Του Δημήτρη Μητρόπουλου.
Σε λιγότερο από 4 μήνες έχουμε ευρωεκλογές.
Εκλογές διαφορετικές από τις υπόλοιπες ευρωεκλογές, μετά από 5 χρόνια βαθύτατης καπιταλιστικής κρίσης και αδιεξόδων, μετά από μια 5ετία που η Ε.Ε. και ειδικά η ευρωζώνη αποδείχθηκε όχι το απάνεμο λιμάνι στη φουρτούνα της παγκοσμιοποίησης, όπως καυχιόντουσαν οι ευρωπαϊστές, αλλά ο πιο αδύναμος ασθενής που συμπαρέσυρε ή μάλλον έσπρωξε χώρες της περιφέρειας στις χειρότερες κρίσεις της ιστορίας τους εν καιρώ ειρήνης. Με το πιο τραγικό θύμα, την Ελλάδα.
Αυτές οι εκλογές δεν είναι σαν τις προηγούμενες. Στην Ευρώπη γίνεται πολύ συζήτηση για το ρεύμα ευρωσκεπτικισμού που αναπτύσσεται. Για το συνολικό αδιέξοδο της Ε.Ε.. Για αντιθέσεις που δύσκολα θα ξεπεραστούν. Για πλήγμα, όχι μόνο στην περιφέρεια, αλλά και στην καρδιά, την ατμομηχανή της Ε.Ε., το λεγόμενο Γαλλογερμανικό άξονα. Όλο και περισσότεροι παραδέχονται ότι από την ενοποίηση είναι πολλοί αυτοί που χάνουν και λίγοι, με βασικό την Γερμανία, που κερδίζουν. Όλο και περισσότερο γίνεται πεποίθηση ότι η Ε.Ε. είναι ένας ιμπεριαλιστικός, ανισότιμος, αντιδημοκρατικός οργανισμός όπου κάποιες χώρες επωφελούνται και κάποιες υποβαθμίζονται. Σε δεύτερο χρόνο και σε μικρότερο βαθμό γίνεται κατανοητό ότι η Ε.Ε. είναι μια διακρατική ένωση υπέρ των τραπεζών, κατά του κοινωνικού κράτους, που διευρύνει την κοινωνική και ταξική ανισότητα, κατά των ίδιων των «παραδόσεων» της Ευρώπης.
Το ερώτημα υπάρχει και βοά. Όμως υπάρχουν απαγορευμένες λέξεις και σκέψεις στην επίσημη πολιτική σκηνή. Πρέπει η Ελλάδα να φύγει από την ευρωζώνη; Μπορεί; Μπορεί η Ελλάδα να σταθεί εκτός ακόμα και της Ε.Ε.; Αλλιώς ποιο είναι το σχέδιο σε μια Ε.Ε. που αφαιρεί εθνική και λαϊκή κυριαρχία με τον ποιο ωμό τρόπο; Τα παραπάνω είναι απαγορευμένα. Το αστικό-μνημονιακό μπλοκ ορκίζεται στην έστω ξεφτισμένη ευρωπαική ιδέα. Ο ΣΥΡΙΖΑ μιλάει για ανέφικτα πράγματα, για παραμύθια που δε στέκουν σε καμία εκτίμηση. Ότι θα χρηματοδοτήσει αυτή η Ε.Ε. το κοινωνικά δίκαιο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Ότι θα αλλάξει την Ε.Ε. μέσα από αλλαγές συσχετισμών σε κάθε χώρα, όταν ακόμα και κόμματα του Κόμματος Ευρωπαϊκής Αριστεράς, χαϊδεύουν στις χώρες τους τα αυτιά των συντηρητικών ψηφοφόρων που αισθάνονται ότι ταϊζουν τους τεμπέληδες Έλληνες. Το ΚΚΕ μιλάει κατά της Ε.Ε., αλλά πάντα συνδεδεμένο σε μια δικιά του λαϊκή εξουσία, δηλαδή όχι σε αυτήν τη ζωή. Στην ουσία ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ αρνούνται όμως τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα της Ε.Ε. Ότι είναι μια ένωση που αναπαράγει και διευρύνει τις αντιθέσεις μεταξύ ισχυρών και αδύναμων χωρών, μεταξύ ιμπεριαλιστικών χωρών και καταπιεζόμενων εθνών και λαών αν θυμηθούμε κλασικούς όρους. Γι’ αυτό και ο ένας ισχυρίζεται ότι θα πείσει το Σόιμπλε και ο άλλος σιωπά στα όσα φοβερά κάνει εδώ και 4 χρόνια στη χώρα μας η Ε.Ε. και η ευρωζώνη πιο ειδικά με τα μνημόνια, τις Τρόικες, τα μέτρα κοινωνικής καταστροφής. Οι φασίστες από την πλευρά τους δεν είναι απίθανο να σηκώσουν τους αντιΕΕ τόνους ή γενικά να εμφανιστεί ένα «πατριωτικό» αριστεροδέξιο ψηφοδέλτιο στις ευρωεκλογές που θα την πέφτει στη Μέρκελ, πιθανά στο ευρώ κοκ.
Το ερώτημα επανέρχεται. Σε ένα πρόβλημα που βοά, σε μια αντίθεση υπαρκτή και ενεργή τα τελευταία χρόνια με τραγικές συνέπειες για τη συντριπτική λαϊκή πλειοψηφία-και όχι μόνο-δεν υπάρχουν τα απαραίτητα πολιτικά υποκείμενα για να την εκφράσουν. Και ειδικά δεν υπάρχουν πολιτικά υποκείμενα που να έχουν ένα ευρύτερο σχέδιο υπέρ των εργαζομένων και της εργατικής τάξης. Υπάρχει το Σχέδιο Β σαν μια πολιτική δύναμη που γέννησε αυτή η κατάσταση. Υπάρχει η Ανταρσυα και άλλες μικρότερες δυνάμεις της αριστεράς. Υπάρχουν και δυνάμεις εκτός της αριστεράς με παρόμοιους στόχους – αλλά με θολά πολλά σημεία σε επικίνδυνα θέματα – όπως πχ το ΕΠΑΜ.
Συνεπώς πρέπει να γίνουν ακόμα πολλά. Για την ακρίβεια είμαστε στην αρχή. Την ίδια στιγμή που είναι απαραίτητο ένα Σχέδιο Β, αν θέλει να διεμβολίσει ακροατήρια όπου αναζητούν απαντήσεις συγκεκριμένες σε μια εποχή ρευστότητας και ερωτημάτων, να μιλάει με όρους κυβερνητικού προγράμματος, χρειάζεται προσπάθεια ακόμα ώστε να γίνει πραγματικό εναλλακτικό σχέδιο και πραγματικό πρόγραμμα. Δηλαδή πλειοψηφική πρόταση στην κοινωνία και μαζικό πολιτικό κίνημα. Ουσιαστικά είμαστε στη φάση της οικοδόμησης ενός πολιτικού ρεύματος ρήξεων με την Ε.Ε. και την ευρωζώνη. Ποιες δυνάμεις, με ποιες πρακτικές, με ποια αντίληψη είναι τα κρίσιμα ερωτήματα για να «ανδρωθεί» ένα τέτοιο πολιτικό ρεύμα, ας το πούμε αντιΕΕ. Σε αυτά μερικές παρατηρήσεις.
Πρώτον έχει σημασία το αντιΕΕ πολιτικό ρεύμα να τοποθετηθεί ως τέτοιο. Δεν πρέπει να ταυτιστεί με το αντικαπιταλιστικό ή πολύ περισσότερο με τη σοσιαλιστική αλλαγή. Κι αυτό όχι για να απομακρύνουμε τη σοσιαλιστική προοπτική, αλλά για να τη φέρουμε πιο κοντά. Για να συγκεντρωθούν δυνάμεις πάνω σε υπαρκτές και κυρίαρχες (όχι βασικές) αντιθέσεις στην χώρα μας, για να αλλάξουν οι συσχετισμοί. Η αντίθεση στην Ε.Ε. μπορεί και πρέπει να πάρει χαρακτηριστικά αντικαπιταλιστικά αλλά όχι να ταυτιστεί. Η ίδια η Ε.Ε. οργανώνει την πιο άγρια νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση και επίθεση στις δυνάμεις της εργασίας, επομένως μια ρήξη μαζί της δεν θα είναι ταξικά «ουδέτερη», όμως δεν ταυτίζεται.
Δεύτερον ένα πολιτικό ρεύμα δεν οικοδομείται με κείμενα, αναλύσεις, συζητήσεις «εντός αριστεράς». Είναι απαραίτητα αυτά, αλλά αν γίνονται σχεδόν αποκλειστικά αυτά είναι πρόβλημα. Στο τι σημαίνει πολιτικό ρεύμα και πως οικοδομείται μπορούμε να μάθουμε πολλά από τους αντιπάλους μας, από το πως έκαναν ηγεμονικό τον ευρωπαϊσμό στην ελληνική κοινωνία, ενώ στις αρχές της μεταπολίτευσης ξεκινούσαν από αρνητικό γι’ αυτούς συσχετισμό. Και μαζί με αυτόν και το νεοφιλελευθερισμό, τη λατρεία του καταναλωτισμού και της αγοράς, την περαιτέρω ηγεμονία του κεφαλαίου πάνω στις δυνάμεις της εργασίας. Από το ανήκομεν εις τη Δύση του Καραμανλή στις αρχές της μεταπολίτευσης έπεσαν πολλά συνθήματα, επιχειρήματα και πολιτικές σε πολλά επίπεδα.
Χτίστηκαν κοινωνικές συμμαχίες. Με τα μεσοστρώματα που βελτίωσαν τη θέση τους, μέσα από την ανάπτυξη ενός μοντέλου υπηρεσιών, τις διάφορες αρπαχτές μέσω ευρωπαϊκών προγραμμάτων και τα διάφορα τσιμπολογήματα για διάφορα στρώματα (αγρότες, μηχανικοί κοκ).
Δομήθηκε μεθοδικά ένα ελκτικό κοινωνικό/πολιτισμικό φαντασιακό, ειδικά στους νέους. Η δυνατότητα να ταξιδεύει κάποιος με λιγότερους περιορισμούς, η ιδέα να είναι κανείς περισσότερο Ευρωπαίος και λιγότερο Βαλκάνιος και ανατολίτης, η θέληση «να γίνουμε ανεπτυγμένο δυτικό κράτος», ο εκσυγχρονισμός του Σημίτη.
Οι γεωστρατηγικοί φόβοι. Ότι η Ε.Ε. θα μας προστατεύσει από την Τουρκία, από τις διενέξεις με τη FYROM, από οποιαδήποτε απειλή.
Και κυρίως μπήκαν σταθμοί, στόχοι, ορόσημα, κεντρικές ιδέες. Το όραμα του 1992, ο στόχος της Ισχυρής Ελλάδας και να μπει η Ελλάδα στον σκληρό πυρήνα της Ε.Ε., μεγάλες καμπάνιες με στράτευση σύσσωμου σχεδόν του πολιτικού συστήματος, των ΜΜΕ, των μεγάλων καπιταλιστικών συμφερόντων. Κορυφαίος στόχος και καμπάνια όμως υπήρξε να μπει η Ελλάδα στο ευρώ. Αυτό έγινε το σύμβολο, η συμπύκνωση του οράματος για την είσοδο της Ελλάδας στον πυρήνα της Ε.Ε..
Πολλά από τα παραπάνω θέλουν περισσότερη συζήτηση. Το βασικό όμως είναι ότι η αστική τάξη έριχνε συνθήματα, πολιτικές προτάσεις και ιδέες, οργάνωνε μεγάλες καμπάνιες και δημιουργούσε πολιτικά-κοινωνικά ρεύματα με βασικό άξονα τον ευρωπαϊσμό. Στόχευε στην τσέπη, στο μυαλό, στις καθημερινές συνήθειες, στις ελπίδες και τις φοβίες, στη βάση και στο εποικοδόμημα, διεξήγαγε πόλεμο κατάκτησης νέων θέσεων σε κάθε φάση. Εκλαΐκευε στις πόλεις και στα χωριά με καμπάνιες του τύπου «μάθε για την ΕΟΚ» και έφτανε μέχρι και στον γηραιότερο αγρότη στο πιο απομακρυσμένο χωριό. Μαζί με τον ευρωπαϊσμό βάθαινε όμως και την καπιταλιστική επίθεση και το ξήλωμα δικαιωμάτων και κοινωνικών κατακτήσεων.
Τι από τα παραπάνω κάνουν σήμερα οι δυνάμεις που αντιλαμβάνονται ότι η ρήξη με την Ε.Ε. είναι αναγκαίο στοιχείο για έναν εναλλακτικό δρόμο; Ελάχιστα και αυτό πρέπει να αλλάξει. Και έχουμε μια μεγάλη ευκαιρία μπροστά μας για να αλλάξει. Γιατί η ευρωζώνη φαντάζει πια σαν ένα απέραντο μνημόνιο και όχι σαν μια ζεστή αγκαλιά, την ίδια στιγμή που υπάρχουν φοβίες για το αν μπορούμε εκτός ευρώ. Γιατί έχει χρεοκοπήσει ένα μοντέλο ανάπτυξης που βασιζόταν στην μετατροπή της Ελλάδας σε κέντρο υπηρεσιών, με την αποδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης και με δώρο το εύκολο χρήμα για τον καταναλωτισμό. Και αναζητείται ένα μοντέλο που να μπορεί να παράγει χωρίς όμως να κινεζοποιεί την κοινωνία και τους εργαζόμενους, την ίδια στιγμή που υπάρχουν αναστολές και ερωτηματικά για το πως μπορεί να σταθεί μια χώρα στον διεθνή καπιταλιστικό περίγυρο. Γιατί οι Έλληνες από μποέμ ταξιδιώτες, μετατρέπονται σε μετανάστες και φτηνή εργατική δύναμη της Ευρώπης. Γιατί η Ε.Ε. έχει κάνει σαφές ότι δημόσια παιδεία, δημόσια υγεία, πρόνοια, ζωή με δικαιώματα και αξιοπρέπεια για τον εργαζόμενο δεν χωράνε στο DNA της. Είναι εφικτό να τεθούν θετικά προτάγματα για την αναγκαία ρήξη με την Ε.Ε.. Έχουμε ανάγκη από ιδέες και προτάσεις. Διεθνής ισότιμη συνεργασία. Δημόσια παιδεία, δημόσια υγεία, προστασία των εργαζομένων και δικαιώματα. Μια χώρα που να μπορεί να παράγει, να τη σέβονται, να μην είναι η πίσω αυλή της Γερμανίας ή των ΗΠΑ. Και στη σημερινή συγκυρία μια μεγάλη καμπάνια ενάντια στη φυλακή της ευρωζώνης και του χρέους, για την αφετηρία απαντήσεων στα ζωτικά προβλήματα της λαϊκής πλειοψηφίας και ειδικά των νέων, για τη διέξοδο από την κρίση και από τις μνημονιακές πολιτικές.
Ένα τέτοιο πολιτικό ρεύμα είναι αναγκαίο και μπορεί να γίνει! Πατάει στα προβλήματα της συγκυρίας, τις βασικές αντιθέσεις, τις ειδικές συνθήκες της χώρας μας, τα βασικά λαϊκά προβλήματα, μπορεί να χτίσει και να χτιστεί πάνω σε ένα εκλαϊκευμένο πολιτικό πρόγραμμα που να απευθύνεται στην κοινωνική πλειοψηφία. Αλλάζει τους συσχετισμούς και καλεί σε ρήξη, δεν υπoτάσσεται σε αυτούς. Στις ευρωεκλογές είναι εφικτή μια μεγάλη καμπάνια με βασικά συνθήματα τη ρήξη με την Ε.Ε. των τραπεζών – την έξοδο από το κοινό νόμισμα – την ανατροπή των νεοφιλελεύθερων μνημονιακών πολιτικών.
Πηγή:antapocrisis
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου