Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2014

Κριτική της κριτικής για την τακτική της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και του NAP

Του Δημήτρη Γρηγορόπουλου

Τι όρους προϋποθέτει μια συγκεκριμένη τακτική, για να εξασφαλίζει την ορθότητα της; Πρώτο, να αποτελεί την ορθή και αποτελεσματική πρόταση του κινήματος για την επίλυση των αντιθέσεων και προβλημάτων μιας περιόδου ή φάσης και δεύτερο να υπηρετεί την επαναστατική στρατηγική του σταδίου, εν προκειμένω του ολοκληρωτικού καπιταλισμού.


Ένας τακτικός στόχος αν δεν γίνεται κατανοητός απ’ την κοινωνία, πρέπει να αντικαθίσταται, έστω κι αν ανταποκρίνεται στα οξυμένα προβλήματα της περιόδου;

Πρόκειται για ψευτοδίλημμα ιδεαλιστικής αντίληψης.
Αν η τακτική έχει ορθά διαγνώσει τα προβλήματα, αντανακλάται στη συνείδηση έστω μιας μερίδας της κοινωνίας, ανεξάρτητα απ’ την πολιτική έκφραση της συνειδητοποίησης. Η σχετική αναποτελεσματικότητα της τακτικής δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά τον εσφαλμένο χαρακτήρα της (δεν είναι υποχρεωτικά αληθινό το ωφέλιμο).

Εξάλλου, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, όπως καταγράφηκε στις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές αγκαλιάζει ένα ποσοστό της τάξης του 2-3%, ενώ μεγαλύτερη είναι η εμβέλεια της στα συνδικάτα και στους φοιτητικούς συλλόγους. Το δυναμικό όμως αυτό είναι ακόμη ασταθές και ευάλωτο, ιδίως σε συνθήκες πόλωσης. Αυτός ο συσχετισμός είναι κατώτερος των προσδοκιών και δυνατοτήτων μας. Αποτελεί όμως την πρώτη μαγιά του αντικαπιταλιστικού πόλου.

Μ’ αυτή τη λογική, η αντικαπιταλιστική πρόταση για τη φάση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων κρίνεται σωστή, στο πλαίσιο αντικειμενικών δυσχερειών και υποκειμενικών αδυναμιών. Αναγκαία άρα η κριτική και η αυτοκριτική. Ωστόσο η απήχηση μιας πολιτικής πρότασης δεν πρέπει ν’ απολυτοποιείται. Αν ήταν έτσι, θα έπρεπε να θεωρηθεί ότι είναι ορθή η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ λόγω της μαζικής εμβέλειας της.

Στην ιστορία της πολιτικής υπάρχουν απτά παραδείγματα αριστερών δυνάμεων που, στο όνομα της ρεαλιστικής, αποτελεσματικής τακτικής διολίσθησαν στον τακτικισμό. Στην επιλογή δηλαδή τακτικού ή και στρατηγικού στόχου ανεξάρτητα ή και αντίθετα απ’ το ταξικό συμφέρον, με κριτήριο την προσδοκία άμεσης πολιτικής ωφέλειας (καιροσκοπισμός). Το περιτύλιγμα παραμένει αριστερό, το περιεχόμενο όμως ουσιαστικά γίνεται αστικό. Το 1989 ΚΚΕ και ΕΑΡ αιφνιδίως συγκροτούν τον ενιαίο Συνασπισμό και συμμαχούν με τη ΝΔ, για να συνθλίψουν με δικαστική μεθόδευση το ΠΑΣΟΚ και να ιδιοποιηθούν τον κόσμο του. Τι απέδωσε η νέα τακτική σύλληψη; Το έδειξε η ιστορική συνέχεια…Ανεμομαζώματα, διαβολοσκορπίσματα…

Τα ποσοστά του ΚΚΕ κατρακύλησαν (εκλογές 1993) στο 4,5%, ενώ ο Συνασπισμός έμεινε εκτός Βουλής. Ανάλογα και ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα, απ’ το πάθος της εξουσίας απεμπόλησε το στόχο αριστερής κυβέρνησης και ερωτοτροπεί με τους ΑΝΕΛ και τη ΔΗΜΑΡ στήνοντας Κολυμβήθρα του Σιλωάμ…

Έχουμε εισέλθει πράγματι σε μια νέα ιστορική φάση, οπό­τε δικαιολογείται και η πρότα­ση για «νέα πολιτική γραμμή»;

Σε αντίθεση με τον ακριβή ορισμό της εποχής και του σταδίου, η έννοια της φάσης ή της περιόδου επιδέχεται περισσότε­ρους προσδιορισμούς. Ωστόσο, η ουσία μιας φάσης πρέπει να προσδιορίζεται απ’ την κυ­ρίαρχη σ’ αυτήν αντίθεση και τα αντίστοιχα προβλήματα που προκαλεί. Για παράδειγμα, γίνεται λόγος για τη νέα φάση του 2012-14 με κύρια κριτήρια τη σχετική πτώση του κι­νήματος. Το καθοριστικό όμως στοιχείο της περιό­δου – φάσης 2010-14 απο­τελεί η ένταση της καπιτα­λιστικής επίθεσης για την πραγματοποίηση αντιδρα­στικών αναδιαρθρώσεων της βάρος της εργατικής τάξης, για την αντιμετώπι­ση της δομικής ιστορικών διαστάσεων κρίσης του 2008 και της διαρθρωτικής τάσης πτώσης του μέ­σου ποσοστού κέρδους.

Αυτή η επίθεση όχι μό­νο συνεχίζεται, αλλά όπως διαπιστώνει η εισήγηση της ΠΕ για το Πανελλα­δικό Σώμα: «Η αντιδρα­στική συγκυβέρνηοη ΝΔ-ΠΑΣΟΚ θα κλιμακώσει την αντιλαϊκή της επίθεση». Αφού λοιπόν συνεχίζεται και εντείνεται η καπιταλιστική επί­θεση, έπεται ότι όχι μόνον ισχύει, αλλά γίνε­ται ακόμη πιο αναγκαία η αντικαπιταλιστική πρόταση ανατροπής αυτής της επίθεσης.

Για την πρόταση των 11 συντρόφων


Εξ αντιθέτου δεν ευσταθεί η πρόταση των 11 συντρόφων για αντικατάσταση της αντικαπιταλιστικής πρότασης με «πρόγραμμα τακτικού χαρακτήρα», το οποίο «δεν μπορεί να συγκροτηθεί βάζοντας προϋπόθεση την πλήρη συμφωνία με το συνολικό αντικαιτιταλιστικό πρόγραμμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ».

Δεν πρόκειται απλώς για χρο­νική πρόταξη των αμεσότερων στόχων. Πρόκειται, σύμφωνα με τη δική τους διατύπωση, για «νέα πολιτική γραμμή».

Θεμελιώδη χα­ρακτηριστικά της «νέας πολιτικής γραμμής» είναι αφενός η περικο­πή του αντικαπιταλιστικού προ­γράμματος και αφετέρου η υπέρμετρη εστί­αση στην επιβίωση. Με αυτούς τους δύο άξο­νες η προτεινόμενη γραμμή δημιουργεί ένα νέο μείγμα, που υποβαθμίζει και υποκαθι­στά το αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα, χωρίς να το απορρίπτει στο σύνολο του.

Στη μερίκευση της αντικαπιταλιστικής λογικής συμβάλλει και ο υπερτονισμός της αντίθεσης «μνημόνιο-αντιμνημόνιο».

Ανα­φέρεται στο κείμενο των 11: Αυτό το «αντερ­γατικό, αντιδημοκρατικό μνημονιακό καθε­στώς» αποτελεί ιδιαίτερη μορφή περάσματος του ελληνικού κοινωνικοοικονομικού σχημα­τισμού στην καρδιά του ολοκληρωτικού κα­πιταλισμού της εποχής μας και γενικευμένης εμπέδωσης των νέων παραγωγικών, κοινω­νικών, πολιτικών, πολιτιστικών και διεθνών σχέσεων». Και συνεχίζει με τη διαπίστωση: «Στη συνείδηση ευρύτερων μαζών όμως αυ­τές οι σχέσεις εμφανίζονται με την εξωτερική μνημονιακή μορφή τους». Όποιος δεν βλέ­πει αυτή τη «μνημονιακή» μορφή «δεν μπο­ρεί να επικοινωνήσει με ης εμπειρίες των μα­ζών» και «να ανατρέψει την ουσία της αστι­κής επίθεσης».

Η απολυτοποίηση της μνημονιακής πρόσληψης των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων υποβαθμίζει την πρόσλη­ψη τους απ’ την αντικαπιταλιστική συνείδη­ση, που είναι υπαρκτή βεβαίως.

Μάλιστα, αν ερμηνεύσουμε κατά γράμ­μα αυτή τη διαπίστωση, η αντικαπιταλιστική συνειδητοποίηση αυτών των αναδιαρθρώσε­ων είναι αδύνατη σχεδόν, η αντίθεση επομέ­νως «καπιταλισμός-αντικαπιταλισμόςς» πρέ­πει να περιοριστεί στην αντίθεση «μνημόνιο-αντιμνημόνιο», στην οποία βέβαια ηγεμονεύ­ει ο ΣΥΡΙΖΑ.

Θέση αντίθετη με τη λογική του αντικαπιταλιστικού προγράμματος και του αλληλένδετου των στόχων του, είναι και n ακόλου­θη:

«Στο εργατικό λαϊκό κίνημα η αντίληψη πως δεν μπορεί να κατακτήσει με σκληρούς αγώνες αύξηση στο μεροκάματο, αν από τα πριν δεν διαγραφεί το χρέος και δεν φύγου­με απ’ την EE, είναι λαθεμένη».

Κανείς δεν ισχυρίζεται ότι το κίνημα πρέπει να καθηλω­θεί στην αναμονή της εξόδου απ’ την EE και το ευρώ. Ασφαλώς οι αντικαπιταλιστικοί στόχοι-κόμβοι έχουν σχετική αυτοτέλεια, ισχυ­ρότερη όμως είναι η πλευρά της αλληλεξάρ­τησης και αλληλεπίδρασης τους.

Είναι πιθα­νό, σ’ ένα πρώτο κινηματικό κύμα, η άρχου­σα τάξη ελισσόμενη να στέρξει σε μισθολο­γικές βελτιώσεις. Αυτές όμως θα είναι περι­ορισμένες και, όπως επιβεβαιώνει η ιστορι­κή εμπειρία, σ’ επόμενη φάση θα ανακλη­θούν, αν δεν διευρυνθεί το αντικαπιταλιστικό ρήγμα. Δεν χρειάζεται σοφία για να συ­νειδητοποιηθεί ότι για να λυθεί το πρόβλημα επιβίωσης των 6,3 εκατ. που είναι κάτω απ’ το όριο φτώχειας ή στα όριά του, πρέπει και το χρέος να διαγραφεί (8-10 δις ετησίως τα τοκοχρεολύσια), να επιβληθεί βαριά φορολο­γία στο κεφάλαιο, να εθνικοποιηθούν οι τρά­πεζες και οι μονάδες στρατηγικής σημασίας, να γίνει γενναία αναδιανομή του πλούτου.

Αυτοί οι στόχοι προφανώς δεν είναι πραγματώσιμοι στη φυλακή της EE και του ευρώ. Αλλιώς θα προβά­λουμε τη φενάκη, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, της καταπολέμη­σης της φτώχειας με προ­γράμματα του ΕΣΠΑ…

Ειδικά στο θέμα της EE το κείμενο των 11 έχει πο­λυσημία. Στο κεφάλαιο Δ2 η διάλυση της EE προτάσ­σεται της αποδέσμευσης. Αλλά, αν υπάρξει διάλυ­ση, αποδεσμεύεσαι απ’ την EE αυτοδίκαια. Έτσι όμως εννοούμε εμείς την αποδέ­σμευση;

Στο Δ3 υπάρχει δυϊ­σμός ορολογίας. Συγκα­τοικούν αντικαπιταλιστική ορολογία, π.χ. «έξοδος απ’ το NATO και την ΕΕ», και υποβαθμισμένη ορολογία π.χ. «απειθαρχία στις ευρωσυνθήκες, ρήξη από το ευρώ και από την Ευρωπαϊκή Ένω­ση». Τέλος, η θέση για τη δυνατότητα κατακτήσεων ανεξάρτητα απ’ την αποδέσμευ­ση απ’ την EE ψαλιδίζει αντικειμενικά την αναγκαιότητα εξόδου απ’ αυτήν. Η εστίαση του κειμένου στην επιβίωση, η χρονική και ποιοτική προτεραιότητα αυτού του στόχου αντικειμενικά οδηγούν στην υποβάθμιση του όλου αντικαπιταλιστικού προγράμματος ή και στον κίνδυνο διολίσθησης σ’ ένα μίνιμουμ πρόγραμμα.

Ποιος δεν προτάσσει την αναγκαιότητα καταπολέμησης της φτώχειας και της ανεργίας; Αλλά ποιο πρόβλη­μα θα οξυνθεί στο έπακρο και θα ωριμάσει στη συνείδηση η λύση του, ώστε ν’ αποτελέσει τον αδύ­ναμο κρίκο στον οποίο θα συγκε­ντρώσει κυρίως τις δυνάμεις του το κίνημα, είναι άγνωστο εκ των προτέρων. Το 2008 προκάλεσε εξέγερση η δολοφονία του Αλ. Γρηγορόπουλου… Η δέσμευσή μας στην προτεραιότητα ενός στόχου πιθανόν να εμποδίσει τον εντοπισμό του κρίκου που θα υπερ-οξυνθεί. Είναι μια λογική «σταδιολογικού» τύπου.

Προβληματική είναι και η διατύπωση: Η Αρι­στερή Μαχητική Συμμαχία Ανατροπής «δυ­σπιστεί» απέναντι σε ενδεχόμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Δυσπιστώ σημαίνει αμφιβάλ­λω, αλλά δεν αποκλείω ο ΣΥΡΙΖΑ να προ­ωθήσει πρόγραμμα αλλαγής. Στη συνέχεια, λέγεται ότι η ΑΜΣΑ «αποκαλύπτει το δια­χειριστικό ρόλο» της κυβέρνησης του ΣΥΡΙ­ΖΑ.

Με την αμφιλογία δημιουργείται τουλά­χιστον σύγχυση…

Δημοσιεύθηκε στο ΠΡΙΝ 26/10/2014
Αναδημοσίευση απο: aristeroblog.wordpress.com/

1 σχόλιο :

Ανώνυμος είπε...

Αμα θελουν ας πανε στον ΣΥΡΙΖΑ. Βαρεθηκα τον καθενα που θελει να κανει κριτικη με τα εργαλεια των αναθεωρητων της μαρξιστικης λενινιστικης θεωριας. Ο δρομος ανοιχτος και τα σκυλια δεμενα.