Τρίτη 5 Μαΐου 2015

Μη φοβάσαι, δεν θα βγούμε από το ευρώ

Γράφει ο Cogito Ergo Sum στο Ατέχνως
Το ακούσαμε, το ξανακούσαμε, το εμπεδώσαμε: η θέση μας είναι στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ευρώ. Και για όσους διατηρούν αμφιβολίες, έρχονται τα Μέσα Μαζικής Εξαπάτησης με τις «δημοσκοπήσεις» τους να επιβεβαιώσουν ότι οι έλληνες, στην συντριπτική τους πλειοψηφία, θέλουν να μείνουν και στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ευρώ.
Έχουμε ακούσει, επίσης, κατ” επανάληψη και φορτικά, ότι το πρόβλημα της οικονομίας μας είναι η χαμηλή ανταγωνιστικότητά της. Γι’ αυτό άλλωστε δεν πρέπει να ξαναπάει ο βασικός μισθός στα 751 ευρώ. Το κόστος εργασίας πρέπει να μείνει χαμηλά (κι αν είναι δυνατόν, να χαμηλώσει ακόμη περισσότερο) ώστε να γίνουν τα προϊόντα μας ανταγωνιστικά κλπ κλπ., επειδή απέναντί μας βρίσκονται τα φτηνά προϊόντα κάποιων τρίτων χωρών, όπως π.χ. η Κίνα και η Ινδία. Και είναι αλήθεια ότι τα ακολουθούμενα από την Ευρωπαϊκή Ένωση «προγράμματα δημοσιονομικών προσαρμογών» προσαρμόζονται σ” αυτόν ακριβώς τον στόχο.

Βεβαίως, δεν θα μπορούσα ποτέ να αντιπαραβληθώ προς το μέγεθος των οικονομικών εγκεφάλων τής Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά οι φτωχές μου γνώσεις μού επιτρέπουν να θεωρώ τα προαναφερθέντα προγράμματα από ανεδαφικά έως ηλίθια. Άποψή μου είναι ότι η ευρωπαϊκή οικονομία είναι ξεκάθαρα μη συγκρίσιμη προς τις οικονομίες είτε της Κίνας είτε της Ινδίας είτε οποιασδήποτε άλλης «αναδυόμενης» οικονομικά χώρας, για έναν βασικό λόγο: εκείνες οι οικονομίες είναι βασισμένες στις εξαγωγές ενώ οι ευρωπαϊκές είναι προσανατολισμένες στην εσωτερική κατανάλωση. Ενώ η Κίνα π.χ. εξάγει το 60% της παραγωγής της (παρά τον τεράστιο πληθυσμό της), μόνο το 8%-10% της ευρωπαϊκής παραγωγής διοχετεύεται εκτός ευρωπαϊκών συνόρων.

Με βάση τα παραπάνω νούμερα, εύκολα αντιλαμβάνεται ο καθένας ότι οποιαδήποτε μείωση της εσωτερικής κατανάλωσης επιδεινώνει αμέσως την καπιταλιστική κρίση και λειτουργεί a priori υφεσιακά. Έτσι, λοιπόν, οι ακολουθούμενες πολιτικές λιτότητας όχι μόνο δεν αποτελούν λύση αλλά βαθαίνουν την κρίση, στο επίπεδο που η μείωση των διαθέσιμων λαϊκών εισοδημάτων μειώνει την λαϊκή κατανάλωση.

Εδώ γεννάται μια απορία: αφού η Γερμανία είναι ο «πρύτανης» της ευρωπαϊκής οικονομίας και με το δεδομένο ότι πάνω από τις μισές της εξαγωγές κατευθύνονται προς χώρες τής Ευρωπαϊκής Ένωσης, γιατί στον διάολο έχει λυσσάξει με την λιτότητα; Η απορία είναι εύλογη. Μόνο που τρέπει το «αίτιο» σε «αιτιατό». Δηλαδή, αυτό που παίρνουμε ως δεδομένο για να εκφράσουμε την απορία μας, θα έπρεπε να αποτελεί το ερώτημά μας και να έχει την απορία ως δεδομένο. Και εξηγούμαι:

Πράγματι, οι μισές και παραπάνω εξαγωγές τής Γερμανίας πραγματοποιούνται προς χώρες τής Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γιατί υστερούν ως προς τρίτες χώρες; Πολύ απλά: επειδή το ευρώ, ως απαράδεκτα σκληρό νόμισμα, λειτουργεί ανασχετικά. Με απλά λόγια: η υψηλή συναλλαγματική ισοτιμία τού ευρώ μειώνει την ανταγωνιστικότητα των γερμανικών προϊόντων. Οπότε, πού μπορούν να διοχετευθούν ευκολώτερα τα γερμανικά προϊόντα; Μα, φυσικά, στις χώρες που χρησιμοποιούν το ευρώ ή που έχουν σταθερές («κλειδωμένες» κατά την πρόστυχη τηλεοπτική διάλεκτο) ισοτιμίες με το ευρώ.

Ας πάμε την σκέψη μας ένα βήμα παραπέρα. Ας υποθέσουμε ότι, για κάποιον λόγο, η Ελλάδα επιστρέφει στην δραχμή. Σε μια τέτοια περίπτωση, είναι δεδομένο ότι θα υποτιμούσε το νόμισμά της έναντι του ευρώ (ακόμη και κατά 50%), προκειμένου να κάνει ανταγωνιστικώτερη την οικονομία της. Η υποτίμηση του εθνικού μας νομίσματος δεν είναι κάτι άγνωστο σε τούτον τον τόπο αφού κάπως έτσι πορευτήκαμε δεκαετίες και δεκαετίες και κάπως έτσι ξαναχτίσαμε την κατεστραμμένη από τόσους πολέμους χώρα μας. Αυτό θα σήμαινε αύξηση στις τιμές των εισαγομένων προϊόντων και, επομένως, μείωση στην κατανάλωσή τους. Συνεπώς, η Γερμανία ωφελείται από την παραμονή μας στο ευρώ, στο μέτρο που η χρήση ενός διεθνούς νομίσματος δεν μας επιτρέπει την μονομερή υποτίμησή του.

Ας ανακεφαλαιώσουμε τις σκέψεις μας με απλά λόγια. Το ευρωπαϊκό κεφάλαιο (λέγε με Γερμανία) είναι το μόνο που ωφελείται από την χρήση ενός πραγματικά κακού νομίσματος σαν το ευρώ, επειδή το κοινό νόμισμα δεν επιτρέπει επί μέρους ισοτιμιακές προσαρμογές ανάλογες προς τις ανάγκες των επί μέρους οικονομιών. Κατ” επέκταση, ακόμη κι αν η Ελλάδα διατράνωνε αύριο την θέλησή της να αποχωρήσει από την ευρωζώνη, είναι βεβαιότατο ότι οι ευρωπαίοι μεγαλοκεφαλαιοκράτες θα κινούσαν γη και ουρανό για να αποσοβήσουν κάτι τέτοιο.

Τώρα, βέβαια, θα μου πείτε ότι, αφού είναι έτσι τα πράγματα, γιατί η Ευρωπαϊκή Ένωση κόπτεται υπέρ της λιτότητας; Αν αυξανόταν το διαθέσιμο προς κατανάλωση χρήμα, δεν θα πουλούσαν περισσότερα προϊόντα οι γερμανοί; Λογική η απορία αλλά απλή η απάντησή της. Προσέξτε:

Βρισκόμαστε σε περίοδο καπιταλιστικής κρίσης. Για να αρχίσει πάλι η ανάπτυξη, πρέπει να καταστραφεί τμήμα του κεφαλαίου. Με απλά λόγια: κάποιες επιχειρήσεις πρέπει να κλείσουν. Τώρα, λοιπόν, ζούμε μια ενδοκαπιταλιστική διαμάχη για το ποιες επιχειρήσεις θα καταστραφούν και για το πώς οι υπόλοιπες θα βρεθούν σε καλύτερη θέση εκκίνησης όταν θα ξαναρχίσει η κούρσα. Υπ’ αυτό το πρίσμα, είναι λογικό ότι σε καλύτερη θέση θα βρεθούν όσες επιχειρήσεις θα έχουν εξασφαλίσει τους φτηνότερους συντελεστές παραγωγής. Άρα, εκείνο που προέχει τώρα είναι η εξασφάλιση φτηνής εργασίας. Κι αυτό επιτυγχάνεται μόνο μέσω λιτότητας.


Δεν ξέρω πόσο σοβαρά είναι όλα αυτά που είπα. Άλλωστε, πρώτος εγώ αμφισβήτησα την επιστημονική μου κατάρτιση. Όμως, επιτρέψτε μου να επιμείνω στην άποψή μου, έστω κι αν αυτή βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με τον πολυπράγμονα και εγνωσμένου επιστημονικού κύρους υπουργό των οικονομικών μας: ουδείς κίνδυνος (κατ’ εμέ: ουδεμία ελπίδα) υπάρχει να βγούμε από το ευρώ.

Κι αν ακόμη δεν κατάλαβες τι εννοώ, φοβισμένε συμπατριώτη μου, να στο πω και σε πιο λαϊκή γλώσσα: αυτοί που σε αρμέγουν, σε αρμέγουν ευκολώτερα μέσα στο μαντρί, οπότε αποκλείεται να σε αφήσουν να φύγεις απ’ αυτό. Μη φοβάσαι, λοιπόν. Μέσα θα μείνεις, είτε το θες είτε όχι.

Αναδημοσίευση από:Ατέχνως

Δεν υπάρχουν σχόλια :