Τετάρτη 23 Μαΐου 2012

Σύνταγμα: Ένας χρόνος μετά

Του Δημήτρη Μητρόπουλου 

Για το φαινόμενο και το κίνημα των πλατειών γράφτηκαν πολλά και τις μέρες εκείνες και το αμέσως επόμενο διάστημα. Υπάρχει και μια σχετικά πλήρης συλλογή στον συλλογικό τόμο “Δημοκρατία Under Construction” από τις εκδόσεις Α/συνεχεια με μια σειρά κειμένων και αναλύσεων που διαπραγματεύονται το ίδιο το φαινόμενο και τις διεργασίες του. Κάποια σημεία αποτίμησης της χρονιάς που πέρασε, όσον αφορά το τι άφησαν οι πλατείες έχει όμως μια σημασία. Όχι για ανάλυση. Κυρίως για να θέσει κάποια προβλήματα μεθόδου γύρω από την έννοια και τη διαδικασία του παρατεταμένου πολιτικού αγώνα ενάντια στην τρόικα και το μνημονιακό καθεστώς και το προσωπικό τους. Ειδικά σήμερα που λόγω «επετείου» θα γραφτούν πολλά.

Το κίνημα των πλατειών έβαλε την σφραγίδα του στην χρονιά που πέρασε και θα συνεχίσει να το κάνει. Διαπέρασε και μετασχημάτισε:

Τα κοινωνικά κινήματα. Από τις λαϊκές συνελεύσεις και τη μάχη ενάντια στο χαράτσι, μέχρι τις συλλογικότητες αλληλεγγύης και αυτοοργάνωσης που ξεπήδησαν σαν τα μανιτάρια, αλλά ακόμα και στο κίνημα... των ταξιτζήδων που προσπάθησαν να μιμηθούν αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες από τις πλατείες.

Τον μετέπειτα αντιμνημονιακό αγώνα. Οι «αγανακτισμένοι» ήταν παρόντες και στις παρελάσεις (28η Οκτωβρίου, 25η Μαρτίου) και στην κλιμακούμενη οργή που συμπυκνωνόταν στο «να φύγετε» και στο μεγαλειώδη ξεσηκωμό του κυριακάτικου συλλαλητηρίου (άλλη μια παράδοση των πλατειών) στις 12 Φλεβάρη ενάντια στο 2ο Μνημόνιο και τη νέα δανειακή σύμβαση.

Τα πολιτικά υποκείμενα και το πολιτικό επίπεδο. Εδώ όμως για να είμαστε αυστηροί, όχι τόσο της Αριστεράς. Από τις πλατείες ξεπήδησε το ΕΠΑΜ του Δ. Καζάκη που είχε τη δυσάρεστη κατάληξη της αριστεροφαγίας και της συνεργασίας με τον Παπαθεμελή, αλλά στο πνεύμα των πλατειών πάτησαν και οι ΑΝΕΛ του Π. Καμμένου είτε στη «μορφή» (καμπάνια μέσω facebook), είτε στο «περιεχόμενο» (όχι στην κατοχή και το μνημόνιο, να τιμωρηθούν οι προδότες κοκ), είτε – όσο και να «ξενίζει», με τον κ. «Δημιουργία Ξανά», με τον αντιπολιτικό λόγο του (όσοι πέρασαν από τις πλατείες θα είδαν ακόμα και μέσα στις ομάδες της πλατείας τέτοιες απόψεις που γρήγορα μειοψήφισαν). Το «φούσκωμα» της Χρυσής Αυγής μπορεί να σχετίστηκε με μια οργή και σιχτίρισμα (όλοι είναι ίδιοι) που εκφράστηκε και στην πλατεία, αλλά ως χώρος κράτησε αποστάσεις από την πλατεία. Στην Αριστερά είχαμε την μικρότερη δυνατή ανταπόκριση και προβληματισμό, μετά τις πλατείες, πέρα από ένα προεκλογικό άνοιγμα του ΣΥΡΙΖΑ σε λόγο και φρασεολογία (δεν θα γίνουμε προτεκτοράτο, κάλεσμα για πατριωτική και δημοκρατική ενότητα, θα υπερασπιστούμε τη δημοκρατία απέναντι στους τραπεζίτες). Πέραν τούτου, ελάχιστα πράγματα! Το «μεγαλύτερο βήμα» υποτίθεται ότι το έκανε το ΚΚΕ στην 48ωρη απεργία στις 19-20/10, με τη γνωστή κατάληξη της περιφρούρησης και της σύρραξης με τον αναρχικό χώρο.

Η κληρονομιά του Συντάγματος και οι κληρονόμοι

Το κίνημα των πλατειών έπαθε ότι παθαίνουν όλα τα κινήματα που είναι σημείο αναφοράς και τομής για την ιστορία ενός τόπου. Ανήκει στους πάντες. Όπως και η εξέγερση του Πολυτεχνείου έχει δικαιώσει την ΚΝΕ, την επαναστατική Αριστερά, την αναρχία, το ΠΑΣΟΚ το οποίο και διαβεβαίωσε όταν ήρθε στην εξουσία ότι οι αγώνες τώρα δικαιώθηκαν. Αυτό δεν σημαίνει ότι έχουν όλοι δίκιο. Έτσι και τώρα περίσσεψε είτε ο υποκειμενισμός, είτε η αυτοεπιβεβαίωση, είτε η πολιτική και μικροκομματική σκοπιμότητα και ο καθένας μετέφρασε τις πλατείες όπως ήθελε να τις μεταφράσει πριν ξεσπάσουν. Για άλλους τελείωσε ο κοινοβουλευτισμός και οι πλατείες είπαν αυτοοργάνωση και άμεση δημοκρατία, για άλλους είπαν Δημοκρατία και Ανεξαρτησία, για άλλους ότι πρέπει να παλουκώσουμε τους πολιτικούς, για άλλους δεν χρωστάω δεν πληρώνω, για άλλους όχι στο Μνημόνιο και για άλλους είπαν ότι πρέπει να γίνουν εκλογές... Άλλοι περιχαρείς που οι πλατείες τελείωσαν το καλοκαίρι, περίμεναν για να ξαναέρθει η σειρά τους να περπατήσουν πάλι την πεπατημένη των απεργιακών οικονομικών διεκδικήσεων...

Μικρή προσπάθεια έγινε για να κατανοηθεί πραγματικά το φαινόμενο των πλατειών, οι διεργασίες που ανέπτυξε, η κριτική που έκανε στο παλιό πολιτικό και οικονομικό σύστημα, τα σημεία τριβής που έθεσε στα ζητήματα της θεωρίας και της οργάνωσης, τις δυνατότητες που θα μπορούσαν να δώσουν στην Αριστερά (και ειδικά στην αντισυστημική) για νέες επεξεργασίες, νέες μορφές, νέες πρωτοβουλίες. Καθείς αυτοεπιβεβαιώθηκε και ο καθένας τσιμπολόγαγε ό,τι του γυάλιζε.

Αυτό το «οι πλατείες είπαν», ήταν ό,τι χειρότερο για την «κληρονομιά» της πλατείας. Γιατί οι πλατείες είπαν αρκετά πράγματα και όλα τα παραπάνω είναι μέσα στην πραγματικότητα (άλλα περισσότερο και άλλα λιγότερο), αλλά για όσους είναι πολιτικά υποκείμενα που θέλουν να παρέμβουν και να αλλάξουν την πραγματικότητα, οι πλατείες κυρίως ρώτησαν. Οι πλατείες έδωσαν ώθηση στο κίνημα και έθεσαν νέες ερωτήσεις και απαιτήσεις για αναβαθμισμένους προσδιορισμούς. Μεγάλο βάρος έπεφτε πια στο πολιτικό επίπεδο και στην επόμενη φάση του παρατεταμένου πολιτικού αγώνα. Ποια υποκείμενα, ποια προγράμματα, ποια σχέση και με ποιες μορφές και περιεχόμενα με τον κόσμο που μαζικά αποδεσμεύεται από το παλιό δικομματικό σύστημα εξουσίας, nώς τους ανατρέπουμε, τι και ποιος θα έρθει αν δικαιωθεί το «να φύγουν»;

Υπάρχει μια σχετική τοποθέτηση, από τον Μάο, που αφορά τη σχέση κόμμα/μάζες/κίνημα ή διαφορετικά έχει σχέση με αυτό που συζητήθηκε πολύ κατά την διάρκεια και μετά την πλατεία, την σχέση συνειδητού και αυθόρμητου παράγοντα. Λέει λοιπόν ο Μάο:

«Σε όλη την πρακτική δουλειά του κόμματος μας μια ορθή καθοδήγηση πρέπει απαραίτητα να στηρίζεται στην αρχή: «να ξεκινάμε από τις μάζες και να επιστρέφουμε στις μάζες». Αυτό σημαίνει: να παίρνουμε τις ιδέες των μαζών (σκόρπιες και ασυστηματοποίητες ιδέες) και να τις διαμορφώνουμε (με τη μελέτη να τις γενικεύουμε και να τις συστηματοποιούμε) και να επιστρέφουμε στις μάζες, να τις προπαγανδίζουμε, να τις εξηγούμε, να τις κάνουμε κτήμα των μαζών έτσι ώστε να τις υπερασπίζουν και να τις εφαρμόζουν και ταυτόχρονα να επαληθεύουμε την ορθότητά τους με την πρακτική δράση των μαζών. Και πάλι να παίρνουμε τις ιδέες των μαζών και πάλι να τις συνοψίζουμε και να τις ξαναπηγαίνουμε στις μάζες και αυτός ο κύκλος να γίνεται συνέχεια και με σταθερότητα έτσι που κάθε φορά οι ιδέες θα γίνονται πιο σωστές, πιο ζωντανές και όλο πιο πλούσιες. Αυτή είναι η μαρξιστική θεωρία της γνώσης».

Στις πλατείες είδαμε μάζες με σκόρπιες και ασυστηματοποίητες ιδέες. Και αυτό είναι πολιτικά λογικό γιατί στις πλατείες κατέβηκε ένα πλήθος από διαφορετικά κοινωνικά στρώματα, με διαφορετικά ταξικά συμφέροντα, με διαφορετικές πολιτικές και κοινωνικές εμπειρίες και διαδρομές, χωρίς συλλογικό οργανωτή και χωρίς συγκεκριμένη διαμεσολάβηση. Ένα χρόνο τώρα η Αριστερά (και ειδικά η αντισυστημική) δεν μελέτησε, δεν συστηματοποίησε αυτές τις ιδέες, δεν πήρε πολιτικές πρωτοβουλίες για να απαντήσει στο τί σημαίνει Δημοκρατία, Ανεξαρτησία, δεν χρωστάω-δεν πληρώνω, πώς και πού οργανώνεται ένας νέος τόπος πολιτικής οργάνωσης και ενός (αυτο)οργανωμένου λαϊκού κινήματος.

Έτσι από την μία είχαμε την Αριστερά η οποία αφελώς και ιδιοτελώς περίμενε να περάσει η «μπόρα» των πλατειών και να επιστρέψει στα πρότερα σχήματά της. Ακραία έκφραση αυτής της αντικινηματικής στάσης είναι το ΚΚΕ, όπου δεν εμπλέκεται με τις σκόρπιες και ασυστηματοποίητες ιδέες των μαζών, αλλά τις εγκαλεί να μην πιστεύουν ότι μπορεί να αλλάξει κάτι, να τις καλεί να αλλάξουν την ψήφο τους (;;;), να παρακαλάει να απογοητευτούν οι μάζες για να μην απογοητευτεί το ΚΚΕ… Από την άλλη μια Αριστερά η οποία είχε αναλάβει τον ρόλο του σχολιαστή και του αναλυτή και είτε περίμενε το επόμενο επεισόδιο της λαϊκής κινητοποίησης, είτε παρακαλούσε την ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ για την επόμενη απεργία, χωρίς να επεξεργάζεται προτάσεις και πρωτοβουλίες για την ριζοσπαστική εξέλιξη του πολιτικού αγώνα, έτσι όπως αυτός εκφράστηκε στις πλατείες. Ουδείς από την αριστερά, προχώρησε σε μετωπικές διαδικασίες ανασύνθεσης για να οικοδομήσει, δημοκρατικά και με την άμεση συμμετοχή του κόσμου που έδωσε το παρόν στις πλατείες, ένα πραγματικό πολιτικό και κοινωνικό μέτωπο σύγκρουσης με την Τρόικα και τους πολιτικούς υπηρέτες της, πραγματικής δημοκρατίας, πραγματικής ανεξαρτησίας, σύγκρουσης με το ευρωπαϊκό κέντρο και τους δανειστές.

Όλοι περίμεναν τις εκλογές. Και εκεί ο λαός με την ψήφο του διαμόρφωσε νέες συνθήκες, νέες δυνατότητες, νέους συσχετισμούς και νέα πολιτικά αποτελέσματα.

Το Σύνταγμα στην κάλπη

Το κίνημα των πλατειών ξεκίνησε από τις αραβικές χώρες για να επεκταθεί αργότερα στις χώρες της Ευρώπης και λίγο αργότερα να μετεξελιχθεί στο κίνημα Occupy (Wall Street, London κοκ). Ενώ στα αυταρχικά αραβικά καθεστώτα, είχαμε στις περισσότερες περιπτώσεις πτώση αυτών των καθεστώτων και νέες λαϊκές μεταπολιτεύσεις, στην Ευρώπη και γενικά στην Δύση δεν είχαμε πουθενά κάτι τέτοιο. Πολύμηνες έντονες διαμαρτυρίες με καταλήψεις δημόσιων χώρων, με κυρίαρχο αίτημα αυτό της Δημοκρατίας που όμως έμειναν σε συγκεκριμένα πλαίσια. Φαίνεται ότι ακόμα και αυτό το ξεφτιλισμένο και πλήρως εξαγορασμένο από τους τραπεζίτες και τις αγορές κοινοβουλευτικό σύστημα έχει βαθιές ρίζες δεκαετιών και ένα ισχυρό φαντασιακό στον κόσμο. Και αυτό στην Ελλάδα το καταλάβαινε κανείς λίγες μέρες πριν τις εκλογές που έβλεπε την οργή της μούντζας του προηγούμενου Ιούνη έξω από την Βουλή, να περιμένει υπομονετικά μέχρι την Κυριακή 6 Μαΐου για να πέσει το μαγικό χαρτάκι μέσα στην κάλπη. Και έτσι η μούντζα έγινε εκλογικό μαύρισμα! Αυτόν τον τρόπο έχουμε στη Δύση προς το παρόν μέχρι να προκύψει κάποιο νέο παράδειγμα… Ως τότε ο συνδυασμός κοινοβουλευτικού και εξωκοινοβουλευτικού αγώνα θα είναι ένα κρίσιμο πρόβλημα για τις δυνάμεις που θα θέλουν να αλλάξουν τα πράγματα, αλλά όχι να ενσωματωθούν στο κυρίαρχο πολιτικό σύστημα.

Λίγες μέρες πριν ο Κ. Δουζίνας σε άρθρο του στην Αυγή υποστηρίζει ότι οι πλατείες ψήφισαν Αριστερά και βασικά ΣΥΡΙΖΑ. Μια πιο προσεκτική τοποθέτηση θα έλεγε ότι το αποτέλεσμα της κάλπης (ΣΥΡΙΖΑ 2ος με δυναμική πρωτιάς και πρωταγωνιστής στις εξελίξεις) έδειξε ΣΥΡΙΖΑ με την έννοια της δυναμικής του αποτελέσματος. Όμως και οι ψήφοι του Καμμένου, αλλά και μέρος της Χρυσής Αυγής, ήταν κομμάτι της «πάνω» πλατείας ή τουλάχιστον τους έβλεπαν με συμπάθεια. Αλλά ας το αφήσουμε αυτό στην άκρη, μιας και το αποτέλεσμα του ΣΥΡΙΖΑ έχει προσωρινά κρίνει την ηγεμονία για το «τί ψήφισε η πλατεία».

Μία δεύτερη παρατήρηση έχει να κάνει με την αντίφαση ότι τελικά οι πλατείες ψήφισαν. Παρ’ όλες τις μούντζες, τα «όλοι ίδιοι είναι», τα βρισίδια στους πολιτικούς και την αναξιοπιστία και των αριστερών πολιτικών δυνάμεων. Δεν έβαλαν στο ελικόπτερο κάποιον, δεν μπούκαραν στη βουλή και δεν την έκαψαν, δεν έβαλαν στη φυλακή τους υπαίτιους, δεν άλλαξαν τους όρους του κοινοβουλευτισμού, δεν έφεραν μια «λαϊκή» μεταπολίτευση. Επέλεξαν να ψηφίσουν και μάλιστα κυρίαρχα τη δύναμη που είχε διάφορα φιλικά χαρακτηριστικά (κοντά στα κινήματα, ενωτικός λόγος, αντιπολιτευόμενος, γήινος και πραγματικός), αλλά με βασικότερο ότι είχε μια άμεση κυβερνητική πρόταση για απαλλαγή από το μνημόνιο. Βεβαίως έχει δίκιο ότι ο ενωτικός λόγος του ΣΥΡΙΖΑ και η φρασεολογία περί δημοκρατίας, πατριωτισμού και άλλης οικονομικής πολιτικής (όχι στο μνημόνιο) ήρθαν να εκφράσουν τις σκόρπιες και ασυστηματοποίητες ιδέες της πλατείας. Όχι πολιτικά όμως. Σαν εκλογική τακτική. Ως γενικές αναφορές και ιδέες και όχι ως στράτευση σε συγκεκριμένη πολιτική πρόταση διεξόδου από την κρίση. Γιατί αν κάποιο πολιτικό υποκείμενο προσπαθήσει να συστηματοποιήσει τις σκόρπιες και ασυστηματοποίητες ιδέες περί ανεξαρτησίας και δημοκρατίας και ανατροπής του μνημονίου θα πρέπει να συγκροτήσει ένα νέο κοινωνικό και πολιτικό μπλοκ δυνάμεων και να επεξεργαστεί ένα νέο πλαίσιο έξω από τα δεσμά της ευρωζώνης και της Ε.Ε. Αλλιώς η ανεξαρτησία τελειώνει εκεί που αρχίζουν οι εκβιασμοί της ρευστότητας της ΕΚΤ...

Έτσι λοιπόν 1 χρόνο μετά τις πλατείες και ανάμεσα σε δύο κρίσιμες εκλογικές μάχες, μπορούμε να χαιρόμαστε γιατί προσωρινά και εκλογικά την ηγεμονία της πλατείας (του λαού) την πήρε η Αριστερά και ο ΣΥΡΙΖΑ και όχι η λαϊκή ή κινηματική Δεξιά. Και αυτό είναι θετικό και δεν ήταν αντικειμενικό με βάση την ατολμία και την «αφασία» της αριστεράς.

Το πρόβλημα είναι ότι μέσα σε αυτήν την αριστερά, η «φιλοευρωπαϊκή», συστημική Αριστερά έχει μακράν την πρωτοβουλία των κινήσεων απέναντι στην Αριστερά που αναφέρεται στην ανατροπή του συστήματος, που αντιλαμβάνεται ότι λύση ή μεταρρύθμιση εντός Ε.Ε. δεν υφίσταται, που αντιπαρατίθεται στην κυβερνητική διαχείριση της μνημονιακής μιζέριας. Αυτό μετά τις πλατείες δεν ηταν αντικειμενικό-ουδέτερο γεγονός. Έχει να κάνει με το ότι όλοι οι χώροι της λεγόμενης αντισυστημικής Αριστεράς συνέχισαν με τη δύναμη αδράνειας της αυτοεπιβεβαίωσης και του «όλα πάνε όπως πριν». Καμία διάθεση να μάθουν από τις πλατείες, καμία διάθεση μετασχηματισμού, απεύθυνσης στις χιλιάδες λαού που αναζητούσαν προτάσεις, αφήγηση, πολιτική λύση. Από το ΚΚΕ μέχρι την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και τη ριζοσπαστική πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ.

Οι πλατείες και ο λαϊκός ριζοσπαστισμός που εξέφρασαν δεν ωθούσαν αντικειμενικά σε μια τέτοια πολιτική ισορροπία. Τα πολιτικά υποκείμενα που έδρασαν ή δεν έδρασαν, που έθεσαν ή δεν έθεσαν διαχωριστικές γραμμές, που συνομίλησαν με αυτόν τον λαϊκό ριζοσπαστισμό ή αδιαφόρησαν, διαμόρφωσαν στον ένα ή τον άλλο βαθμό το νέο μεταβατικό πολιτικό τοπίο και την σημερινή κατάσταση. Με τη δυναμική της, τα ρεύματα ελπίδας και τα ρεύματα ενσωμάτωσης.

Επόμενη στάση;

Μετά το Σύνταγμα, πολλοί μίλαγαν για μια επόμενη φάση που θα είχε το χαρακτήρα λαϊκής εξέγερσης. Τους πρόλαβαν όμως οι εκλογές και η προσωρινή εκτόνωση που τις συνοδεύει.

Αν στις επόμενες εκλογές νικήσει το ευρωπαϊκό κεντροδεξιό μέτωπο του Σαμαρά και συνεχίσει στην ίδια μνημονιακή πολιτική, τα λαϊκά προβλήματα, η ανεργία, η φτώχεια θα διογκώνονται και όλα θα σπρώχνουν για νέα ξεσπάσματα.

Αν αντιθέτως σχηματιστεί μια αριστερή αντιμνημονιακή κυβέρνηση, θα φέρει πάνω της το φορτίο της ελπίδας και της προσμονής. Ότι τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν, ότι δεν θα συνεχίσει να είναι θύμα ο λαός, ότι οι πολιτικοί θα ακούσουν τον πόνο του κόσμου, ότι σιγά-σιγά θα αρχίσει να διαμορφώνεται μια διαφορετική φιλολαϊκή πολιτική.

Η περίοδος «χάριτος» που θα δοθεί, από τις πλατείες και τους «αγανακτισμένους», στο πολιτικό σύστημα στην περίπτωση μιας τέτοιας κυβέρνησης, θα έχει να κάνει με το αν δοθούν αποφασιστικές μάχες με την επιτροπεία και το ίδιο το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα, αποφασιστικές μάχες για την ανακούφιση του λαού από την κρίση και την λιτότητα και εν’ τέλει ένας δρόμος ελπίδας και διεξόδου. Ότι κάπου υπάρχει φως στο τούνελ.

Οι «διαπραγματευτές» της αριστερής αντιμνημονιακής κυβέρνησης θα γνωρίζουν ότι τα παραπάνω δεν θα μπορούν να περιμένουν για πάντα. Ότι δεν έχουμε όλο τον χρόνο δικό μας.

Σε κάθε περίπτωση η αντιπαράθεση οδηγείται στα άκρα. Και αυτό βάζει διαφορετικά τα πλαίσια για το αν θα πρέπει να αλλάξουμε πρώτα την Ευρώπη ή αν θα πρέπει στο μεταξύ να μην πεινάσουμε... 

Πηγή:antapocrisis.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια :