Του Θέμη Τζήμα
Αγανάκτησαν οι παπαγάλοι των ΜΜΕ και η δεξιά συγκυβέρνηση από την κινητοποίηση των εργαζομένων στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Από κοντά και η Χρυσή Αυγή που δεν μπορεί να βλέπει το στρατιωτικό «άβατο» να «κηλιδώνεται» από την παρουσία εργαζομένων και αριστερών.
Αδιανόητο να «εισβάλλουν» Έλληνες εργαζόμενοι στο «Πεντάγωνο» και να διεκδικούν να πληρωθούν μετά από έξι μήνες και μετά από χρόνια πολιτικών επιλογών που απαξίωσαν την ελληνική ναυπηγοεπισκευαστική δραστηριότητα. Μπορούσαν στο κάτω- κάτω να στείλουν ένα διάβημα διαμαρτυρίας ή ένα υπόμνημα, ώστε να κερδίσει και ο υπουργός ορισμένα λεπτά, «κοινωνικά ευαίσθητης» δημοσιότητας. Εφόσον δε φέρθηκαν «λογικά» ήταν επόμενο να τους περιμένει η καταστολή και ο χυδαίος συμψηφισμός εργατικών αγώνων και ναζιστικής βίας.
Ας σταθούμε όμως πρώτα στο εξής: Τι είδους αστική νομιμότητα υφίσταται σήμερα- όπου με τον όρο αστική νομιμότητα εννοούμε τη νομιμοποίηση του καθεστώτος, βάσει των δικών του θεσμικών πυλώνων και της αποδοχής του από το λαό.
Η νομιμότητα του καθεστώτος εδράζεται από και χάρη στις αστικοδημοκρατικές, φιλελεύθερες επαναστάσεις στο σεβασμό του κοινωνικού συμβολαίου. Οι «φίλοι» μας υπερασπιστές του αστικού φιλελευθερισμού πρέπει να ανοίξουν παλιά κιτάπια για να θυμηθούν ότι στη βάση της ιδεολογίας τους δε βρίσκεται ο σεβασμός των νόμων εν γένει αλλά ο σεβασμός του κοινωνικού συμβολαίου κυβερνώντων- κυβερνωμένων και βάσει αυτού η τήρηση των νόμων.
Πρέπει να θυμηθούν ότι ήταν οι φιλελεύθεροι αστοί διανοητές που διεκήρυξαν το δικαίωμα του λαού στην επανάσταση όταν το κοινωνικό συμβόλαιο καταλύεται. Ότι το κοινωνικό συμβόλαιο δεν είναι κάτι αόριστο αλλά τυποποιείται στο ίδιο το σύνταγμα: δικαίωμα στην εργασία, στην υγεία, στην οικογένεια, οι πολλαπλές πτυχές ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας, η προστασία των προσωπικών δεδομένων, η προστασία της οικογένειας, του γάμου, της παιδικής ηλικίας, η προστασία της συνδικαλιστικής ελευθερίας, η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου συνιστούν πτυχές ενός κοινωνικού συμβολαίου που περιγράφεται στο σύνταγμα και διαθέτει κανονιστικό, δεσμευτικό περιεχόμενο.
Είναι περιττό να περιγράψει κανείς πώς όλα αυτά τα στοιχεία του συναφθέντος κοινωνικού συμβολαίου τσαλαπατιούνται και κουρελιάζονται μαζί με άλλες συνταγματικές διαδικασίες και εγγυήσεις, στο πλαίσιο της μνημονιακής διαχείρισης της κρίσης από το παρασιτικό κατεστημένο της χώρας. Η φτώχεια, η ανεργία, η διάλυση της δημόσιας δωρεάν παιδείας και υγείας, της κοινωνικής ασφάλισης, ο εργοδοτικός αυταρχισμός δεν αποτελούν απλά επιπτώσεις της κρίσης ή λόγους για μια κάποια κοινωνική αγανάκτηση αλλά έμπρακτη υλική βία από πλευράς του κατεστημένου εις βάρος του λαού, που αναιρεί τους πυλώνες νομιμότητας του πρώτου.
Τι πρέπει λοιπόν να κάνουν οι εργαζόμενοι και εν γένει ο λαός απέναντι στην αναίρεση των πυλώνων του κοινωνικού συμβολαίου; Αν ακούσουμε τα ΜΜΕ της διαπλοκής, ο λαός πρέπει να «αφοπλιστεί», να κάτσει ήσυχος στη γωνιά του και να εκτονώνεται μια στις τόσες, μέσα από μονοήμερες απεργίες. Να ψηφίζει όπως του προπαγανδίζουν τα καθεστωτικά ΜΜΕ και μετά να γκρινιάζει για τη δυστυχία του σε πρωινές εκπομπές. Ο λαός λοιπόν πρέπει να ξαναγίνει μάζα υπηκόων και να απολαύσει τα «αγαθά» της φτωχοποίησής του- άλλωστε η «φτώχεια θέλει καλοπέραση»- μέσα από την επιλεκτική υπέρ του κατεστημένου νομιμότητα.
Είναι προφανές πια ακόμα και για κάθε εύπιστο ότι το παρασιτικό κατεστημένο και οι εκπρόσωποί του βρίσκονται στην άλλη όχθη από αυτή του λαϊκού κινήματος: μάχονται για τη διασφάλιση και περαιτέρω εδραίωση των συμφερόντων του παρασιτισμού, χρησιμοποιώντας κάθε πρόσχημα και ρητορική. Το λαϊκό και εργατικό κίνημα δεν έχει κανένα λόγο να απολογείται σε αυτούς. Η κρίση άλλωστε δεν προκαλεί τεκτονικές αλλαγές μόνο στις παραγωγικές δυνάμεις και σχέσεις στη βάση αλλά και στο νομικό- θεσμικό εποικοδόμημα.
Το κίνημα, αν θέλει να υπάρξει ως ο πραγματικός πρωταγωνιστής των εξελίξεων δεν μπορεί παρά να έχει δύο βασικούς στόχους: πρώτον να εμποδίσει την υλοποίηση μιας πολιτικής διάλυσης των εισοδημάτων και των κοινωνικών δικαιωμάτων. Αυτή είναι μια πρώτη, απαραίτητη, αμυντική αντίδραση στα χτυπήματα που δέχεται. Ο δεύτερος είναι θέσει τις βάσεις για ένα εναλλακτικό μοντέλο κοινωνικής και οικονομικής ζωής στην περίοδο μετά την κρίση.
Τα δύο παραπάνω στοιχεία διαμορφώνουν το χαρακτήρα του κινήματος: το κίνημα πρέπει να εξελιχθεί σε ευρύτερα πολιτικό, με χαρακτήρα κοινωνικοαπελευθερωτικό, και σοσιαλιστικό. Δίπλα στην επιχειρησιακή ή κλαδική διεκδίκηση πρέπει να τίθεται το γενικό πολιτικό ζήτημα. Δεν είναι ασήμαντο- κάθε άλλο- το ότι οι εργαζόμενοι σε κάποιο κλάδο μένουν απλήρωτοι για μήνες. Όμως αν αυτό το δει κανείς ξεκομμένα από τις ευρύτερες πολιτικές θα οδηγηθεί σε ήττες.
Σήμερα χρειαζόμαστε ένα ενιαίο μέτωπο βάσης, με πυρήνα τα πρωτοπόρα τμήματα της εργατικής τάξης, της νεολαίας, της διανόησης, των κοινωνικά αποκλεισμένων ομάδων του πληθυσμού. Σε ένα τέτοιο μέτωπο είναι απαραίτητη η συμμετοχή και αριστερών κομματικών σχηματισμών που αντιλαμβάνονται ότι η ανταλλαγή ρητορικών χτυπημάτων στο κοινοβουλευτικό επίπεδο ή οι συνήθεις κινητοποιήσεις είναι ανεπαρκείς πια. Σχημάτων που μπορούν να εξελιχθούν πέρα από τα γραφειοκρατικά τους στερεότυπα και τις πολιτικές τους αγκυλώσεις.
Το μέτωπο για να πετύχει τους στόχους του πρέπει να γνωρίζει με ποιους συγκρούεται, γιατί και με ποιο στόχο: Σε πρώτη φάση, η σύγκρουση με τα μνημόνια είναι προφανής. Αυτός είναι ο άμεσος, αμυντικός στόχος. Τα μνημόνια ωστόσο συνιστούν ίσως τον ευκολότερο στόχο. Οι αιτίες που βρίσκονται πίσω τους έπονται ως ακόμα σημαντικότερος στόχος. Ο παρασιτισμός, η ξένη εξάρτηση, η αποδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού, η ανεργία, η περιθωριοποίηση εκτεταμένων τμημάτων του κοινωνικού ιστού αποτελούν πτυχές των αιτιών της ελληνικής εκδοχής της κρίσης. Χωρίς σύγκρουση με αυτές τις αιτίες, τα μνημόνια θα αλλάζουν ίσως ονόματα όμως εν τέλει θα επανέρχονται.
Τίθεται όμως το ζήτημα του στρατηγικού στόχου. Πριν την κρίση η συζήτηση για τον καπιταλισμό και τη βιωσιμότητά του αφορούσε ένα μικρό κύκλο διανοητών. Σήμερα έχει τεθεί έμπρακτα επί τάπητος: ο καπιταλισμός ως μοντέλο όχι μόνο προκάλεσε την παγκόσμια κρίση, της οποίας η εξέλιξη λαμβάνει ολοένα πιο «σκοτεινή» για τους λαούς εξέλιξη- ιμπεριαλισμός, πόλεμος, φτώχεια- αλλά κυοφορεί νέες ακόμα σοβαρότερες «υπαρξιακές» κρίσεις, με κύριες την περιβαλλοντική και μαλθουσιανή.
Ο ίδιος ο υπαρξιακός χαρακτήρας της κρίσης καθιστά ακόμα πιο κυνικές τις κυρίαρχες δυνάμεις. Αν νομίζουν ορισμένοι ότι θα υπάρξει ένα νέο τραπέζι κοινωνικής συμφωνίας που θα φέρει την κατάσταση πίσω στα προ κρίσης δεδομένα πλανώνται. Η ανάγκη εναλλακτικού μοντέλου- σοσιαλιστικού κατά το γράφοντα- σε ό,τι αφορά την κοινωνικοοικονομική δόμηση, τη φύση της δημοκρατίας και τις διεθνείς σχέσεις είναι απολύτως επίκαιρη και αναγκαία.
Σε ένα πλαίσιο όπως το παραπάνω, οι εργατικοί αγώνες λαμβάνουν άλλο χαρακτήρα. Οι επετειακού τύπου απεργίες είναι σχεδόν ανούσιες. Άλλωστε ο συνδυασμός εργοδοτικής αυθαιρεσίας, μαύρης εργασίας και εκτεταμένης ανεργίας περιορίζουν τις επιπτώσεις τους. Από την άλλη μια γενική απεργία διαρκείας όταν γίνει δεν πρέπει να ηττηθεί και γι’ αυτό πρέπει να χτιστεί σταδιακά.
Οι καταλήψεις κτιρίων, οι κινηματικές διαδικασίες σε χώρους που έχουν μεγαλύτερες αντοχές, όπως για παράδειγμα στο φοιτητικό κίνημα, οι συχνές πορείες και τα συλλαλητήρια, η δημιουργία απεργιακών ταμείων, η κατάληψη εργοστασίων, με στόχο την αυτοδιαχείριση ειδικά μονάδων που εγκαταλείπονται από τους ιδιοκτήτες τους σε συνδυασμό με τη συγκρότηση σχήματος- ομπρέλας που θα ενισχύει τέτοιες προσπάθειες, ο αντιφασιστικός αγώνας συνιστούν πτυχές ενός πλέγματος αγώνων. Ενός πλέγματος που μπορεί αρχικά να μπλοκάρει την άσκηση της πολιτικής του κατεστημένου και να χτίσει τη δυνατότητα μιας ευρύτερης σύγκρουσης, μέσα από την ωρίμανση και τη ριζοσπαστικοποίηση του λαού.
Η αγωνιστικότητα και η ανάπτυξη ενός προγράμματος που θα δίνει προοπτική στο λαό να βγει όντως από την κρίση μπορεί να αντιμετωπίσει την κατάτμηση, τον κοινωνικό αυτοματισμό και τη γραφειοκρατικοποίηση στους κόλπους των συνδικάτων.
Βεβαίως θα τεθεί το ζήτημα της νομιμότητας: άλλωστε τα δικαστήριά μας φροντίζουν να κηρύσσουν παράνομες και καταχρηστικές σχεδόν όλες τις απεργίες. Οι δε κυβερνητικοί λειτουργοί και μιντιακοί παπαγάλοι θα προσπαθήσουν να διασφαλίσουν ότι τα δημόσια κτίρια θα μείνουν απρόσβλητα από «εισβολές» εργαζομένων και φοιτητών, ώστε να παραμένουν ανοιχτά σε λογής προμηθευτές και κομπραδόρους που τόσο τα έχουν «τιμήσει» με την παρουσία τους.
Το λαϊκό κίνημα οφείλει με την ωριμότητά του να ισορροπήσει σε μια λεπτή γραμμή:
Αδιανόητο να «εισβάλλουν» Έλληνες εργαζόμενοι στο «Πεντάγωνο» και να διεκδικούν να πληρωθούν μετά από έξι μήνες και μετά από χρόνια πολιτικών επιλογών που απαξίωσαν την ελληνική ναυπηγοεπισκευαστική δραστηριότητα. Μπορούσαν στο κάτω- κάτω να στείλουν ένα διάβημα διαμαρτυρίας ή ένα υπόμνημα, ώστε να κερδίσει και ο υπουργός ορισμένα λεπτά, «κοινωνικά ευαίσθητης» δημοσιότητας. Εφόσον δε φέρθηκαν «λογικά» ήταν επόμενο να τους περιμένει η καταστολή και ο χυδαίος συμψηφισμός εργατικών αγώνων και ναζιστικής βίας.
Ας σταθούμε όμως πρώτα στο εξής: Τι είδους αστική νομιμότητα υφίσταται σήμερα- όπου με τον όρο αστική νομιμότητα εννοούμε τη νομιμοποίηση του καθεστώτος, βάσει των δικών του θεσμικών πυλώνων και της αποδοχής του από το λαό.
Η νομιμότητα του καθεστώτος εδράζεται από και χάρη στις αστικοδημοκρατικές, φιλελεύθερες επαναστάσεις στο σεβασμό του κοινωνικού συμβολαίου. Οι «φίλοι» μας υπερασπιστές του αστικού φιλελευθερισμού πρέπει να ανοίξουν παλιά κιτάπια για να θυμηθούν ότι στη βάση της ιδεολογίας τους δε βρίσκεται ο σεβασμός των νόμων εν γένει αλλά ο σεβασμός του κοινωνικού συμβολαίου κυβερνώντων- κυβερνωμένων και βάσει αυτού η τήρηση των νόμων.
Πρέπει να θυμηθούν ότι ήταν οι φιλελεύθεροι αστοί διανοητές που διεκήρυξαν το δικαίωμα του λαού στην επανάσταση όταν το κοινωνικό συμβόλαιο καταλύεται. Ότι το κοινωνικό συμβόλαιο δεν είναι κάτι αόριστο αλλά τυποποιείται στο ίδιο το σύνταγμα: δικαίωμα στην εργασία, στην υγεία, στην οικογένεια, οι πολλαπλές πτυχές ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας, η προστασία των προσωπικών δεδομένων, η προστασία της οικογένειας, του γάμου, της παιδικής ηλικίας, η προστασία της συνδικαλιστικής ελευθερίας, η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου συνιστούν πτυχές ενός κοινωνικού συμβολαίου που περιγράφεται στο σύνταγμα και διαθέτει κανονιστικό, δεσμευτικό περιεχόμενο.
Είναι περιττό να περιγράψει κανείς πώς όλα αυτά τα στοιχεία του συναφθέντος κοινωνικού συμβολαίου τσαλαπατιούνται και κουρελιάζονται μαζί με άλλες συνταγματικές διαδικασίες και εγγυήσεις, στο πλαίσιο της μνημονιακής διαχείρισης της κρίσης από το παρασιτικό κατεστημένο της χώρας. Η φτώχεια, η ανεργία, η διάλυση της δημόσιας δωρεάν παιδείας και υγείας, της κοινωνικής ασφάλισης, ο εργοδοτικός αυταρχισμός δεν αποτελούν απλά επιπτώσεις της κρίσης ή λόγους για μια κάποια κοινωνική αγανάκτηση αλλά έμπρακτη υλική βία από πλευράς του κατεστημένου εις βάρος του λαού, που αναιρεί τους πυλώνες νομιμότητας του πρώτου.
Τι πρέπει λοιπόν να κάνουν οι εργαζόμενοι και εν γένει ο λαός απέναντι στην αναίρεση των πυλώνων του κοινωνικού συμβολαίου; Αν ακούσουμε τα ΜΜΕ της διαπλοκής, ο λαός πρέπει να «αφοπλιστεί», να κάτσει ήσυχος στη γωνιά του και να εκτονώνεται μια στις τόσες, μέσα από μονοήμερες απεργίες. Να ψηφίζει όπως του προπαγανδίζουν τα καθεστωτικά ΜΜΕ και μετά να γκρινιάζει για τη δυστυχία του σε πρωινές εκπομπές. Ο λαός λοιπόν πρέπει να ξαναγίνει μάζα υπηκόων και να απολαύσει τα «αγαθά» της φτωχοποίησής του- άλλωστε η «φτώχεια θέλει καλοπέραση»- μέσα από την επιλεκτική υπέρ του κατεστημένου νομιμότητα.
Είναι προφανές πια ακόμα και για κάθε εύπιστο ότι το παρασιτικό κατεστημένο και οι εκπρόσωποί του βρίσκονται στην άλλη όχθη από αυτή του λαϊκού κινήματος: μάχονται για τη διασφάλιση και περαιτέρω εδραίωση των συμφερόντων του παρασιτισμού, χρησιμοποιώντας κάθε πρόσχημα και ρητορική. Το λαϊκό και εργατικό κίνημα δεν έχει κανένα λόγο να απολογείται σε αυτούς. Η κρίση άλλωστε δεν προκαλεί τεκτονικές αλλαγές μόνο στις παραγωγικές δυνάμεις και σχέσεις στη βάση αλλά και στο νομικό- θεσμικό εποικοδόμημα.
Το κίνημα, αν θέλει να υπάρξει ως ο πραγματικός πρωταγωνιστής των εξελίξεων δεν μπορεί παρά να έχει δύο βασικούς στόχους: πρώτον να εμποδίσει την υλοποίηση μιας πολιτικής διάλυσης των εισοδημάτων και των κοινωνικών δικαιωμάτων. Αυτή είναι μια πρώτη, απαραίτητη, αμυντική αντίδραση στα χτυπήματα που δέχεται. Ο δεύτερος είναι θέσει τις βάσεις για ένα εναλλακτικό μοντέλο κοινωνικής και οικονομικής ζωής στην περίοδο μετά την κρίση.
Τα δύο παραπάνω στοιχεία διαμορφώνουν το χαρακτήρα του κινήματος: το κίνημα πρέπει να εξελιχθεί σε ευρύτερα πολιτικό, με χαρακτήρα κοινωνικοαπελευθερωτικό, και σοσιαλιστικό. Δίπλα στην επιχειρησιακή ή κλαδική διεκδίκηση πρέπει να τίθεται το γενικό πολιτικό ζήτημα. Δεν είναι ασήμαντο- κάθε άλλο- το ότι οι εργαζόμενοι σε κάποιο κλάδο μένουν απλήρωτοι για μήνες. Όμως αν αυτό το δει κανείς ξεκομμένα από τις ευρύτερες πολιτικές θα οδηγηθεί σε ήττες.
Σήμερα χρειαζόμαστε ένα ενιαίο μέτωπο βάσης, με πυρήνα τα πρωτοπόρα τμήματα της εργατικής τάξης, της νεολαίας, της διανόησης, των κοινωνικά αποκλεισμένων ομάδων του πληθυσμού. Σε ένα τέτοιο μέτωπο είναι απαραίτητη η συμμετοχή και αριστερών κομματικών σχηματισμών που αντιλαμβάνονται ότι η ανταλλαγή ρητορικών χτυπημάτων στο κοινοβουλευτικό επίπεδο ή οι συνήθεις κινητοποιήσεις είναι ανεπαρκείς πια. Σχημάτων που μπορούν να εξελιχθούν πέρα από τα γραφειοκρατικά τους στερεότυπα και τις πολιτικές τους αγκυλώσεις.
Το μέτωπο για να πετύχει τους στόχους του πρέπει να γνωρίζει με ποιους συγκρούεται, γιατί και με ποιο στόχο: Σε πρώτη φάση, η σύγκρουση με τα μνημόνια είναι προφανής. Αυτός είναι ο άμεσος, αμυντικός στόχος. Τα μνημόνια ωστόσο συνιστούν ίσως τον ευκολότερο στόχο. Οι αιτίες που βρίσκονται πίσω τους έπονται ως ακόμα σημαντικότερος στόχος. Ο παρασιτισμός, η ξένη εξάρτηση, η αποδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού, η ανεργία, η περιθωριοποίηση εκτεταμένων τμημάτων του κοινωνικού ιστού αποτελούν πτυχές των αιτιών της ελληνικής εκδοχής της κρίσης. Χωρίς σύγκρουση με αυτές τις αιτίες, τα μνημόνια θα αλλάζουν ίσως ονόματα όμως εν τέλει θα επανέρχονται.
Τίθεται όμως το ζήτημα του στρατηγικού στόχου. Πριν την κρίση η συζήτηση για τον καπιταλισμό και τη βιωσιμότητά του αφορούσε ένα μικρό κύκλο διανοητών. Σήμερα έχει τεθεί έμπρακτα επί τάπητος: ο καπιταλισμός ως μοντέλο όχι μόνο προκάλεσε την παγκόσμια κρίση, της οποίας η εξέλιξη λαμβάνει ολοένα πιο «σκοτεινή» για τους λαούς εξέλιξη- ιμπεριαλισμός, πόλεμος, φτώχεια- αλλά κυοφορεί νέες ακόμα σοβαρότερες «υπαρξιακές» κρίσεις, με κύριες την περιβαλλοντική και μαλθουσιανή.
Ο ίδιος ο υπαρξιακός χαρακτήρας της κρίσης καθιστά ακόμα πιο κυνικές τις κυρίαρχες δυνάμεις. Αν νομίζουν ορισμένοι ότι θα υπάρξει ένα νέο τραπέζι κοινωνικής συμφωνίας που θα φέρει την κατάσταση πίσω στα προ κρίσης δεδομένα πλανώνται. Η ανάγκη εναλλακτικού μοντέλου- σοσιαλιστικού κατά το γράφοντα- σε ό,τι αφορά την κοινωνικοοικονομική δόμηση, τη φύση της δημοκρατίας και τις διεθνείς σχέσεις είναι απολύτως επίκαιρη και αναγκαία.
Σε ένα πλαίσιο όπως το παραπάνω, οι εργατικοί αγώνες λαμβάνουν άλλο χαρακτήρα. Οι επετειακού τύπου απεργίες είναι σχεδόν ανούσιες. Άλλωστε ο συνδυασμός εργοδοτικής αυθαιρεσίας, μαύρης εργασίας και εκτεταμένης ανεργίας περιορίζουν τις επιπτώσεις τους. Από την άλλη μια γενική απεργία διαρκείας όταν γίνει δεν πρέπει να ηττηθεί και γι’ αυτό πρέπει να χτιστεί σταδιακά.
Οι καταλήψεις κτιρίων, οι κινηματικές διαδικασίες σε χώρους που έχουν μεγαλύτερες αντοχές, όπως για παράδειγμα στο φοιτητικό κίνημα, οι συχνές πορείες και τα συλλαλητήρια, η δημιουργία απεργιακών ταμείων, η κατάληψη εργοστασίων, με στόχο την αυτοδιαχείριση ειδικά μονάδων που εγκαταλείπονται από τους ιδιοκτήτες τους σε συνδυασμό με τη συγκρότηση σχήματος- ομπρέλας που θα ενισχύει τέτοιες προσπάθειες, ο αντιφασιστικός αγώνας συνιστούν πτυχές ενός πλέγματος αγώνων. Ενός πλέγματος που μπορεί αρχικά να μπλοκάρει την άσκηση της πολιτικής του κατεστημένου και να χτίσει τη δυνατότητα μιας ευρύτερης σύγκρουσης, μέσα από την ωρίμανση και τη ριζοσπαστικοποίηση του λαού.
Η αγωνιστικότητα και η ανάπτυξη ενός προγράμματος που θα δίνει προοπτική στο λαό να βγει όντως από την κρίση μπορεί να αντιμετωπίσει την κατάτμηση, τον κοινωνικό αυτοματισμό και τη γραφειοκρατικοποίηση στους κόλπους των συνδικάτων.
Βεβαίως θα τεθεί το ζήτημα της νομιμότητας: άλλωστε τα δικαστήριά μας φροντίζουν να κηρύσσουν παράνομες και καταχρηστικές σχεδόν όλες τις απεργίες. Οι δε κυβερνητικοί λειτουργοί και μιντιακοί παπαγάλοι θα προσπαθήσουν να διασφαλίσουν ότι τα δημόσια κτίρια θα μείνουν απρόσβλητα από «εισβολές» εργαζομένων και φοιτητών, ώστε να παραμένουν ανοιχτά σε λογής προμηθευτές και κομπραδόρους που τόσο τα έχουν «τιμήσει» με την παρουσία τους.
Το λαϊκό κίνημα οφείλει με την ωριμότητά του να ισορροπήσει σε μια λεπτή γραμμή:
από τη μια πλευρά δεν μπορεί να αφοπλιστεί με προσχήματα περί νομιμότητας.
Από την άλλη πρέπει πάντα οι κινήσεις του να είναι αναλογικές προς τις διεκδικήσεις του και να μην το αφήνουν έκθετο σε προβοκάτσιες, ούτε να βοηθούν στην αναπαραγωγή σχημάτων κοινωνικού αυτοματισμού.
Σε κάθε περίπτωση είναι η ώρα του εργατικού και λαϊκού κινήματος, του μετώπου για την άλλη πολιτική. Στην ώρα αυτή της μάχης παρά τα όποια προσχήματα ο καθένας- αναγκαστικά- θα διαλέξει το στρατόπεδο που
ανήκει.
Πηγή:tvxs
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου