Κατά την πρόσφατη συζήτηση για τον προϋπολογισμό στη Βουλή, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ υποστήριξε, ανάμεσα σε άλλα, ότι η Ελλάδα έχει ανάγκη από ένα σχέδιο Μάρσαλ και ότι ένα τέτοιο ανάλογο σχέδιο μπορεί να αποτελέσει την αφετηρία υπέρβασης της κρίσης για τη χώρα και την Ευρώπη μαζί με τη μερική διαγραφή του χρέους.
Η θέση αυτή του ΣΥΡΙΖΑ δεν διατυπώθηκε για πρώτη φορά. Έχει όμως σημασία ότι εκφράστηκε κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού.
Δυο μήνες νωρίτερα, το Σεπτέμβριο δηλαδή του τρέχοντος έτους, στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε από τις Βρυξέλλες, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ είχε τονίσει : «Η Ευρώπη χρειάζεται ένα νέο Σχέδιο Μάρσαλ. Πρέπει να δοθεί χρόνος και ανάσα στην ελληνική οικονομία για να μπορέσει να ξαναπάρει μπρος και όχι να τη διαλύσουμε οριστικά με το νέο πακέτο μέτρων των 13 δισ. ευρώ». Η επιλογή του τόπου όπου διατυπώθηκε η θέση αυτή έχει επίσης τη σημασία της.
Στην ίδια συνέντευξη διευκρίνισε επίσης το πολύ σημαντικό ότι η «ανάσα αυτή θα πρέπει να δοθεί σε συμφωνία με τους πιστωτές» και όχι σε αντιπαράθεση μαζί τους.
Στις 14 Νοέμβρη ο Αλ. Τσίπρας, σε συνέντευξή του στο CNN, επανέφερε για μια ακόμη φορά τη θέση αυτή: «Χρειάζεται ένα νέο σχέδιο Μάρσαλ για την Ευρώπη. Αυτή είναι η λύση και όχι η λιτότητα. Η λιτότητα σήμερα μπορεί να ευνοεί ένα σχέδιο για τη γερμανοποίηση της Ευρώπης», τόνισε με νόημα στο αμερικανικό κανάλι ειδήσεων.
Όπως προκύπτει αβίαστα από τα παραπάνω, ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί βασικό συστατικό στοιχείο μιας πολιτικής εξόδου από την κρίση ένα νέο σχέδιο Μάρσαλ. Για τούτο επαναδιατυπώνει τη θέση αυτή σε κομβικές παρεμβάσεις του. Είναι βέβαια αδύνατο να αγνοεί ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και οι επιτελείς του κόμματος την ουσία του σχεδίου Μάρσαλ, το οποίο υπήρξε το οικονομικό βάθρο επί του οποίου στηρίχθηκε η προσπάθεια των ΗΠΑ να επεκτείνουν την επιρροή τους στην Ευρώπη, να ανακόψουν το επαναστατικό κίνημα των λαών που είχε γιγαντωθεί μετά το β’ παγκόσμιο πόλεμο και την αντιφασιστική νίκη των λαών. Το σχέδιο Μάρσαλ υπήρξε η οικονομική πλευρά της αμερικανικής παρέμβασης στον εμφύλιο πόλεμο, συνόδεψε τις ναπάλμ που ρίχνονταν για πρώτη φορά στα βουνά της Ηπείρου. Και βέβαια, καθόλου δεν οδήγησε σε μια πραγματική οικονομική ανάπτυξη και, μάλιστα σε όφελος του λαού, γεγονός που αποδεικνύεται όχι μόνο από τις βαθιές κοινωνικές ανισότητες που υπήρχαν και πριν την κρίση αλλά και από το ότι η χώρα δεν γνώρισε παρά ασθενή βιομηχανική ανάπτυξη και ήταν πάντοτε εξαρτημένη από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Όπως σημείωνε ο Θ. Παπαρήγας σε άρθρο του στο Ριζοσπάστη το 1997, «οι εισροές του Σχεδίου αποκατέστησαν τα κέρδη του μονοπωλιακού κεφαλαίου, ανανέωσαν τη βάση του και επέτρεψαν μια παρατεταμένη «απογείωση» του εξαρτημένου καπιταλισμού»[1].
Κατά συνέπεια, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ γνωρίζει πολύ καλά ότι κάποιο ανάλογο πρόγραμμα δεν μπορεί να αποτελεί φιλολαϊκή διέξοδο από την κρίση. Γνωρίζει επίσης πολύ καλά ότι μια τέτοια πρόσκληση μόνο ως πρόσκληση προς το μεγάλο κεφάλαιο των ΗΠΑ για ενεργητικότερο ρόλο στα ελληνικά δρώμενα μπορεί να γίνει αντιληπτή.
Η πολιτική αντίληψη αυτή του ΣΥΡΙΖΑ γίνεται πιο ανησυχητική αν συνδυαστεί με άλλα δυο σημεία που έθεσε στην προαναφερθείσα συνέντευξη στις Βρυξέλλες. Ο Αλ. Τσίπρας αναφέρθηκε εκεί στις αλλαγές που πρέπει να γίνουν στον ελληνικό δημόσιο τομέα και υπογράμμισε ότι το αναποτελεσματικό κράτος και η φοροδιαφυγή είναι διαχρονικά προβλήματα στην Ελλάδα: «Χρειάζονται σημαντικές διαρθρωτικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις για να καταπολεμήσουμε τη φοροδιαφυγή και τη διαφθορά. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις που δεν έγιναν τα τελευταία 20 χρόνια δεν μπορούν να γίνουν επιτυχία σε μια οικονομία που βουλιάζει και βρίσκεται για 5η συνεχόμενη χρονιά στην ύφεση και σε μια κοινωνία που βρίσκεται μπροστά σε φαινόμενα διάλυσης». Πρόσθεσε ακόμη ότι οι ευρωπαίοι πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι αυτά που πληρώνουν δεν καταλήγουν στην ελληνική οικονομία, αλλά «για να καλύψουν τα χρέη που δημιούργησαν οι Έλληνες τραπεζίτες σε συνεργασία με τους ευρωπαίους τραπεζίτες».
Με άλλα λόγια, ο Αλ. Τσίπρας καθόλου δεν αμφισβητεί το παραγωγικό μοντέλο ανάπτυξης που βασίζεται στην ιδιωτική πρωτοβουλία του μεγάλου κεφαλαίου και το οποίο μας έφερε εδώ που μας έφερε.
Στο ίδιο πνεύμα, όπως είναι αναμενόμενο, βρίσκεται και ο Γιάννης Δραγασάκης εκ των κορυφαίων υπευθύνων του ΣΥΡΙΖΑ για θέματα οικονομίας. Σε συνέντευξή του στο περιοδικό Επίκαιρα στις 15/11/2012 του τέθηκε η εξής ερώτηση: «Είστε υπέρ ή κατά των ιδιωτικοποιήσεων; Μπορεί να υπάρχει ανάπτυξη χωρίς ένα μέρος της δημόσιας περιουσίας, έστω της ζημιογόνας, να αλλάξει χέρια;».
Η απάντησή του είναι αποκαλυπτική:
«Η αλλαγή της ιδιοκτησίας από μόνη της δεν δημιουργεί ανάπτυξη. Ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι κατηγορηματικά αντίθετος με την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας. Ό,τι έχει απομείνει στον δημόσιο έλεγχο θα πρέπει να προστατευθεί και να αποτελέσει αναπτυξιακό εργαλείο για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας. Σε ορισμένες περιπτώσεις η δημόσια περιουσία θα χρησιμοποιηθεί ως η δική μας συμμετοχή, για να πετύχουμε ευρύτερες αναπτυξιακές συμπράξεις με δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς του εξωτερικού». (οι υπογραμμίσεις δικές μας – ΔΚ). Τα σχόλια είναι περιττά.
Ούτε κατά διάνοια δεν αναφέρεται ο ΣΥΡΙΖΑ στην ανάγκη να χτυπηθεί η ασυδοσία του μεγάλου κεφαλαίου, να εθνικοποιηθούν οι ΔΕΚΟ, οι επιχειρήσεις στρατηγικής σημασίας και ο ορυκτός πλούτος της χώρας ώστε να αποκτήσει ο λαός τον έλεγχο των πιο σημαντικών τομέων της οικονομίας και τα κέρδη των επιχειρήσεων να μην τροφοδοτούν πλέον τις καταθέσεις των κεφαλαιοκρατών στην Ελβετία αλλά την κοινωνική πολιτική και ένα επενδυτικό πρόγραμμα ανάπτυξης σε όφελος του λαού. Από πουθενά δεν προκύπτει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κατανοεί την ανάγκη πως ο εκδημοκρατισμένος δημόσιος τομέας πρέπει να γίνει ο μοχλός και ο βασικός παράγοντας της ανάπτυξης και ότι πρέπει να αναλάβει την εκπόνηση και υλοποίηση ενός μεγάλου αναπτυξιακού σχεδίου παραγωγικών επενδύσεων με βάση ένα επιστημονικό σχέδιο οικονομικής ανάπτυξης που θα χαράσσεται με βάση τα συμφέροντα του λαού, με βάση τις δυνατότητες της χώρας, με ισότιμη συνεργασία με άλλες χώρες, που θα αξιοποιεί το επιστημονικό δυναμικό της πατρίδας μας.
Η παραπάνω εικόνα της οικονομικής πολιτικής που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ συμπληρώνεται από ένα τρίτο, κρίσιμο σημείο. Όταν ρωτήθηκε ο Αλ. Τσίπρας στην προαναφερθείσα συνέντευξη τύπου των Βρυξελλών για το ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ απάντησε: «Η ευρωζώνη δεν είναι λέσχη ισχυρών που κάλεσε τους ανίσχυρους να συμμετάσχουν ως διακοσμητικά στοιχεία σε αυτή. Η ευρωζώνη δεν έχει ιδιοκτήτες και ενοικιαστές έχει ισότιμα κράτη - μέλη. Η ευρωζώνη είναι σαν αλυσίδα με 17 κρίκους. Αν σπάσει ο ένας θα διαλυθεί και η αλυσίδα».
Όταν η πραγματικότητα βοά, όταν ακόμη και υποστηρικτές της ευρωζώνης αναγκάζονται σήμερα να παραδεχτούν ότι αυτή είναι ένα εργαλείο που βοήθησε τους ισχυρούς να γίνουν ισχυρότεροι, ο Αλ. Τσίπρας δηλώνει ότι η ευρωζώνη δεν είναι λέσχη ισχυρών!
Εννοείται ότι με ένα τέτοιο οικονομικό και πολιτικό πλαίσιο, οι διακηρύξεις περί κατάργησης των μνημονίων και αναδιανομής του κοινωνικού πλούτου σε όφελος των λαϊκών στρωμάτων είναι αντικειμενικά καταδικασμένες να παραμείνουν κατά βάση ή και καθ’ ολοκληρία ανεφάρμοστες.
Δ. Κ.
[1] Όπως παρατίθεται στο Β. Λιόσης, Ιμπεριαλισμός και εξάρτηση, Αθήνα, εκδ. ΚΨΜ, 2012, σελ. 163.
Πηγή:Εργατικός Αγώνας
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου