Του Περικλή Κοροβέση
Στις χώρες όπου υπάρχουν ακόμα ελεύθερες εκλογές, κατά κανόνα ο μεγάλος θριαμβευτής είναι η αποχή. Και δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που οι απέχοντες είναι περισσότεροι από τους ψηφίσαντες.
Και αυτό έχει πάντα ένα σταθερό αποτέλεσμα: η πλειοψηφία της μειοψηφίας κυβερνά, άσχετα αν η συντριπτική πλειοψηφία των εγγεγραμμένων στους εκλογικούς καταλόγους είναι κατά της κυβέρνησης, είτε με την αρνητική της ψήφο είτε με την αποχή της από την όλη εκλογική διαδικασία. Ας πάρουμε ένα παράδειγμα: Ας υποθέσουμε πως σε μια χώρα η αποχή είναι 60% και η συμμετοχή στις εκλογές είναι 40%. Αν κάποιο κόμμα συγκεντρώσει το 21%, τότε σχηματίζει κυβέρνηση και εμφανίζεται με ποσοστό 51%. Και τούτο γιατί οι ψηφίσαντες θεωρούνται το 100% του εκλογικού σώματος.
Αυτό το ξέρουν καλά οι επαγγελματίες πολιτικοί και οι ομόλογοί τους επαγγελματίες συνδικαλιστές ή οι γραφειοκράτες των κομμάτων. Το παιχνίδι είναι γνωστό και η συνταγή είναι δεδομένη. Με μαθηματικούς υπολογισμούς και εκλογικές αλχημείες, π.χ. δώρο 50 βουλευτές στο πρώτο κόμμα, η μειοψηφία γίνεται πλειοψηφία και κερδίζει τις έδρες που της χρειάζονται για να πάρει την εξουσία, την όποια εξουσία – πολιτική, συνδικαλιστική, κομματική. Η εξουσία στον πυρήνα της είναι παντού ίδια. Εξ ορισμού αντιδημοκρατική και δεν συνδιαλέγεται. Επιβάλλει αυτό που θέλει, συχνά με τη βία, είτε δικτατορική (στρατός), είτε κοινοβουλευτική (ΜΑΤ). Εντούτοις, η εξουσία μπορεί να υποχωρήσει και να κάνει παραχωρήσεις για να αποφύγει ένα μεγαλύτερο κακό που μπορεί να είναι η ανατροπή της.
Αυτή τη φιλοσοφία την είχε διατυπώσει θαυμάσια ο Ρούσβελτ: «Κύριοι καπιταλιστές, ή δίνετε το καπέλο σας ή χάνετε το κεφάλι σας». Και ας μην ξεχνάμε πως το πρώτο κοινωνικό κράτος δημιουργήθηκε από τον αυταρχικό και μιλιταριστή Μπίσμαρκ, για να αποφύγει πιθανή εξέγερση όπου θα έχανε τα πάντα. Και η καθολική ψήφος, που θεωρείται πια δεδομένη και αναμφισβήτητη, είναι προϊόν αιματηρών αγώνων. Οι γυναίκες για να ψηφίσουν έπρεπε να αγωνιστούν πολλές δεκαετίες. Μόνο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο καθιερώθηκε γενικώς η γυναικεία ψήφος. Τα ανθρώπινα δικαιώματα, εν γένει, δεν είναι μια θεμελιακή αξία της αστικής δημοκρατίας, όπως λανθασμένα υποστηρίζεται, αλλά μια προσωρινή παραχώρηση της εξουσίας.
Όσο πιο ασφαλής αισθάνεται η άρχουσα τάξη τόσο πιο άπληστη γίνεται και καταργεί όλα τα δικαιώματα που έχει παραχωρήσει. Αυτό άλλωστε ζούμε στην Ελλάδα των μνημονίων. Η κυβέρνηση γίνεται στρατός κατοχής. Δεν είναι τυχαίο πως πολλοί αναλυτές διαπιστώνουν ότι η καταστροφή που έχει γίνει στην Ελλάδα είναι συγκρίσιμη μόνο με τις συνέπειες ενός πολέμου.
Αλλά σε αυτόν τον πόλεμο δεν υπάρχει μαζική και οργανωμένη αντίσταση. Και τα υψηλά δημοσκοπικά ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ δεν αντιστοιχούν με το 30% της κοινωνίας. Είναι μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα κουρασμένων ψήφων που βρήκε απάγκιο στον ΣΥΡΙΖΑ και περιμένει να περάσει το ανεμοβρόχι μέχρι να έρθουν οι εκλογές, μπας και γίνει κάποιο θαύμα.
Και εδώ είναι η αχίλλειος πτέρνα του ΣΥΡΙΖΑ, που ίσως αποδειχθεί και το Βατερλό του. Τα κόμματα που δεν είναι ριζωμένα στην κοινωνία και δεν εκφράζουν τα συμφέροντα των πολλών μέσα από οργανωμένους θεσμούς (συνδικάτα, συνεταιρισμούς, οργανώσεις ανέργων και πολλές άλλες κινήσεις και συλλογικότητες) γίνονται αρχηγικά και παρανάλωμα της υπαρκτής εξουσίας. Κάτι δηλαδή σαν αριστερή διαχείριση των μνημονίων, που, όσο και να τα ξορκίζει ο κ. Τσίπρας, αυτά δεν φεύγουν χωρίς κοινωνική παρέμβαση. Και απ’ ό,τι φαίνεται, οι «αόρατοι σύμβουλοι» του αρχηγού, όπως χαρακτηρίζει το περιβάλλον του κ. Τσίπρα η «Εποχή» (16/2/14), δεν δείχνουν να έχουν απαλλαγεί από το «σύνδρομο Τατσόπουλου».
Επιλέγουν Βουδούρη και Καρυπίδη (άσχετα αν τον απέσυραν, η λογική είναι η ίδια), και εκπαραθυρώνουν εν αγνοία της από τη θέση της στη δημοτική κίνηση «Ανοιχτή Πόλη» την Ελένη Πορτάλιου, που δικαιωματικά θα έπρεπε να ήταν υποψήφια δήμαρχος για την Αθήνα. Μια γυναίκα που για δεκαετίες έχει αγωνιστεί για την πόλη και ξέρει το κάθε της κεραμίδι. Ένας άνθρωπος με τεράστιο επιστημονικό κύρος, που θα ήταν κόσμημα για την Αριστερά, αντικαταστάθηκε από τον συμπαθή Γαβριήλ Σακελλαρίδη, που αγνοούμε αν έχει κάποια σχέση ή γνώση για την άρρωστη Αθήνα. Το πρόβλημα είναι στα μέλη και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Τους εκφράζει αυτή η πολιτική; Πού και πώς εκφράζουν τα δικαιώματά τους; Μήπως έχουμε έναν αόρατο δημοκρατικό συγκεντρωτισμό και η βάση του κόμματος γίνεται ένα απλό ακροατήριο χειροκροτητών;
Αλλά η κοινωνία που αντιστέκεται υπάρχει και χωρίς τον ΣΥΡΙΖΑ (στην καλύτερη περίπτωση μετέχουν τοπικά στελέχη του) στις περίπου 2.500 οργανώσεις που έχουν καταμετρηθεί στην Ελλάδα, και συμπεριλαμβάνουν μικρούς συνεταιρισμούς, κοινωνικά ιατρεία ή παντοπωλεία, κινήσεις αλληλεγγύης, συσσίτια και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς. Και εδώ είναι τα ζωντανά κύτταρα αυτής της κοινωνίας, που κατά κανόνα λειτουργούν ενωτικά. Η κοινωνία ενώνει γιατί έχει έργο. Η πολιτική διασπά όταν βρίσκεται εκτός κοινωνίας. Θα ήταν ευχής έργο να βλέπαμε αυτές τις κινήσεις στις δημοτικές εκλογές. Θα ήταν μια απόδραση στο μέλλον.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου