταλιστική βαρβαρότητα και θα παραμείνει έτσι.
Δημοσίευση σχολίου