Του
Δημήτρη Μητρόπουλου
Αφήνει ανοιχτή την πόρτα της συνεργασίας με κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που αποδεσμεύονται από το μπλοκ της €παραμονής λόγω της οικονομικής και της πολιτικής που εφαρμόζεται σε βάρος τους. Δίνει την δυνατότητα παρέμβασης μέσα στην κοινωνία και ανοίγει δίαυλο επικοινωνίας και συζήτησης με αυτούς που δεν έχουν ακόμα κατανοήσει την ανάγκη αποδέσμευσης αλλά το συζητούν. Αυτά βεβαίως σε σχέση με το κίνημα και τις εσωτερικές ισορροπίες που οφείλουμε να λαμβάνουμε υπόψη σε κάθε αλλαγή τακτικής και στρατηγικής επιδίωξης.»
Πρώτον ,επιχειρεί να ακροβατήσει ανάμεσα στο να είμαστε «ειλικρινείς», με το να είμαστε αρκετά «ενωτικοί», με τρόπο όμως που δεν λέει τίποτα. Ή απλά φτάνει να πει ότι η διατύπωση «δεν είναι ταμπού» είναι αρκετά έξυπνη γιατί ευθέως υπονοεί την αποχώρηση.
Δεύτερον ,βάζει ένα θέμα κοινωνικής απεύθυνσης με βάση το τι «αντέχει» η κοινωνία. Αν και «η κοινωνία» είναι πιο ευρωσκεπτικίστρια από ποτέ. Αν και το αίτημα εθνικοποίηση τραπεζών είναι πολύ πιο αντιδημοφιλές στον λαό,με βάση την παράδοση διαφθοράς και σαπίσματος του δημοσίου τομέα που έστησε το Πασοκ… Το άλλο με τον διεθνή συσχετισμό δυνάμεων είναι σοβαρό, αλλά θα πρέπει να πάρουμε μια θέση αν υπάρχει ανισόμετρη ανάπτυξη των κινημάτων και άρα και των στόχων που μπορούν να θέσουν.
Τρίτον ,για την πόρτα συνεργασίας με κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις. Να προσδιοριστούν, μιλώντας για τις πολιτικές. Και να προσδιοριστούν και οι στόχοι τους.
Τέταρτον, για τον δίαυλο με την κοινωνία που σου ανοίγει η θολή τοποθέτηση για το ευρώ. Ο λαός έχει ανοιχτά τα αυτιά του για να ακούσει προτάσεις, λύσεις, όραμα. Και έχει και την διάθεση να αγωνιστεί.
Η ουσία βρίσκεται κατά την γνώμη μου αλλού. Έχουμε μια ραγδαία ρευστοποίηση του πολιτικού συστήματος και μια κατάρρευση του δικομματισμού. Δεν ξέρουμε ακόμα τι αναμορφώσεις θα πάρει το πολιτικό σύστημα. Προς το παρόν χτίζεται με αναπαλαιωμένα υλικά. Μνημονιακά και αντιμνημονιακά ή «αντιμνημονιακά». Κοινός τους παρανομαστής η συντήρηση της σύγχυσης, η απουσία εναλλακτικής πρότασης πολιτικής και οικονομικής, η ανυπαρξία σχεδίου και θέλησης για σύγκρουση με τους δανειστές και την ευρωζώνη σαν εγγυητή των συμφερόντων των τραπεζών.
Αυτή η συντήρηση της σύγχυσης θα βοηθήσει το σύστημα να αναστηλωθεί. Να ορθοποδήσει. Και θα βοηθήσει και «τυφλές» δυνάμεις να παρέμβουν.
Συζητάμε για το ευρώ ή δραχμή σαν να μην τρέχει τίποτα γύρω μας. Σαν να είμαστε στον Μάρτη του 2010. Τότε που είχαμε τα πρώτα μέτρα και έκαναν σιγά σιγά την εμφάνισή τους διάφοροι οικονομολόγοι και ακούγαμε τις συζητήσεις με μια «ακαδημαϊκή διάθεση». Τώρα όμως έχουμε χάσει μεγάλο μέρος του εισοδήματός μας, είμαστε άνεργοι ή φοβόμαστε για την ανεργία, η ατζέντα πάει να καθοριστεί από τον φόβο και «την εγκληματικότητα», δεν βλέπουμε κάπου φως ή ελπίδα ή έναν εναλλακτικό δρόμο, οδηγούμαστε σε κοινωνική ερήμωση.
