Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2012

Μπορεί να ριζοσπαστικοποιηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ;

Από: Εργατικό Αγώνα
Ο λαός αναζητά εναγώνια διέξοδο από το θανατηφόρο εναγκαλισμό της τρόικας και της κυβέρνησης. Μέρα με τη μέρα μεγαλώνει η οργή, η θέληση να βγούμε από το αδιέξοδο με μια άλλη πορεία. Σε αυτό το σκηνικό, πολλοί είναι εκείνοι που εναποθέτουν τις ελπίδες τους στο ΣΥΡΙΖΑ. Αναμένουν ότι η ανάδειξή του στην κυβέρνηση θα μπορέσει επιτέλους να μας βγάλει από την κατάσταση που μας οδήγησαν τα μνημόνια και οι συναφείς πολιτικές.

Έχουμε επανειλημμένα αναφερθεί στην αρθρογραφία μας στο ότι η πολιτική του κόμματος αυτού, η κατεύθυνση της ηγεσίας του δεν μπορεί να απαλλάξει το λαό από τα μνημόνια και την κακοδαιμονία καθώς είναι δέσμια των στρατηγικών του επιλογών και των αντιλήψεών του ιδίως για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό έχει ως συνέπεια οι όποιες εξαγγελίες για βελτίωση της ζωής του λαού, κατάργηση των μνημονίων κλπ να είναι καταδικασμένες να παραμείνουν κενό γράμμα εφόσον δεν υπάρχει η πολιτική βούληση σύγκρουσης με τον πυρήνα του ξένου και ντόπιου μεγάλου κεφαλαίου.
Οι όποιες βελτιωτικές, μεταρρυθμιστικές προτάσεις θα μείνουν μετέωρες ή θα ψαλιδιστούν υπό το βάρος των απαιτήσεων του μεγάλου κεφαλαίου για έξοδο από την κρίση σε όφελός του. Εξάλλου, οι βαθμιαίες φραστικές μετατοπίσεις του Α. Τσίπρα ακόμη και για τα ζητήματα των μνημονίων και των δανειακών συμβάσεων δείχνουν ότι συνειδητά ο άξονας γέρνει ολοένα και περισσότερο στην κατεύθυνση του συμβιβασμού με τα μεγάλα αυτά συμφέροντα. Το ίδιο δείχνει και η σύμπραξη με ορισμένα πρώην πρωτοκλασάτα στελέχη του ΠΑΣΟΚ υπεύθυνα για την άσκηση των παλαιότερων αντιλαϊκών πολιτικών.

Αυτή την πραγματικότητα τη βλέπουν ή τη διαισθάνονται και πολλοί αγωνιστές που ψήφισαν το ΣΥΡΙΖΑ, καθώς και αρκετοί που είναι μέλη και στελέχη του.

Οι ίδιοι όμως ελπίζουν ότι θα μπορέσουν να αλλάξουν την πολιτική κατεύθυνση του κόμματος. Θεωρούν ότι η ενδυνάμωση της αριστερής του πτέρυγας μπορεί να ανατρέψει τον εσωτερικό συσχετισμό δυνάμεων σε όφελος των ριζοσπαστικών εκείνων φωνών που καταλαβαίνουν στον ένα ή άλλο βαθμό την ανάγκη ρήξης με το μεγάλο κεφάλαιο και τους μηχανισμούς του. Συχνά μάλιστα καλούν και ανένταχτους αγωνιστές να ενταχθούν στο ΣΥΡΙΖΑ με το σκεπτικό ότι έτσι θα ενισχυθεί η αριστερή πτέρυγα σε βάρος των δυνάμεων του συμβιβασμού.

Ένα σημαντικό ερώτημα

Το ερώτημα που τίθεται επομένως είναι: μπορεί πράγματι να αλλάξει ρότα ο ΣΥΡΙΖΑ; Μπορεί να πάρουν «το πάνω χέρι» οι ριζοσπαστικές δυνάμεις;

Για να απαντήσει κανείς στο ερώτημα αυτό πρέπει να εξετάσει: την κοινωνική σύνθεση της ηγεσίας του, την κοινωνική σύνθεση της βάση του, τα στρώματα με τα οποία συνδέεται παραδοσιακά στην κοινωνία, την ιδεολογικο-πολιτική του βάση, την ιστορία του, την πολιτική του πρακτική, τα χαρακτηριστικά της εσωτερικής του δομής, τους δεσμούς του με το αστικό κράτος.

Είναι γνωστό ότι οι κοινωνικές αναφορές του ΣΥΡΙΖΑ βρίσκονται εγγύτερα προς τα μεσαία στρώματα και, μάλιστα, εκείνα των πόλεων παρά της υπαίθρου. Ειδικότερους δεσμούς έχει το κόμμα αυτό με το τμήμα εκείνο της διανόησης που εντάσσεται στα μεσαία στρώματα (είτε πρόκειται για μισθωτά μεσαία στρώματα είτε για αυτοαπασχολούμενους επιστήμονες) ή ακόμη βρίσκεται στις παρυφές της αστικής τάξης.

Η ιδεολογικο-πολιτική του βάση διαμορφώθηκε την περίοδο του 1990 σε μια λογική μεταρρυθμιστική, απάρνησης της ανάγκης ριζικής, επαναστατικής αλλαγής της κοινωνίας. Υιοθέτησε ένα μοντέλο μικροαστικού σοσιαλισμού σοσιαλδημοκρατικής απόχρωσης.

Η πολιτική του πρακτική ήταν όλα αυτά τα χρόνια ανάλογη. Στην τακτική του στο συνδικαλιστικό κίνημα, στη στάση του έναντι του ΠΑΣΟΚ, στην ευρωλαγνεία με την υπερψήφιση ακόμη και της Συνθήκης του Μάαστριχτ, στη στάση έναντι της ιμπεριαλιστικής επέμβασης στη Γιουγκοσλαβία κλπ. Αντίστοιχα διαμορφώθηκαν και τα χαρακτηριστικά της εσωτερικής δομής και λειτουργίας.

Για τους λόγους αυτούς, η εσωτερική αριστερή αντιπολίτευση ήταν πάντοτε μειοψηφική. Άλλωστε και η ίδια χαρακτηριζόταν από ταλαντεύσεις, δεν είχε σταθερά αντιμονοπωλιακή, αντιιμπεριαλιστική κατεύθυνση, δεν ξεκαθάριζε το κομβικό ζήτημα της ανάγκης ρήξης με την ΕΕ.

Η κρίση και η βιαιότητα με την οποία έπληξε όχι μόνο την εργατική τάξη αλλά και τα μεσαία στρώματα επηρέασε το κόμμα αυτό. Μετατοπίστηκε λίγο η ρητορική του προς τα αριστερά (αντιμνημονιακός λόγος), χωρίς όμως να ξεπεράσει το κρίσιμο όριο (σύγκρουση με την ΕΕ και το εγχώριο μεγάλο κεφάλαιο). Και αυτό είναι φυσιολογικό. Οι σταθερές κοινωνικές και ιδεολογικο-πολιτικές του συντεταγμένες καθορίζουν και τα όρια των μετατοπίσεων οι οποίες δεν μπορούν να υπερβούν τα όρια αυτά.

Η εσωτερική αριστερή αντιπολίτευση, έχοντας ένα υπόβαθρο πιο ριζοσπαστικό, διατύπωσε θέσεις εναντίωσης στην ΕΕ, σε αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση.

Τα όρια που προαναφέρθηκαν χαράσσουν και το περιθώριο της μεταβολής των εσωτερικών συσχετισμών των δυνάμεων. Άλλωστε κάθε συσχετισμός, κάθε ποσοτική σχέση, έχει μια ποιοτική συνιστώσα, τόσο στη φύση όσο και στην κοινωνία. Κάθε συσχετισμός των δυνάμεων έχει μια κυρίαρχη συνιστώσα. Έτσι, αν πράγματι μπορεί να ενδυναμωθεί η αριστερή πτέρυγα στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, το βέβαιο είναι ότι δεν θα μπορέσει να μεταβάλλει την κυρίαρχη συνιστώσα που ορίζεται από την ταξική και ιδεολογικο-πολιτική βάση του κόμματος, από το είδος των μηχανισμών της εσωτερικής του γραφειοκρατίας. Παράλληλα, είναι πολύ αβέβαιο αν η αριστερή αντιπολίτευση θα μπορέσει να ενισχυθεί στην πορεία του ΣΥΡΙΖΑ προς την κυβέρνηση. Αντίστροφα, είναι προφανές και υπάρχουν ήδη πολλές σχετικές ενδείξεις ότι αυτή η πορεία θα τείνει ενισχύσει ήδη παραπέρα την κυρίαρχη συνιστώσα.

Στη συνέχεια ο εναγκαλισμός με τους μηχανισμούς του αστικού κράτους θα δώσει ακόμη πιο ενισχυμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά. Αυτό δεν σημαίνει ότι γενικά είναι απευκταία κάθε κυβερνητική προοπτική. Σημαίνει απλά ότι η ανάδειξη μιας κοινοβουλευτικής κυβέρνησης της Αριστεράς ή θα σημάνει την απαρχή της σύγκρουσης και ρήξης με τα ξένα και ντόπια μονοπώλια ή θα σημάνει την ενσωμάτωση. Και αν ένα κόμμα, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν έχει στην πολιτική του γραμμή τη σύγκρουση, τότε αναγκαστικά θα ενσωματωθεί παραπέρα.

Οι διαπιστώσεις αυτές δεν συνιστούν κανενός είδους απαξιωτική ανάλυση σε βάρος των αγωνιστών αυτών που προσδοκούν ότι μπορεί να αλλάξει η φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ. Αποτελούν μια προσπάθεια νηφάλιας και αντικειμενικής εκτίμησης της κατάστασης και των τάσεων εξέλιξής της.

Ένα παραπλήσιο ερώτημα

Μια άλλη παραπλήσια άποψη είναι εκείνη που υποστηρίζει ότι το κόμμα αυτό θα αναγκαστεί να λάβει πιο ριζοσπαστικές θέσεις υπό την πίεση του λαϊκού κινήματος. Θεωρεί η άποψη αυτή ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ υπό το βάρος του λαϊκού κινήματος, θα προσπαθήσει να καταργήσει την πολιτική των μνημονίων και έτσι, εκ των πραγμάτων, θα έλθει στη σύγκρουση με την ΕΕ, το ευρώ και γενικότερα την ολιγαρχία.

Έχω την αίσθηση ότι το σενάριο αυτό δεν μπορεί να υλοποιηθεί. Η φυσιογνωμία του κόμματος αυτού, οι αφομοιωτικοί μηχανισμοί του κράτους, η πίεση της ολιγαρχίας και των μηχανισμών της, θα οδηγήσουν μια τέτοια κυβέρνηση στην πλήρη ενσωμάτωση, στην απάρνηση των προεκλογικών της δεσμεύσεων. Τελικά, ο ΣΥΡΙΖΑ θα προτιμήσει να μην καταργήσει την πολιτική των μνημονίων αφού κάτι τέτοιο θα απαιτούσε ρήξη με την ΕΕ, το ευρώ και την ολιγαρχία. Τη ρήξη αυτή ούτε επιθυμεί ούτε επιδιώκει. Το αποτέλεσμα θα είναι η αθέτηση των υποσχέσεων και, το πολύ - πολύ, αν οι διεθνείς συνθήκες το επιτρέψουν, η παροχή κάποιων ελάχιστων παραχωρήσεων. Για να το πούμε λίγο σχηματικά, αυτό θα σήμαινε, πχ, στην καλύτερη περίπτωση, ο βασικός μισθός να ανέβει κατά 50 ή 100 ευρώ.

Τι μπορεί να γίνει;

Τι πρέπει να γίνει; Η διέξοδος είναι πιο δύσκολη από όσο θα ήθελε κανείς. Αυτό που πρώτιστα χρειάζεται είναι η αποκατάσταση και ο αναπροσανατολισμός του επαναστατικού, μαρξιστικού λενινιστικού κόμματος της εργατικής τάξης. Δυστυχώς η ηγεσία του ΚΚΕ, με τη μέθοδο της διολίσθησης, απομακρύνθηκε βαθμιαία από το πρόγραμμα και το καταστατικό του κόμματος, από τα ίδια τα ιδεολογικο-πολιτικά του θεμέλια. Ο στόχος δημιουργίας του αντιιμπεριαλιστικού, αντιμονοπωλιακού, δημοκρατικού μετώπου έχει εγκαταλειφθεί. Έχει επιλεγεί ένας δρόμος απομονωτισμού και αυταρέσκειας. Όλα αυτά ήρθαν να επισημοποιηθούν και να εδραιωθούν παραπέρα με το σχέδιο προγράμματος και καταστατικού και τις θέσεις που κατέθεσε η ΚΕ ενόψει του 19ου συνεδρίου. Παρά την όποια επαναστατική φρασεολογία, η πολιτική που έχει επιλεγεί από την ηγεσία του ΚΚΕ είναι μια πολιτική ήττας για το κόμμα και το λαϊκό κίνημα.

Προϋπόθεση όμως για τη διέξοδο από την κρίση σε όφελος του λαού είναι η ανασυγκρότηση του κόμματος της εργατικής τάξης και, διαλεκτικά δεμένη με αυτή τη διαδικασία, η δημιουργία του αντιιμπεριαλιστικού αντιμονοπωλιακού δημοκρατικού μετώπου. Χωρίς την ύπαρξη και την πρωτοπόρα δράση στην κατεύθυνση αυτή του επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης, το οποίο μπορεί και πρέπει να αποτελέσει τον πυρήνα του μετώπου, δεν μπορούν να υπάρξουν μακρόπνοες, πιο σταθερές, ριζοσπαστικές ανακατατάξεις σε κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις. Σε αυτό το μέτωπο, που αργά και βασανιστικά αλλά πάντως αναγκαία θα συγκροτηθεί, μπορεί και πρέπει να ενταχθεί και η αριστερή εσωτερική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ, απεγκλωβιζόμενη από τον εναγκαλισμό με τις δυνάμεις του συμβιβασμού που κυριαρχούν αναπόφευκτα στην ηγεσία του κόμματος αυτού.

Δύσκολος και σύνθετος ο δρόμος αυτός. Σύμφωνοι. Όχι όμως ακατόρθωτος. Καλύτερα να έχουμε συνείδηση των δυσχερειών παρά να τρέφουμε φρούδες ελπίδες που θα μας οδηγήσουν στην απογοήτευση και στην υποταγή. Όπως έχει πει και ο Φιδέλ Κάστρο, «η ζωή είναι κενή χωρίς ιδέες. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη χαρά από τον αγώνα στο όνομά τους». Πολύ περισσότερο που οι ιδέες αυτές αφορούν την απελευθέρωση ενός ολόκληρου λαού από τη φτώχεια, την καταπίεση και την εκμετάλλευση.
Δ. Κ.

2 σχόλια :

Ανώνυμος είπε...

Οχι, το συριζα δεν μπορει να ριζοσπαστικοποιηθει, γιατι εχει ηδη πασοκοποιηθει.
Ελεος, με την αφελεια και τις αυταπατες.

Διαχειριστής είπε...

Φίλε Ανώνυμε

Επειδή έχω φίλους που δραστηριοποιούνται στον ΣΥΡΙΖΑ και είναι διαμάντια και καθόλου βολεμένοι, δεν είναι καλό να τσουβαλιάζουμε όλον αυτό τον κόσμο. Αυτοί οι άνθρωποι και εμείς αν θες οφείλουμε να παλεύουμε και από τα μέσα και από τα έξω και από όπου βρίσκεται ο καθένας προς τον πιο προοδευτικό και λαϊκό δρόμο.