Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2013

Θέλουμε ή όχι τη μετωπική συμπόρευση;

Του Παναγιώτη Σωτήρη*

Τις τελευταίες μέρες διεξάγεται στον ευρύτερο χώρο της ριζοσπαστικής Αριστεράς μια έντονη συζήτηση για τις προοπτικές της μετωπικής συμπόρευσης των δυνάμεων που επιμένουν στη ρήξη με το χρέος, την ΕΕ και την πολιτική του κεφαλαίου. 

Η συζήτηση αυτή είναι κρίσιμη, καθώς μπορεί να οδηγήσει είτε σε μια σημαντική και προωθητική τομή είτε σε μια αναδίπλωση που θα πάει πίσω και το κίνημα και την Αριστερά.


Το καλοκαίρι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, με συντριπτική πλειοψηφία, αποφάσισε ότι επιδιώκει τη μετωπική συμπόρευση ενός εύρους δυνάμεων γύρω από τις βασικές αιχμές του αναγκαίου μεταβατικού προγράμματος. Αντιστοιχούσε αυτό στην ώριμη ανάγκη να υπάρξει πέραν του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ ένας άλλος πόλος, ενωτικός και μαχητικός, που να τολμά να λέει ότι σήμερα μπορούμε να έχουμε απαλλαγή από το χρέος, έξοδο από το ευρώ και ρήξη με την ΕΕ ως αναγκαία αφετηρία για την έξοδο από την καταστροφή και το άνοιγμα δρόμων μετασχηματισμού. Παρότι υπήρξε ατολμία ως προς το να ολοκληρωθεί αυτή η πολιτική τομή με την αναμέτρηση με το ερώτημα της εξουσίας και ειδικότερα του πώς μπορεί σήμερα μια αριστερή κυβέρνηση να είναι τμήμα μιας επαναστατικής στρατηγικής, εντούτοις η απόφαση της Συνδιάσκεψης ήταν από τις κορυφαίες στιγμές στην ιστορία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

Σε ένα κύκλο πολιτικών επαφών, με αποκορύφωμα την κοινή σύσκεψη οργανώσεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς στις 3 Οκτώβρη, αποτυπώθηκε ότι υπάρχει πραγματική βάση προγραμματικής και πολιτικής συμφωνίας με το Σχέδιο Β’, την Κομμουνιστική Οργάνωση Ανασύνταξη, αγωνιστές από ρεύματα όπως οι ‘Όμιλοι Επαναστατικής Θεωρίας’, αγωνιστές που έχουν διαφοροποιηθεί από το ΚΚΕ. Συμφωνίας στη βασική οριοθέτηση του αντικυβερνητικού αγώνα, της εξόδου από το ευρώ, της προοπτικής της αποδέσμευσης από την ΕΕ, της διαγραφής του χρέους, των εθνικοποιήσεων, του εργατικού ελέγχου. Προφανώς και υπάρχουν ανοιχτά πολιτικά και στρατηγικά ερωτήματα, π.χ. για το ερώτημα της αριστερής κυβέρνησης, αλλά αυτά τα ερωτήματα διαπερνούν και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και δεν αποτελούν ανταγωνιστικές αντιθέσεις. Ακόμη και η υπερτονισμένη διαφορά πάνω στο ζήτημα της ΕΕ δεν αφορά τόσο το εάν παραμένει στρατηγική η αποδέσμευση, όσο το εάν θα πάμε προς τα εκεί με μια ιεράρχηση στόχων, ξεκινώντας από την άμεση ανάγκη εξόδου από το ευρώ και της στάσης πληρωμών στο χρέος. Επομένως, πρόκειται για όχι ανυπέρβλητη απόσταση, εφόσον παραμένει ο κοινός τόπος ότι η εφαρμογή του μεταβατικού προγράμματος απαιτεί την αποδέσμευση από την ΕΕ.

Όλα αυτά διαμορφώνουν μια πολύ συγκεκριμένη πρόκληση για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Θα τολμήσει τώρα να αναμετρηθεί με την πρόκληση μιας αριστερής μετωπικής συνεργασίας που θα περιλαμβάνει και δυνάμεις που δεν ταυτίζονται με την ιστορικότητα της επαναστατικής Αριστεράς, που μπορεί να έχουν μια αντίληψη λαϊκού και όχι αντικαπιταλιστικού μετώπου, ή θα αναδιπλωθεί σε μια αυτοαναφορική και αυτοπεριοστική τακτική; Όχι επειδή η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι πολιτικά αδύναμη και χρειάζεται να συνεργαστεί με άλλες μικρότερες δυνάμεις για να επιβιώσει. Αλλά επειδή η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχει σήμερα – είτε το αναγνωρίζει είτε όχι – την ευθύνη που έχει να ηγηθεί της αλλαγής συσχετισμών στην Αριστερά για να μην χαθεί το ανοιχτό ιστορικό στοίχημα που ανέδειξε ο λαϊκός ξεσηκωμός της τελευταίας τριετίας.

Και αυτό σημαίνει τολμηρή μετωπική πολιτική, γιατί στην ιστορία της ελλαδικής Αριστεράς όλες οι κορυφαίες στιγμές του κομμουνιστικού κινήματος είχαν στον πυρήνα τους μια ανοιχτόκαρδη και ανοιχτόμυαλη μετωπική κατεύθυνση. Αντίθετα, όλες οι στιγμές υποχώρησης – ενδεικτική η τραγική αριστερίστικη και ηττοπαθής συνάμα αναδίπλωση του ΚΚΕ – συχνά συνδυάστηκαν με απόπειρες περιχαρακωμένης «οικοδόμησης».

Με αυτή την έννοια, μικρή σημασία έχει να κάτσουμε να κάνουμε φιλολογική ανάλυση ή σύγκριση ανάμεσα σε κείμενα. Προφανώς, το κείμενο που πρότεινε ΑΝΤΑΡΣΥΑ ήταν ειλικρινά ενωτικό και όριζε μια κατεύθυνση συμπόρευσης, έστω και εάν το έκανε με τους ιδιότυπους φραστικού κώδικες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Με αυτή την έννοια, όντως θα ήταν προτιμότερο το Σχέδιο Β’ να απαντούσε με διορθώσεις και όχι με μια γενική απόρριψη, χειρισμός ομολογουμένως εσφαλμένος. Όμως, η απάντησή του επιμένει και δεν αναιρεί την προοπτική της συμπόρευσης. Μήπως, όμως, είναι και κάπως δικαιολογημένη η επιφυλακτική αντιμετώπιση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ από τη μεριά του Σχεδίου Β΄, όταν από την άνοιξη του 2012 έχει επιδείξει και ατολμία και παλινωδίες στη μετωπική πολιτική;

Όμως, η πολιτική δεν γίνεται με κείμενα, εκτός και επιστρέψουμε σε μια θρησκευτική θεώρηση της «δύναμης των λόγων». Η αριστερή πολιτική γίνεται με πρωτοβουλίες, δράση στο κίνημα, προγραμματική επεξεργασία και οικοδόμηση διαρκώς ανώτερων και πλατύτερων μορφών ενότητας και συσπείρωσης. Ως προς αυτό θα κριθούμε και όχι ως προς τις «διατυπώσεις».

Αλλά ακόμη και εάν μείνουμε στα κείμενα, πιστεύει κανείς, με το χέρι στην καρδιά, ότι ανάμεσα στο κείμενο του σ. Ρούση, που το αποδέχεται ως βάση το Σχέδιο Β’ και άλλοι σύντροφοι, και το κείμενο που πρότεινε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ υπάρχει ανυπέρβλητη απόσταση; Ή μήπως αναδεικνύουν με τον πιο σαφή τρόπο την προφανή βασική πολιτική και προγραμματική συμφωνία;

Οι στιγμές είναι κρίσιμες. Ο πολιτικός χρόνος δεν είναι άπειρος. Η χρονιά που διανύουμε έχει κρίσιμες πολιτικές και εκλογικές μάχες, στις οποίες θα διαμορφωθεί ο πολιτικός συσχετισμός. Ή τώρα η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, με ευθύνη απέναντι στον κόσμο της Αριστεράς, με πνεύμα συντροφικής υπέρβασης και βλέμμα στραμμένο έξω από τα στενά «κομματικά» πλαίσια, θα τολμήσει να πρωταγωνιστήσει στην μετωπική συμπόρευση και τη συνδιαμόρφωση της Αριστεράς του άλλου δρόμου, ή, ό,τι και να λένε τα «κείμενα», θα είναι μέρος του προβλήματος, τμήμα της αρνητικής συνθήκης που δεν επιτρέπει να πάρει νικηφόρο και ανατρεπτικό χαρακτήρα η πρωτόγνωρη δυναμική που βγήκε στο προσκήνιο τα τελευταία χρόνια.


Διαβάστε σχετικά:



1 σχόλιο :

Ανώνυμος είπε...

Ο κεντρισμός της ΑΡΑΝ σε όλο του το μεγαλείο!

Αφού επί ένα χρόνο για λόγους τακτικής μας τάραξαν για τη "συμπόρευση", αφού μαζί και με την ΑΡΑΣ έφτιαξαν τη λεγόμενη συμπόρευση, μάζεψαν υπογραφές παραγόντων, έκαναν εκδηλώσεις και πήγαν να τινάξουν στον αέρα τη συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ μετατοπίζοντας τη συζήτηση από τα πραγματικά επίδικα στο ποιος θέλει ή όχι τη "συμπόρευση" με τον Αλαβάνο.

Τώρα "αδειάζουν' και το Γ. Ρούση και σφυρίζουν αδιάφορα...

Σηματοδοτεί κάτι αυτό?

Εντάξει, όπως φαίνεται, το παιχνιδάκι με τη λεγόμενη συμπόρευση ήταν τακτισμός.

Ο μικρόκοσμος της εκτός των τειχών Αριστεράς!
Το παραμύθι θα έχει και συνέχεια και με άλλους δράκους.
'Αριστερή αντεπίθεση΄ και εσύ έχεις πλάκα, ώρες τώρα να μας δημοσιεύσεις και τοποθέτηση της ΑΡΑΣ