Όχι μόνο «ο λαός».
Και ο λαός της αριστεράς.
Δεν μπορούμε να συζητάμε για το ευρώ η δραχμή με τους όρους που συζητάγαμε παλιότερα. Για το αν θέλουμε σοσιαλισμό σε μία χώρα ή σε όλη την Ε.Ε. Για το αν θεωρούμε ότι «αντικειμενικά» η ταξική επίθεση του ευρώ και η πολιτική και οικονομική ενοποίηση της Ε.Ε. θα φέρουν πιο κοντά την πανευρωπαϊκή επανάσταση. Για το αν μία κεντρικά σχεδιασμένη πολιτική με δικό μας νόμισμα θα φέρει αντικειμενικά τον «κρατικό καπιταλισμό» ενώ εμείς, τώρα που το κοινωνικό καπιταλιστικό κράτος αποσύρεται, έχουμε μια μοναδική ευκαιρία να οικοδομήσουμε μια αντιεξουσιαστική χειραφετητική πολιτική.
Για το αν μπορεί και ο Σόιμπλε να μας πετάξει έξω από την ευρωζώνη (λες και αυτό θα σημαίνει ότι θα παραιτηθεί της επεκτατικής του πολιτικής – ακόμα και νομισματικής). Για το αν είναι ,τάχα μου, θέμα ζύμωσης και όχι κεντρικό σύνθημα, όταν τα αστικά επιτελεία ασκούν μαζική προπαγάνδα με βάση το ευρώ.
Αποφεύγουμε την συζήτηση και περιμένουμε πότε ο λαός θα εξεγερθεί και θα τους βγάλει από την βουλή. Αυτή είναι η μόνη μας ελπίδα, γιατί σαν αριστερά έχουμε εγκαταλείψει το καθήκον να οργανώσουμε τον λαό που αποδεσμεύεται και «ψάχνεται» μαζικά πάνω σε ένα άμεσο και μεταβατικό πρόγραμμα διεξόδου. Και αυτό να το κάνει η αριστερά για να παλέψει για διέξοδο προς όφελος των εργαζόμενων και μικρομεσαίων στρωμάτων, γιατί κι άλλες προτάσεις (πιθανά και ολίγον αντιευρώ) θα πέσουν που θα υπερασπίζονται άλλα στρώματα. Αντί αυτού, μετωπολογούμε παρατηρώντας τις διάφορες επαφές διαφόρων πρώην παραγόντων του δικομματισμού.
Στις εκλογές που έρχονται τα διλήμματα θα είναι συγκεκριμένα. Και ο Καμένος και ο Τσίπρας και ο Καστανίδης θα λένε ότι αν έρθουν στα πράγματα δεν θα εφαρμόσουν το Μνημόνιο. Η Παπαρήγα δεν θα μπει καν στον κόπο να πει τι θα κάνει αν έρθει στα πράγματα.
Στα ερωτήματα τι κάνουμε με δανειστές, τι λέμε στους εταίρους, με ποιους αναπτύσσουμε συνεργασία και σε ποια βάση, πως διασφαλίζουμε ανάπτυξη και δουλειές τι κάνουμε με μικροκαταθέτες, τι κάνουμε για μικρομεσαίους, τι κάνουμε με τους μισθούς, τι αλλαγές – ανατροπές ζητάμε στην σχέση κράτους – πολίτη, φοβάμαι ότι το αστικό μπλοκ, αντιμνημονιακό και μνημονιακό θα έχει να πει περισσότερα πράγματα.
Με πολλά ψέματα για ανάπτυξη και παροχές, αλλά και με πολλές αλήθειες που τελευταία είναι της μόδας να τις ονομάζουμε «εκβιαστικά ψευτοδιλήμματα» (Παπαρήγα για το θέμα εντός ή εκτός ευρωζώνης). Ίσως αν ήμασταν Ισλανδία και δεν ήμασταν στο ευρώ κάποια πράγματα να ήταν πιο απλά στο τι λέμε και που στοιχίζεται ο αντίπαλος.
Το κεφαλαιώδες ζήτημα όμως της εκχώρησης της οικονομικής-νομισματικής-αγροτικής-αναπτυξιακής πολιτικής (και όχι μόνο) στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο δεν το λες ψευτοδίλημμα. Και καλά να το λένε παλιά στελέχη του ΠΑΣΟΚ (πχ Ν. Κοτζιάς στο βιβλίο του), αλλά και η αριστερά;
Βέβαια η οργάνωση του λαού - και άρα μιλάμε για μαζικές λαϊκές οργανώσεις και όχι απλά συνελεύσεις των αριστερών - σε ένα «άμεσο μεταβατικό πρόγραμμα» δεν είναι πανάκεια.
Χρειάζεται εκλαΐκευση, προσοχή στην μέθοδο ανάλυσης και στα μέσα «επικοινωνίας» ειδικά στην νεολαία, στελέχη, επιστήμονες, καλλιτέχνες και «συνοδοιπόρους» που να δείχνεις μια εικόνα ότι όντως αυτά που λες (να συσπειρώσεις την πλειοψηφία του λαού) τα εννοείς .Οτι δεν είσαι η αριστερή αντιπολίτευση στο ΚΚΕ ή τον ΣΥΡΙΖΑ,εχεις τακτική για επί μέρους συνεργασίες με άλλες δυνάμεις που δεν είναι αντιευρώ, παρουσία και ενεργητική στήριξη των καθημερινών αγώνων και των προσπαθειών αυτοοργάνωσης του λαού για να αντιμετωπίσει τα άμεσα ζητήματα επιβίωσης. Αν εξακολουθεί η πολιτική να παραμένει τέχνη και όχι συνθηματολογία.
Δύσκολα πράγματα. Ποιος θα τα κάνει;
Είναι κοινό μυστικό ότι η αριστερά ήταν απροετοίμαστη. Και δύο χρόνια μετά το μνημόνιο παραμένει απροετοίμαστη. Μπορεί να είναι είναι τραγικά δύσκολο να γίνουν όλα αυτά. Όσο κι αν είναι ανάγκη.
Σίγουρα όμως δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να συζητάμε για την αναγκαία σύγκρουση με την ευρωζώνη όπως πριν.
Μπορεί να είναι πιο χρήσιμο να συζητήσουμε την ανάγκη για πρόγραμμα, για οργάνωση του λαού σε μέτωπο, το να είμαστε χρήσιμοι σε αυτό. Όχι σαν να είμαστε το κέντρο του κόσμου ή η «επαναστατική πρωτοπορία» που λέει ο σ. Μπάμπης και που τόσο διαφωνούσαμε στην κοινή μας δράση στην πλατεία Συντάγματος. Γιατί δεν είμαστε.
Ακόμα και να θέλουμε να γίνουμε, πρέπει να λερώσουμε πολύ τα χέρια μας. Μαζί με τον κόσμο, τις ανησυχίες του, τις φοβίες του, τα στραβά του, αλλά και την ανάγκη για ελπίδα.
Η
παρέμβαση του Μπάμπη Χριστακόπουλου στο site του Μετώπου Αλληλεγγύης και
Ανατροπής (αναδημοσιεύτηκε και από την αριστερη αντεπιθεση ) με τίτλο «Aν το ευρώ δεν είναι ταμπού , γιατί η δραχμή δεν είναι
τοτέμ;» έχει κατά την γνώμη μου το εξής βασικό πρόβλημα. Είναι μια «φανταστική»
συζήτηση, αφηρημένη από το πεδίο της πραγματικότητας και των
ζητημάτων που έτσι κι αλλιώς τίθενται.
Το άρθρο φτάνει στο κρίσιμο ζήτημα ως εξής:
«Αν λοιπόν το αρχικό ερώτημα ήταν αν πρέπει να αλλάξει η θέση «το € δεν είναι ταμπού - καμία θυσία για το €», θα λέγαμε ότι είναι μία συνεπής θέση που ανταποκρίνεται στην σημερινή συγκυρία, βάζει ευθέως το θέμα της αποχώρησης από το € και την €ζώνη βασιζόμενη και στην μέχρι τώρα ανάγνωση του βαθμού συνειδητοποίησης του κινήματος και της κοινωνίας, αλλά, κυρίως ,των διεθνών συσχετισμών δυνάμεων.
Αφήνει ανοιχτή την πόρτα της συνεργασίας με κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που αποδεσμεύονται από το μπλοκ της €παραμονής λόγω της οικονομικής και της πολιτικής που εφαρμόζεται σε βάρος τους. Δίνει την δυνατότητα παρέμβασης μέσα στην κοινωνία και ανοίγει δίαυλο επικοινωνίας και συζήτησης με αυτούς που δεν έχουν ακόμα κατανοήσει την ανάγκη αποδέσμευσης αλλά το συζητούν. Αυτά βεβαίως σε σχέση με το κίνημα και τις εσωτερικές ισορροπίες που οφείλουμε να λαμβάνουμε υπόψη σε κάθε αλλαγή τακτικής και στρατηγικής επιδίωξης.»
Πρώτον ,επιχειρεί να ακροβατήσει ανάμεσα στο να είμαστε «ειλικρινείς», με το να είμαστε αρκετά «ενωτικοί», με τρόπο όμως που δεν λέει τίποτα. Ή απλά φτάνει να πει ότι η διατύπωση «δεν είναι ταμπού» είναι αρκετά έξυπνη γιατί ευθέως υπονοεί την αποχώρηση.
Δεύτερον ,βάζει ένα θέμα κοινωνικής απεύθυνσης με βάση το τι «αντέχει» η κοινωνία. Αν και «η κοινωνία» είναι πιο ευρωσκεπτικίστρια από ποτέ. Αν και το αίτημα εθνικοποίηση τραπεζών είναι πολύ πιο αντιδημοφιλές στον λαό,με βάση την παράδοση διαφθοράς και σαπίσματος του δημοσίου τομέα που έστησε το Πασοκ… Το άλλο με τον διεθνή συσχετισμό δυνάμεων είναι σοβαρό, αλλά θα πρέπει να πάρουμε μια θέση αν υπάρχει ανισόμετρη ανάπτυξη των κινημάτων και άρα και των στόχων που μπορούν να θέσουν.
Τρίτον ,για την πόρτα συνεργασίας με κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις. Να προσδιοριστούν, μιλώντας για τις πολιτικές. Και να προσδιοριστούν και οι στόχοι τους.
Τέταρτον, για τον δίαυλο με την κοινωνία που σου ανοίγει η θολή τοποθέτηση για το ευρώ. Ο λαός έχει ανοιχτά τα αυτιά του για να ακούσει προτάσεις, λύσεις, όραμα. Και έχει και την διάθεση να αγωνιστεί.
Η ουσία βρίσκεται κατά την γνώμη μου αλλού. Έχουμε μια ραγδαία ρευστοποίηση του πολιτικού συστήματος και μια κατάρρευση του δικομματισμού. Δεν ξέρουμε ακόμα τι αναμορφώσεις θα πάρει το πολιτικό σύστημα. Προς το παρόν χτίζεται με αναπαλαιωμένα υλικά. Μνημονιακά και αντιμνημονιακά ή «αντιμνημονιακά». Κοινός τους παρανομαστής η συντήρηση της σύγχυσης, η απουσία εναλλακτικής πρότασης πολιτικής και οικονομικής, η ανυπαρξία σχεδίου και θέλησης για σύγκρουση με τους δανειστές και την ευρωζώνη σαν εγγυητή των συμφερόντων των τραπεζών.
Αυτή η συντήρηση της σύγχυσης θα βοηθήσει το σύστημα να αναστηλωθεί. Να ορθοποδήσει. Και θα βοηθήσει και «τυφλές» δυνάμεις να παρέμβουν.
Συζητάμε για το ευρώ ή δραχμή σαν να μην τρέχει τίποτα γύρω μας. Σαν να είμαστε στον Μάρτη του 2010. Τότε που είχαμε τα πρώτα μέτρα και έκαναν σιγά σιγά την εμφάνισή τους διάφοροι οικονομολόγοι και ακούγαμε τις συζητήσεις με μια «ακαδημαϊκή διάθεση». Τώρα όμως έχουμε χάσει μεγάλο μέρος του εισοδήματός μας, είμαστε άνεργοι ή φοβόμαστε για την ανεργία, η ατζέντα πάει να καθοριστεί από τον φόβο και «την εγκληματικότητα», δεν βλέπουμε κάπου φως ή ελπίδα ή έναν εναλλακτικό δρόμο, οδηγούμαστε σε κοινωνική ερήμωση.
Όχι μόνο «ο λαός».
Και ο λαός της αριστεράς.
Δεν μπορούμε να συζητάμε για το ευρώ η δραχμή με τους όρους που συζητάγαμε παλιότερα. Για το αν θέλουμε σοσιαλισμό σε μία χώρα ή σε όλη την Ε.Ε. Για το αν θεωρούμε ότι «αντικειμενικά» η ταξική επίθεση του ευρώ και η πολιτική και οικονομική ενοποίηση της Ε.Ε. θα φέρουν πιο κοντά την πανευρωπαϊκή επανάσταση. Για το αν μία κεντρικά σχεδιασμένη πολιτική με δικό μας νόμισμα θα φέρει αντικειμενικά τον «κρατικό καπιταλισμό» ενώ εμείς, τώρα που το κοινωνικό καπιταλιστικό κράτος αποσύρεται, έχουμε μια μοναδική ευκαιρία να οικοδομήσουμε μια αντιεξουσιαστική χειραφετητική πολιτική.
Για το αν μπορεί και ο Σόιμπλε να μας πετάξει έξω από την ευρωζώνη (λες και αυτό θα σημαίνει ότι θα παραιτηθεί της επεκτατικής του πολιτικής – ακόμα και νομισματικής). Για το αν είναι ,τάχα μου, θέμα ζύμωσης και όχι κεντρικό σύνθημα, όταν τα αστικά επιτελεία ασκούν μαζική προπαγάνδα με βάση το ευρώ.
Αποφεύγουμε την συζήτηση και περιμένουμε πότε ο λαός θα εξεγερθεί και θα τους βγάλει από την βουλή. Αυτή είναι η μόνη μας ελπίδα, γιατί σαν αριστερά έχουμε εγκαταλείψει το καθήκον να οργανώσουμε τον λαό που αποδεσμεύεται και «ψάχνεται» μαζικά πάνω σε ένα άμεσο και μεταβατικό πρόγραμμα διεξόδου. Και αυτό να το κάνει η αριστερά για να παλέψει για διέξοδο προς όφελος των εργαζόμενων και μικρομεσαίων στρωμάτων, γιατί κι άλλες προτάσεις (πιθανά και ολίγον αντιευρώ) θα πέσουν που θα υπερασπίζονται άλλα στρώματα. Αντί αυτού, μετωπολογούμε παρατηρώντας τις διάφορες επαφές διαφόρων πρώην παραγόντων του δικομματισμού.
Στις εκλογές που έρχονται τα διλήμματα θα είναι συγκεκριμένα. Και ο Καμένος και ο Τσίπρας και ο Καστανίδης θα λένε ότι αν έρθουν στα πράγματα δεν θα εφαρμόσουν το Μνημόνιο. Η Παπαρήγα δεν θα μπει καν στον κόπο να πει τι θα κάνει αν έρθει στα πράγματα.
Στα ερωτήματα τι κάνουμε με δανειστές, τι λέμε στους εταίρους, με ποιους αναπτύσσουμε συνεργασία και σε ποια βάση, πως διασφαλίζουμε ανάπτυξη και δουλειές τι κάνουμε με μικροκαταθέτες, τι κάνουμε για μικρομεσαίους, τι κάνουμε με τους μισθούς, τι αλλαγές – ανατροπές ζητάμε στην σχέση κράτους – πολίτη, φοβάμαι ότι το αστικό μπλοκ, αντιμνημονιακό και μνημονιακό θα έχει να πει περισσότερα πράγματα.
Με πολλά ψέματα για ανάπτυξη και παροχές, αλλά και με πολλές αλήθειες που τελευταία είναι της μόδας να τις ονομάζουμε «εκβιαστικά ψευτοδιλήμματα» (Παπαρήγα για το θέμα εντός ή εκτός ευρωζώνης). Ίσως αν ήμασταν Ισλανδία και δεν ήμασταν στο ευρώ κάποια πράγματα να ήταν πιο απλά στο τι λέμε και που στοιχίζεται ο αντίπαλος.
Το κεφαλαιώδες ζήτημα όμως της εκχώρησης της οικονομικής-νομισματικής-αγροτικής-αναπτυξιακής πολιτικής (και όχι μόνο) στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο δεν το λες ψευτοδίλημμα. Και καλά να το λένε παλιά στελέχη του ΠΑΣΟΚ (πχ Ν. Κοτζιάς στο βιβλίο του), αλλά και η αριστερά;
Βέβαια η οργάνωση του λαού - και άρα μιλάμε για μαζικές λαϊκές οργανώσεις και όχι απλά συνελεύσεις των αριστερών - σε ένα «άμεσο μεταβατικό πρόγραμμα» δεν είναι πανάκεια.
Χρειάζεται εκλαΐκευση, προσοχή στην μέθοδο ανάλυσης και στα μέσα «επικοινωνίας» ειδικά στην νεολαία, στελέχη, επιστήμονες, καλλιτέχνες και «συνοδοιπόρους» που να δείχνεις μια εικόνα ότι όντως αυτά που λες (να συσπειρώσεις την πλειοψηφία του λαού) τα εννοείς .Οτι δεν είσαι η αριστερή αντιπολίτευση στο ΚΚΕ ή τον ΣΥΡΙΖΑ,εχεις τακτική για επί μέρους συνεργασίες με άλλες δυνάμεις που δεν είναι αντιευρώ, παρουσία και ενεργητική στήριξη των καθημερινών αγώνων και των προσπαθειών αυτοοργάνωσης του λαού για να αντιμετωπίσει τα άμεσα ζητήματα επιβίωσης. Αν εξακολουθεί η πολιτική να παραμένει τέχνη και όχι συνθηματολογία.
Δύσκολα πράγματα. Ποιος θα τα κάνει;
Είναι κοινό μυστικό ότι η αριστερά ήταν απροετοίμαστη. Και δύο χρόνια μετά το μνημόνιο παραμένει απροετοίμαστη. Μπορεί να είναι είναι τραγικά δύσκολο να γίνουν όλα αυτά. Όσο κι αν είναι ανάγκη.
Σίγουρα όμως δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να συζητάμε για την αναγκαία σύγκρουση με την ευρωζώνη όπως πριν.
Μπορεί να είναι πιο χρήσιμο να συζητήσουμε την ανάγκη για πρόγραμμα, για οργάνωση του λαού σε μέτωπο, το να είμαστε χρήσιμοι σε αυτό. Όχι σαν να είμαστε το κέντρο του κόσμου ή η «επαναστατική πρωτοπορία» που λέει ο σ. Μπάμπης και που τόσο διαφωνούσαμε στην κοινή μας δράση στην πλατεία Συντάγματος. Γιατί δεν είμαστε.
Ακόμα και να θέλουμε να γίνουμε, πρέπει να λερώσουμε πολύ τα χέρια μας. Μαζί με τον κόσμο, τις ανησυχίες του, τις φοβίες του, τα στραβά του, αλλά και την ανάγκη για ελπίδα.
Πηγή: tometopo.gr
Του Μπάμπη Χριστακόπουλου
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου