Του Γιώργου Καραγιάννη
Tελικά τί ετίμησαν τα τελευταία 24ωρα εκεί στο ΠΑΣΟΚ, αλληλοϋβριζόμενοι και πετώντας πέτρες ο ένας στον άλλο, νυν και πρώην ηγέτες του;
Τα 40 χρόνια από τη διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη του 1974 της οποίας ούτε ένα σημείο δεν ετήρησαν αφού από τις πρώτες κι όλας μέρες φρόντισαν να ξεχαστεί κάθε προοδευτική θέση, κάθε ριζοσπαστικό στοιχείο που περιείχε;
Τα 40 χρόνια ενός κόμματος που κέρδισε πανηγυρικά την κυβερνητική εξουσία με το σύνθημα «στις 18 Σοσιαλισμός» για να φτάσει να παραδώσει τη χώρα στα χέρια της τρόικας;
Τη δημιουργία ενός κρατικοδίαιτου συμβιβασμένου συνδικαλισμού και μιάς συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας που στηρίζονταν σε μια εργατική αριστοκρατία;
Το τεράστιο σύστημα κομματικής και εκλογικής πελατείας το οποίο δημιούργησαν και που τους επέτρεψε να κυβερνούν για χρόνια;
Τη «Δεξά» (για να θυμηθούμε και τον Μένιο Κουτσόγιωργα ) που την αντικατέστησαν επάξια δίνοντας γη και ύδωρ στα ξένα αφεντικά, αυτοί που ξεκίνησαν σαν αρειμάνιοι σοσιαλιστές και κατέληξαν να ευχαριστούν τους αμερικάνους που τους «έσωσαν» τάχα μου από τον απόλυτο εξευτελισμό τη νύχτα των Ιμίων;
Όλα αυτά και πολλά ακόμη «τίμησαν» μ’ αυτό τον «πανηγυρικό» τρόπο αυτή την εβδομάδα.
Και ακριβώς γιατί όλοι νυν και πρώην έχουν πλέον συνειδητοποιήσει ότι το παραμύθι τελείωσε κι ότι πλέον ο καυγάς γίνεται για «ένα πουκάμισο αδειανό» προσπαθούν τώρα να ρίξουν τις ευθύνες ο ένας στον άλλο.
Όχι, μ’ αυτό το σημείωμα δεν πρόκειται να κάνουμε καμία βαθειά ανάλυση του «φαινομένου ΠΑΣΟΚ». Έχουν γραφτεί άλλωστε τόσα πολλά. Απλά «τιμώντας» κι εμείς την επέτειο των 40 χρόνων από την ίδρυσή του, θα θυμίσουμε μερικά σημεία που αξίζει να μην τα λησμονούμε και να μην τα λησμονεί κανείς από το βασανισμένο λαό μας , ώστε να μην ξαναπέσει πάλι θύμα πολιτικής εξαπάτησης.
Ξεκίνησαν με κεντρικό σύνθημα το «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο» για να περάσουν στη συνέχεια στους περιβόητους «αστερίσκους» και «υποσημειώσεις», που έβαζε ο μακαρίτης ο Ανδρέας στα Νατοικά και κοινοτικά κείμενα, και να φτάσουμε στο τέλος στη συμμετοχή της κυβέρνησης τους στον βομβαρδισμό της Γιουγκοσλαβίας και τα ελληνικά στρατιωτικά τμήματα στις διάφορες τάχα μου «ειρηνευτικές αποστολές».
Διακήρυξαν κατηγορηματικά ότι οι αμερικάνικες βάσεις θα φύγουν. Μετά το γύρισαν στο «οι βάσεις φεύγουν» για να φτάσουμε σήμερα η βάση της Σούδας να αποτελεί τον κυριώτερο κόμβο για τις επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ όχι μόνο στον αραβικό και μουσουλμανικό κόσμο αλλά και στην Αφρική.
Ξεκίνησαν με διακηρύξεις για «αυτοοργάνωση» στο Κίνημα και οι πρώτοι που τόλμησαν να διατυπώσουν μια διαφορετική γνώμη πετάχτηκαν έξω πολλές φορές με το χυδαιότερο τρόπο. Ποιος μπορεί να ξεχάσει το «κάτσε κάτω κουλοχέρη» που φώναξαν στο μακαρίτη Σάκη Καράγιωργα, τον καθηγητή που έχασε το χέρι του φτιάχνοντας βόμβες κατά της Χούντας.
Κι από κοντά η απόλυτη κυριαρχία της «Αγίας Οικογένειας» του Ανδρέα, της Μαργαρίτας , του Γιώργου και του Νίκου και στην συνέχεια και της Μιμής.
Και γύρω από αυτούς η Αυλή των κλακαδόρων αυτών που, όπως έλεγε και ο μακαρίτης Κατσιφάρας, δεν θα τους γνώριζε ούτε ο θυρωρός τους, αν δεν ήταν ο Ανδρέας.
Κι όμως αυτοί κυβέρνησαν επί χρόνια έγιναν μεγάλοι και τρανοί κι’ έκαναν και περιουσίες. Τύποι σαν τον Τζοχατζόπουλο. Που δεν ήταν ούτε δέκα ούτε εκατό, αλλά χιλιάδες.
Υποσχέθηκαν στήριξη στους αγρότες, τους «νάρκωσαν» με τις «επιδοτήσεις» και τις χωματερές της δεκαετίας του ’80 ενώ την ίδια ώρα , έμπαζαν από την πίσω πόρτα και χωρίς καμία αντίρρηση, έστω ένα αστερίσκο, την Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) με αποτέλεσμα σήμερα να απειλείται με ξεκλήρισμα η μικρή και μεσαία αγροτιά.
Το ίδιο έκαναν τάζοντας λαγούς με πετραχήλια στα «περήφανα γηρατειά για να τους βάλουν τελικά στη λαιμητόμο των μνημονίων , στην ανέχεια και στο περιθώριο.
Έκλεψαν τα συνθήματα της Αριστεράς , αξιοποιώντας τις ριζοσπαστικές διαθέσεις των πολιτών στην περίοδο της μεταπολίτευσης. Τα αφυδάτωσαν, τα μετάλλαξαν , τα έφεραν στα μέτρα τους και τα χρησιμοποίησαν απλά για προεκλογική κατανάλωση.
Και το δυστύχημα είναι πως σ’ αυτή την ιστορία βρήκαν χείρα βοηθείας και από ανθρώπους της Αριστεράς. Να θυμηθούμε τη Δαμανάκη ή τον Ανδρουλάκη. Τα στελέχη του ΚΚΕ εσωτ. που έσπευσαν από το 1981 κι όλας να καταλάβουν θέσεις στον κρατικό μηχανισμό;
Τους καπεταναίους του ΕΛΑΣ και στρατηγούς του ΔΣΕ όπως τον Υψηλάντη και τον Ερμή που από πολέμαρχοι κατάντησαν διευθυντές «γραφείων ευρέσεως εργασίας» στους πολιτικούς πρόσφυγες που επέστρεφαν ψάχνοντας εναγώνια για μια δουλειά και την έπαιρναν με αντάλλαγμα τη στήριξη στο ΠΑΣΟΚ;
Τους νεαρούς δημάρχους (Λογοθέτη, Σαράφογλου κ.α.) που είδαν και αυτοί το «φώς το αληθινό» και πρασίνισαν όταν πιά το «κόκκινο» δεν ήταν και τόσο της (πολιτικής) μόδας;
Τον Αντώνη Μπριλλάκη , τον «σκληρό» της ΕΔΑ της δεκαετίας του ’50 που κατέληξε βουλευτής του Κινήματος;
Ακόμη και ο Μανώλης Γλέζος, αυτή η εμβληματική φυσιογνωμία της Αριστεράς, εξελέγη δυό φορές βουλευτής , συνεργαζόμενος με το ΠΑΣΟΚ.
Γιατί τα θυμόμαστε; Γιατί κι’ αυτά είναι ιστορία. Και όσο πικρή και να είναι πρέπει να την λέμε. Πολύ περισσότερο που μαζί με το κλέψιμο των συνθημάτων της Αριστεράς οι εγκέφαλοι του ΠΑΣΟΚ επιδόθηκαν στον πιο άγριο και βρώμικο πόλεμο κατά της Αριστεράς και ηγετικών στελεχών της. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τα δημοσιεύματα για τα κότερα και τις βίλες του Χαρίλαου Φλωράκη και του Λεωνίδα Κύρκου;
Φόρτωσαν το εργατικό κίνημα με μια συνδικαλιστική γραφειοκρατία, με συνδικαλιστές υποταγμένους στα αφεντικά με αποτέλεσμα ακόμη και σήμερα στο συνδικαλιστικό κίνημα σε επίπεδο δευτεροβάθμιων και τριτοβάθμιων οργανώσεων να κυριαρχούν τύποι σαν τον Παναγόπουλο της ΓΣΕΕ.
Ποιος μπορεί να επιτρέψει να ξεχαστεί η ιστορία του σκανδάλου Κοσκωτά. Σκανδάλου μπουμπουνιστού, στις κορυφές του κινήματος. Κι ας έχουν το θράσος κάποιοι να μιλάνε για «βρώμικο ‘89». Ναι, ήταν βρώμικο το ’89 γιατί υπήρχε ένα υπαρκτό σκάνδαλο που εκκολάφθηκε μέσα στους κόλπους του ΠΑΣΟΚ , Τότε που οι εγέφαλοί του είχαν συλλάβει την ιδέα της αξιοποίησης μιάς «νέας γενηάς επιχειρηματιών».
Όπως υπαρκτό ήταν και το σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου το 1999, στη δεύτερη φάση του ΠΑΣΟΚ , επί σημιτικού εκσυγχρονισμού. Τότε που ενώ ο κοσμάκης έχανε περιουσίες κάποιοι κρατικά και κομματικά στελέχη, δημοσιογράφοι παρατρεχάμενοι της εξουσίας, επιχειρηματίες της αρπαχτής και κάθε λογής απατεώνες , είχαν «εσωτερική ενημέρωση» τζογάριζαν και μέσα σε λίγες μέρες γίνονταν εκατομμυριούχοι.
Έκαναν κρατικοποιήσεις, πήραν επιχειρήσεις που τις είχαν βουλιάξει οι ιδιώτες , τις αξιοποίησαν για να φτιάξουν την εργατική αριστοκρατία βολεύοντας παράλληλα χιλιάδες δικούς τους , και στο τέλος αφού τις ξέπλυναν από τα παληά βάρη τις ξεπούλησαν (και συνεχίζουν και τώρα , αυτή τη φορά με τα συνεταιράκια τους στην κυβέρνηση) για ένα κομμάτι ψωμί.
Να ξεχάσουμε τους διάφορους Τσουκάτους; Αλήθεια τι γίνεται μ’ αυτή την υπόθεση, θα μάθουμε ποτέ ποιος πήρε τη μίζα; Ο Μαντέλης τι κάνει; Θα δικαστεί ποτέ γι’ αυτή την «εκλογική ενίσχυση» ( κι έτσι ονομάζεται το λάδωμα στην ΠΑΣΟΚική διάλεκτο);
Να ξεχάσουμε την άθλια προσπάθεια του Λαλιώτη να περάσει και να αφοπλίσει τη νεολαία με το κίνημα του lifestyle σε συνεργασία με κάτι ανεκδιήγητους τύπους σαν τον Πέτρο Κωστόπουλο; Κι όμως αυτοί οι ανεκδιήγητοι τύποι έλυναν και έδεναν για χρόνια ελέω ΠΑΣΟΚ.
Θα μπορούσαμε να γεμίσουμε χιλιάδες σελίδες με τα πεπραγμένα του ΠΑΣΟΚ. Αξίζει να τα θυμόμαστε. Για ένα απλούστατο λόγο. Η προσπάθεια της άρχουσας τάξης να ελέγξει τη ριζοσπαστικοποίηση του κινήματος πέτυχε με το κίνημα που ίδρυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου. Στο χέρι μας είναι να μην επιτρέψουμε να επαναληφθεί αξιοποιώντας και την πείρα του παρελθόντος….
Πηγή:Ημεροδρόμος
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου